του Hans Drager
Με αφορμή τα πρόσφατα ρεπορτάζ του φιλοκυβερνητικού Τύπου (ΒΗΜΑ, Τα Νέα, In) της κρατικής τηλεόρασης ΕΡΤ, αλλά και οργάνων του Τύπου που ασκούν κριτική στην κυβέρνηση σύμφωνα με τη δική τους πιστοποίηση, όπως η ΕΦΣΥΝ, σχετικά με το κίνημα διαμαρτυρίας στην Ιταλία ενάντια στο “πράσινο πάσο” που εισήγαγε η κυβέρνηση Ντράγκι να καταστήσει υποχρεωτική την επίδειξη “πράσινης κάρτας” για όλους τους πολίτες κατά την έναρξη εργασίας τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα, για τη φοίτηση, στο σχολείο, τις σπουδές, αλλά και για κάθε άλλη συμμετοχή στην κοινωνική ζωή (επισκέψεις σε κινηματογράφους και θέατρα, εστιατόρια, μουσεία, μακρινά ταξίδια με τρένο ή λεωφορείο κ.λπ.), ένδειξη προληπτικής υπακοής και πλήρους υποταγής στα μέτρα που ενορχηστρώνει παγκοσμίως ο ΠΟΥ με πρόσχημα την καταπολέμηση ενός ιού της κορώνας, η ακόλουθη παρατήρηση:
Το Σάββατο 9 Οκτωβρίου 2021, όπως συνέβαινε από τα τέλη Ιουλίου και για συνολικά δέκα συνεχόμενα Σάββατα σε όλες τις κύριες ιταλικές πόλεις, πραγματοποιήθηκε στη Ρώμη διαδήλωση με δεκάδες χιλιάδες συμμετέχοντες κατά των σχεδίοων της κυβέρνησης Ντράγκι να παρατείνει και να επεκτείνει το ήδη εισαχθέν “πράσινο πάσο” και μετά τις 15 Οκτωβρίου. Μεταξύ άλλων οργανώσεων, και το νεοφασιστικό κόμμα “Forza Nuova”, το οποίο έχει πολλούς υποστηρικτές στη Ρώμη, κάλεσε στη διαδήλωση. Στο περιθώριο της διαδήλωσης των περίπου 10.000 συμμετεχόντων (σύμφωνα με την καταμέτρηση της αστυνομίας) σημειώθηκαν συγκρούσεις με την αστυνομία, η οποία έφτασε με εξοπλισμό των ΜΑΤ και έκανε χρήση γκλομπ, δακρυγόνων και κανονιών νερού. Κάποιοι από τους διαδηλωτές, με επικεφαλής μέλη της Forza Nova, πήγαν στην έδρα του μεγαλύτερου συνδικάτου, του CGIL, που προηγουμένως ανήκε στο PCI (Partito Comunista Italiano) και προσπάθησαν να την καταλάβουν. Μια απόπειρα που απέτυχε και που, εκτός από μερικά σπασμένα παράθυρα στον πρώτο όροφο, δεν άφησε άλλα ίχνη.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι όλα τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης, συμπεριλαμβανομένης και της ΕΦΣΥΝ στο πολύ μεροληπτικό δημοσίευμα της στις 11.10.2021 “Βία κατά συνδικαλιστών από αντιεμβολιαστές φασίστες”, παραλείπουν να αναφέρουν ότι αυτή η προβοκάτσια από τη νεοφασιστική Φόρτσα Νόβα, υποβοηθήθηκε και ‘υποκινήθηκε’ από την ίδια την ηγεσία του συνδικάτου. Σε επιστολή της 1ης Σεπτεμβρίου 2021 προς τον πρόεδρο του Υπουργικού Συμβουλίου Μάριο Ντράγκι -την οποία υπέγραψαν από κοινού οι ηγέτες και των τριών εθνικών συνδικάτων: του πρώην κομμουνιστικού CGIL, του χριστιανοδημοκρατικού CISL και του σοσιαλδημοκρατικού UIL- με την οποία ζητούσαν συνάντηση μαζί του, οι τελευταίοι τον είχαν διαβεβαιώσει ότι “συμφωνούν πλήρως με τον υποχρεωτικό εμβολιασμό που διέταξε η κυβέρνησή του για όλους τους πολίτες της χώρας” (η επιστολή δημοσιεύθηκε από τη φιλοκυβερνητική εφημερίδα της Ρώμης La Repubblica).
Θα πρέπει να τονιστεί ότι η ηγεσία της CGIL ενήργησε με δική της εξουσιοδότηση, παρά τις ευρείες αντιδράσεις, ιδίως από τους εργαζόμενους που επηρεάζονται από το σύστημα “πράσινης κάρτας”, οι οποίοι θα χάσουν τη δουλειά τους εάν αρνηθούν να επιδείξουν “κάρτα” κατά την είσοδό τους στο χώρο εργασίας τους.
Παρακάτω αναδημοσιεύουμε το άρθρο του κοινωνιολόγου Nicolo Bertuzzi που δημοσιεύτηκε στη ρωμαϊκή πλατφόρμα comune-info με τίτλο Το φασιστικό Σάββατο και ο Φασισμός στο χωριό. Il sabato fascista e quello del villaggio – Comune-info, και στο ιστολόγιο της κολεκτίβας καλλιτεχνών WuMing (WuMing Foundation) στην Μπολόνια με τίτλο Οι νεοφασίστες χρήσιμοι ηλίθιοι και το μέλλον των αγώνων ενάντια στην ‘υγειονομική άδεια ελεύθερης διέλευσης’ (‘green pass’), με μια σύντομη εισαγωγή από τους διαχειριστές του ιστολογίου: Gli utili idioti neofascisti e il futuro delle lotte contro il «green pass»
Πρόσθετη παρατήρηση
Οποιαδήποτε προσέγγιση για την κατανόηση της “πανδημίας”, στην προκειμένη περίπτωση, η λίγο-πολύ στοχευμένη διαμαρτυρία του πληθυσμού που πλήττεται άμεσα από τα μέτρα που υπαγορεύουν οι γιατροί με το πρόσχημα της καταπολέμησής της, όπως προσπαθεί να κάνει ο Niccolò Bertuzzi, είναι ευπρόσδεκτη. Ωστόσο, το όλο σκεπτικό, δηλαδή η κατανόηση του τι συμβαίνει, υπάρχει εδώ και πολύ καιρό (ακόμη και στο διαδίκτυο): ΙΑΤΡΟ-Ιμπεριαλισμός, βλ. Να μετατρέψουμε την Ασθένεια σε Όπλο, πρόλογος σε μια ‘‘προφητική’’ έκδοση. Το γεγονός ότι οι νεοφασίστες της Forza Nova κατάφεραν να εκμεταλλευτούν τη διαμαρτυρία του λαού για τους δικούς τους σκοπούς, έχει λόγους, σήμερα όπως και τότε που ο Βίλχελμ Ράιχ είχε ήδη επισημάνει στο έργο του “Η μαζική ψυχολογία του φασισμού”. Τότε, όπως και τώρα, είναι ζήτημα ταπείνωσης. Ο φασισμός και ο ναζισμός, τότε και τώρα, δεν μπορούν να κατανοηθούν χωρίς αναφορά στην αρρώστια. Και αυτή η αναφορά στην αρρώστια λείπει εντελώς από το άρθρο του Niccolò Bertuzzi.
Παραθέτουμε το άρθρο, σε δική μας ελληνική μετάφραση, από την κολεκτίβα των καλλιτεχνών WuMing Foundation. Σε αγκύλες οι δικές μας διευκρινίσεις για όρους που ίσως είναι άγνωστοι στο ευρύ κοινό στην Ελλάδα. Οι φωτογραφίες ακολουθούν τη σειρά με την οποία δημοσιεύθηκαν στο WuMing και στο comune-info.
Ο τίτλος στο ιστολόγιο της κολεκτίβας των καλλιτεχνών WuMing Foundation:
Οι νεοφασίστες χρήσιμοι ηλίθιοι και το μέλλον των αγώνων ενάντια στην ‘υγειονομική άδεια ελεύθερης διέλευσης’ (‘green pass’)
Η Εισαγωγή των διαχειριστών του ιστολογίου:
Λαμβάνουμε και δημοσιεύουμε έναν καυτό προβληματισμό για τα γεγονότα στη Ρώμη γραμμένο από τον κοινωνιολόγο Niccolò Bertuzzi, του οποίου έχουμε ήδη παρουσιάσει κάποια άρθρα.
Εμείς θα προσθέταμε: υπάρχουν κινητοποιήσεις πολιτών κατά του ‘πράσινου πάσο’ στις οποίες οι φασίστες έχουν περιθωριοποιηθεί στις πλατείες και έχουν εκδιωχθεί από τις συνελεύσεις, όπως είναι σωστό και όπως απαιτεί το ελάχιστο της αξιοπρέπειας.
Στην πραγματικότητα, η κινητοποίηση αυτή στη χώρα μας είναι πολύ διαφοροποιημένη και αποκεντρωμένη. Αυτό είναι το όριο και η δύναμή της. Υπάρχουν οπισθοδρομικές καταστάσεις, όπου οι ομιλίες είναι συγκεχυμένες και διφορούμενες, τα συνθήματα και τα τραγούδια από τις παρελάσεις είναι κατά τη γνώμη μας αποκρουστικά και οι δεσμοί με τον κόσμο της εργασίας είναι αδύναμοι, και υπάρχουν όμως άλλες πιο προχωρημένες και ενδιαφέρουσες καταστάσεις, όπως στην Τεργέστη, όπου υπάρχουν ενεργές ομάδες συντρόφων, όπου ο αξιοθρήνητος πρώην παραστρατιωτικός της Λίγκας του Βορρά και της νέο-φασιστικής ‘Forza Νova’ Fabio Tuiach απομακρύνθηκε από τη συνέλευση της πόλης και, πάνω απ’ όλα, ο αγώνας ενάντια στο ‘πράσινο πάσο’ βασίζεται στον πρωταγωνιστικό ρόλο των λιμενεργατών. Φυσικά, ούτε εκεί είναι όλα ρόδινα, αλλά η σύγκρουση, τουλάχιστον προς το παρόν, φαίνεται να εξελίσσεται κατά μήκος της σωστής γραμμής ρήξης. Αξίζει να παρακολουθείτε τι συμβαίνει στην πρώην πόλη των Αψβούργων.
Τώρα: η Τεργέστη δεν είναι απαραίτητο να είναι η εξαίρεση, η “παραδοξότητα”, και η Ρώμη ο κανόνας, η “κανονικότητα”. Ίσως η κατάσταση στη Ρώμη -η οποία, όπως σημειώνει ο Bertuzzi, δεν ανταποκρίνεται πλήρως στην κυρίαρχη αφήγηση αυτών των ωρών- να είναι λιγότερο αντιπροσωπευτική και περισσότερο ιδιόμορφη από ό,τι φαίνεται. Μία από τις διάφορες διαταραχές της οπτικής, από τις οποίες πρέπει να θεραπευτούμε, είναι ένας ορισμένος “ρωμαιοκεντρισμός” που υποστηρίζεται από τα μέσα ενημέρωσης. Όπως έχουμε πει πολλές φορές, κάθε πρόβλημα ή ζήτημα γίνεται καλύτερα κατανοητό από τα περιθώρια, τα άκρα, και χειρότερα από το “κέντρο”.
Όταν η πραγματικότητα παρατηρείται μόνο από το “κέντρο” και επαναφέρεται με τη βία στη λογική του “κέντρου”, η περιγραφή της γίνεται μια τοξική αφήγηση. Σε αυτή την περίπτωση, η τοξική αφήγηση “όσοι είναι κατά του ‘green pass’ είναι φασίστες” εμποδίζει την εξέλιξη του αγώνα, εμποδίζει όσους θέλουν να απομακρύνουν τους φασίστες.
Τούτου λεχθέντος, απολαύστε το διάβασμά σας. WM
Το άρθρο του Niccolò Bertuzzi:*
Είναι δύσκολο αλλά αναγκαίο να εκφράσουμε πλήρως τι συνέβη το Σάββατο στη Ρώμη, να συζητήσουμε τις συνέπειες και να προσπαθήσουμε να βγούμε από το αδιέξοδο στο οποίο βρισκόμαστε καθημερινά όλο και περισσότερο – αυτό της κοινωνικής σύγκρουσης στα κατώτερα επίπεδα της πυραμίδας, η οποία καθοδηγείται από πρωτοφανείς λόγους και κυρίως παράγει πρωτοφανή ρήγματα.
Για λόγους νοητικής οικολογίας, θα ξεκινήσω συνοψίζοντας τη συλλογιστική σε επιμέρους σημεία, τα οποία στη συνέχεια θα προσπαθήσω να αναπτύξω περαιτέρω.
- Είναι ρητορικό αλλά ουσιαστικό να ξεκινήσουμε λέγοντας ότι οι φασίστες που κατέλαβαν την εθνική έδρα της CGIL είναι εχθροί μας χωρίς αν και αλλά.
- Το “πράσινο πάσο” είναι ένα εργαλείο που πρέπει να καταπολεμηθεί, σήμερα όπως και χθες. Αυτό δεν αλλάζει ούτε στο ελάχιστο μετά το Σάββατο, το αντίθετο μάλιστα.
- Αυτό το υποτιθέμενο κίνημα “no-vax” / “no green pass” [‘όχι στον εμβολιασμό’ / ‘όχι στο πράσινο πάσο’] -όπου στα όρια επικρατεί όλο και μεγαλύτερη σύγχυση- θα πρέπει να μελετηθεί προσεκτικά. Είναι γεγονός ότι εδώ και εβδομάδες, κάθε Σάββατο, υπάρχουν δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι στις ιταλικές πλατείες, χωρίς να υπάρχει κάποιο πραγματικό κόμμα ή οργάνωση του κινήματος που να τους κινητοποιεί.
- Μου φαίνεται ότι βρίσκεται σε εξέλιξη μια τεράστια επιχείρηση που θα την χαρακτήριζα ως “redwashing” [‘κόκκινο πλυντήριο’], με στόχο την αποκατάσταση -συχνά μέσω ρητορικής που συνδέεται με την Αντίσταση- ενός κομματιού της “αριστεράς” (συνδικαλιστικής και πολιτικής) του οποίου τα λάθη, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, δεν μπορούν να ξεχαστούν.
- Εκτός από τα παραπάνω, υπάρχει ο κίνδυνος περαιτέρω νομιμοποίησης των πολιτικών του Ντράγκι, που ήδη υποστηρίζονται όχι μόνο από την Confindustria [Εργοδοτική Συνομοσπονδία της Ιταλικής Βιομηχανίας], αλλά και σε μεγάλο βαθμό από τα συνομοσπονδιακά συνδικάτα και από ένα μεγάλο μέρος της Αριστεράς, όχι μόνο από το PD [Partito Democratico, κέντρο-αριστερό κόμμα, συνέχεια του συνασπισμού της ‘Ελιάς’] αλλά και από μέρος του κόσμου “στα αριστερά του PD”. Να θυμάστε πάντα ότι ο φασισμός είναι αηδιαστικός, αλλά η νεοφιλελεύθερη αναπτυξιακή τεχνοκρατία δεν είναι σύμμαχός μας.
- Τέλος, η πτυχή στην οποία έχουμε χάσει εντελώς τον πόλεμο (και συχνά τη φυσιογνωμία) τα τελευταία χρόνια: ο ρόλος που διαδραματίζει η πληροφόρηση. Με όλη την επίγνωση ότι θα μπορούσα να θεωρηθώ “συνωμότης”, αυτή η μεγάλη αυτοπεποίθηση πολλών συντρόφων να μοιράζονται το περιεχόμενο των Repubblica, Corriere, Linkiesta, Huffington Post [συντηρητικά ΜΜΕ] συνεχίζει να με αφήνει μάλλον μπερδεμένο.
Έχοντας κάνει το περίγραμμα, προσπαθώ να υλοποιήσω τα έξι σημεία.
1. Ο φασισμός είναι αηδιαστικός, πρέπει μάλιστα να το επαναλάβουμε….
Το γεγονός ότι πρέπει να ξεκινήσουμε ένα κομμάτι σαν αυτό, σε ένα ιστολόγιο σαν αυτό, επισημαίνοντας το προφανές ότι οι τύποι της Forza Nuova που κατέλαβαν τα κεντρικά γραφεία της CGIL είναι ορκισμένοι εχθροί, λέει πολλά για την διολίσθηση που έχει πάρει ο δημόσιος διάλογος.
Πριν από μερικά χρόνια, αλλά κυριολεκτικά το 2019, αυτό ήταν δεδομένο. Η αντιφασιστική προϋπόθεση θεωρήθηκε δεδομένη. Ακόμη περισσότερο, δεν υπήρχε λόγος να ξοδέψει κανείς πέντε σειρές αντιφασιστικής captatio benevolentiae [λατινική έκφραση, σημαίνει ‘κερδίζω τη συμπάθεια’] και στη συνέχεια να πει ότι είναι αντίθετος με τις πολιτικές και την κοσμοθεωρία που υποστηρίζει ο πρώην πρόεδρος της ΕΚΤ [Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα], ο Brunetta [Υπουργός Δημόσιας Διοίκησης στην κυβέρνηση Ντράγκι] και η Confindustria.
Ωστόσο, δεν έγινε τίποτα κακό: η επαναβεβαίωση του γεγονότος ότι οι φασίστες είναι αηδιαστικοί είναι μια θυσία που, αν λάβουμε υπόψη όλα τα πράγματα, γίνεται πάντα πρόθυμα. Προσθέτω: η Forza Nuova θα έπρεπε να είχε διαλυθεί ακόμη και πριν, αν αυτό το επεισόδιο θα εξυπηρετούσε την επιτάχυνση της εξαφάνισης, “καλά να πάθουμε”.
2. Δεν είναι αυτός ο λόγος που η ‘υγειονομική άδεια ελεύθερης διέλευσης’ [‘green pass’] και η μεταδημοκρατία γίνονται όμορφα
Το γεγονός ότι ο φασισμός είναι αηδιαστικός, δεν αλλάζει το γεγονός ότι από την Παρασκευή 15 Οκτωβρίου θα είμαστε η μόνη χώρα στον “ανεπτυγμένο κόσμο” που θα εξαρτά την άσκηση οποιουδήποτε μισθωτού επαγγέλματος από την προσκόμιση ενός δελτίου που θα πιστοποιεί την ανυπαρξία μιας και μόνο ασθένειας, δηλ. το λεγόμενο ‘green pass’. Μερικοί άνθρωποι είναι περήφανοι γι’ αυτό, και σε γενικές γραμμές αυτό δεν αποτελεί έκπληξη.
Δεν αποτελεί έκπληξη, για παράδειγμα, το γεγονός ότι η Confindustria, ο φορέας που διαχειρίζεται την πανδημία στην Ιταλία τουλάχιστον από το καλοκαίρι του 2020, αλλά και νωρίτερα, αν συμπεριλάβουμε την αντίθεσή της στις κόκκινες ζώνες στην περιοχή του Μπέργκαμο, είναι περήφανη γι’ αυτό.
Αντίθετα, προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι ορισμένοι σύντροφοι είναι ερωτευμένοι με το ‘green pass’ και ότι χαίρονται με την ιδέα ότι οι εργαζόμενοι θα χάσουν τους μισθούς τους – και ενδεχομένως τις δουλειές τους, αν όχι σε ορισμένες περιπτώσεις και τις άδειες παραμονής τους.
Το να καταφέρεις να εγκλωβιστείς τόσο πολύ ώστε να μην εναντιωθείς σε αυτήν την βαρβαρότητα, ήταν μια άσκηση που απαιτούσε αρκετή προσπάθεια. Έχουν περάσει ανεπιστρεπτί οι μέρες που ήταν δυνατόν να κατηγορούνται οι “aperturisti” [υποστηρικτές του ανοιχτού τουρισμού] και οι “no vax” [‘αντιεμβολιαστές’] ότι “σκέφτονται μόνο τα απεριτίφ” ή να υποβαθμίζεται το θέμα επειδή “το πολύ-πολύ να μην πάνε στον κινηματογράφο ή σε εστιατόριο”. Θα μπορούσε κανείς να συνεχίσει να έχει αυτή τη θέση, αλλά τουλάχιστον να αντιτίθεται στη χρήση του δελτίου ως δεύτερου πιστοποιητικού ικανότητας για εργασία.
Σε αυτό το σημείο – μια προσωπική και απολύτως συζητήσιμη άποψη, ίσως και αφελής – το πρόβλημα δεν είναι καν πολιτικό αλλά ψυχολογικό: μου φαίνεται ότι πολλοί άνθρωποι είναι πλέον ανίκανοι ή εντελώς απρόθυμοι να αλλάξουν γνώμη ή απλώς να πλαισιώσουν καταστάσεις πέρα από μια δυαδική λογική μαύρο/άσπρο, καλό/κακό, δηλαδή αυτή που διαμορφώνεται από την κυρίαρχη πληροφόρηση (βλ. σημείο 6). Θυμίζει πολύ την τρίτη τάξη του λυκείου, όταν στο σχολείο ήξερες ποιος ήταν ο αντίπαλός σου, και ακόμη και αν τύχαινε να πει κάτι με το οποίο έτεινες να συμφωνείς, απλά εναντιωνόσουν υποθετικά, αντί να προσπαθείς να εκφράσεις τα αιτήματά του με διαφορετικούς και καλύτερους τρόπους.
Αυτό είναι ένα πρόβλημα που υπερβαίνει σαφώς το εμβόλιο, το ‘green pass’ κ.λπ. Πρόκειται πραγματικά για ένα πρόβλημα δημοκρατίας και δημόσιου διαλόγου. Καθώς κινούμαστε όλο και περισσότερο προς την κατεύθυνση μιας τεχνοκρατικής μεταδημοκρατίας, όπου ακόμη και το κοινοβούλιο στερείται εξουσίας και η κυβέρνηση των τεχνοκρατών αποφασίζει για τα πάντα, οι λαϊκές συνελεύσεις ή άλλες μορφές ευρείας συμμετοχής θα ήταν πιο αναγκαίες από ποτέ, για να αποφευχθεί η παγίωση θέσεων και η δυνατότητα -γιατί όχι- να λέμε κάθε τόσο: “Θεέ μου, μπορεί πράγματι να αλλάξω γνώμη σε κάποια λεπτομέρεια”.
Το γεγονός ότι οι Ιταλοί είναι απογοητευμένοι από την άρχουσα τάξη και την τρέχουσα πολιτική διαμάχη είναι σαφές ακόμη και σε ένα οκτάχρονο παιδί: μόνο το PD [Partito Democratico, κέντρο-αριστερό κόμμα, συνέχεια του συνασπισμού της ‘Ελιάς’] μπορεί πραγματικά να πιστεύει ότι οι εκλογές στις αρχές Οκτωβρίου -με περισσότερους από τους μισούς από όσους έχουν δικαίωμα ψήφου να μένουν στο σπίτι- αποτελούν θρίαμβο του προοδευτισμού και ήττα της αντιπολιτικής και του λαϊκισμού.
3. Σαββατιάτικες διαδηλώσεις στις πλατείες: ένα νέο κοινωνικό κίνημα;
Σημ.: Βλ. και Η αστυνομικός που προκάλεσε ‘‘έκρηξη’’ ενθουσιασμού στη μεγάλη διαδήλωση της Ρώμης
Δεν φαίνεται απίθανο να υποθέσουμε ότι πολλοί από όσους δεν πάνε να ψηφίσουν, συμμετείχαν και συμμετέχουν στις διαδηλώσεις στις πλατείες τις τελευταίες εβδομάδες. Η δεύτερη κοινοτοπία του άρθρου, μετά την αντιφασιστική του τοποθέτηση: δεν συμμετέχεις στην πολιτική μόνο πηγαίνοντας στις κάλπες, το κάνεις και με άλλους τρόπους, ξεκινώντας από τις διαδηλώσεις στους δρόμους. Ελπίζω να συμφωνούμε όλοι σε αυτό και, παρεμπιπτόντως, επωφελούμαι της ευκαιρίας να εκφράσω την αλληλεγγύη μου σε όσους συνελήφθησαν το προηγούμενο Σάββατο στο Μιλάνο, κατά την διάρκεια μιας πορείας κατά του ‘green pass’ που δεν είχε καμία σχέση με την ακροδεξιά. Αν είναι σημαντικό να επιβεβαιωθεί ο αντιφασισμός, εξίσου σημαντικό πρέπει να επιβεβαιωθεί το δικαίωμα στη διαμαρτυρία και τη διαφωνία, καθώς και η αντίθεση στον αυταρχισμό.
Πρόσφατα έτυχε να συζητήσω σε κάποια ακαδημαϊκά συνέδρια -όπου, πρέπει να αναγνωριστεί, προς το παρόν είμαστε σε θέση να μιλήσουμε για το θέμα με πολιτισμένο και εποικοδομητικό τρόπο- αν αυτό το “no-vax” / “no green pass” είναι ένα κοινωνικό κίνημα ή όχι. Πέρα από την ακαδημαϊκή συζήτηση, το ζήτημα μου φαίνεται επίσης κεντρικό από πολιτική άποψη. Σίγουρα, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με εντελώς νέες μορφές συμμετοχής και σύγκρουσης, και ακόμη πιο νέες συμμαχίες – ή τουλάχιστον συνυπάρξεις. Αν με τον όρο κοινωνικό κίνημα εννοούμε κάτι που προϋποθέτει μια επακριβή συλλογική ταυτότητα, καθορισμένες κοινωνικοπολιτισμικές αναφορές, μια σαφή τοποθέτηση στον άξονα δεξιά/αριστερά και ένα σύνολο κοινών πρακτικών, είναι σαφές ότι αυτό δεν ισχύει.
Ίσως το πιο παρόμοιο φαινόμενο, αν και με σημαντικές διαφορές, εντοπίζεται στην περίοδο κατά την οποία εμφανίστηκαν τα λεγόμενα “νέα κοινωνικά κινήματα” στις δεκαετίες 1960-1970: πρώιμος οικολογισμός, καταναλωτισμός, νεανική αντικουλτούρα. Ακόμα και αυτά τα φαινόμενα, όπως οι σημερινές πλατείες, αρχικά απορρίφθηκαν ως ιδιοτροπίες των μεσαίων τάξεων, σε αντίθεση με τους αγώνες των εργαζομένων: σίγουρα οι μεσαίες τάξεις υπήρχαν τότε όπως και τώρα, αλλά το ρήγμα εμφανίζεται εγκάρσιο, σχετιζόμενο μόνο εν μέρει με την ταξική ταυτότητα.
Επιπλέον, είναι δύσκολο να μιλήσουμε για ένα εθνικό κίνημα, δεδομένης της διαφορετικής σύνθεσης των διαφόρων πλατειών, η οποία συχνά αντικατοπτρίζει την ενιαία δομή του κινήματος σε επίπεδο πόλης: δεν είναι τυχαίο ότι στο Μιλάνο και το Τορίνο οι πλατείες είναι σχετικά πιο “αριστερές”, ενώ στη Ρώμη “δεξιές”. Αυτό οδηγεί σε μια ένσταση κατ’ αρχήν σωστή, αλλά πιο έγκυρη αν απευθύνεται στις μαχητικές ομάδες της Αριστεράς κατά του ‘green pass’ παρά αν απευθύνεται στον όποιο κ. Τζίνο ή στην κ. Μαρία: ότι δηλαδή δεν πρέπει να βρίσκεστε στην πλατεία με τους φασίστες.
Πέρα από τις ιστορικές-κοινωνιολογικές αναπαραστάσεις, υπάρχει ένα γεγονός: αυτοί οι άνθρωποι υπάρχουν και είναι αρκετά διαφορετικοί. Μόνο όσοι σύντροφοι επί δεκαετίες δεν έχουν βγει από την αυλή τους -είτε πρόκειται για τα κεντρικά γραφεία ενός αριστερού μίνι κόμματος, ενός αυτοαναφορικού κοινωνικού κέντρου ή κάποιας άλλης υπόγειας αριστερής λέσχης- μπορούν σοβαρά να πειστούν ότι πρόκειται αποκλειστικά, ή έστω κυρίως, για ένα μείγμα φασιστών και κακών Μιλανέζων. Πρόκειται για μια πεποίθηση που πολύ συχνά δεν οφείλεται σε κακή πίστη, αλλά ακριβώς στην έλλειψη εξοικείωσης με τον έξω κόσμο. Οι κοινωνικές φούσκες δεν υπάρχουν μόνο στο Twitter ή μεταξύ των συνωμοσιολόγων: γι’ αυτό και δεν τους κατηγορώ.
Απλά το γεγονός της πραγματικότητας – κάτι που είναι γνωστό σε όσους επισκέπτονται αυτό το ιστολόγιο, αλλά και γενικότερα σε όσους έχουν δει κάποιες από αυτές τις πλατείες ή σε όσους απλά έχουν μια ελάχιστη επαφή με το τι συμβαίνει έξω από την αυλή τους – είναι ότι ανάμεσα στους λεγόμενους “no-vax” / “no-green pass” υπάρχουν πολλοί “φυσιολογικοί άνθρωποι” και επίσης αρκετοί σύντροφοι με διαφορετικό υπόβαθρο, από τον αναρχισμό, τον κόσμο των οικοχωριών, την εναλλακτική ιατρική, τον εθελοντισμό ή ακόμα και την αντιαποικιακή σκέψη. Άνθρωποι, επιπλέον, που δεν ανταποκρίνονται καθόλου στην αφήγηση που τους θέλει εγωιστές και να σκέφτονται μόνο τον εαυτό τους. Θα ήταν προφανώς απλούστερο αν συνέβαινε αυτό, αλλά δεν συμβαίνει. Το να πιστεύει κανείς ότι είναι περισσότερο εχθροί από τον Ντράγκι ή τον Μπρουνέτα, μόνο και μόνο επειδή κάποια στιγμή τα χαρτιά στο τραπέζι φαίνεται να πηγαίνουν προς αυτή την κατεύθυνση, είναι μια απόφαση που πρέπει πραγματικά να ληφθεί με το χέρι στην καρδιά.
4. Αντίσταση και “κόκκινο πλυντήριο” (“red-washing”)
Εν τω μεταξύ, τις τελευταίες ημέρες, μια ρητορική βασισμένη στην Αντίσταση έχει κάνει την εμφάνισή της, η οποία, το λέω με μεγάλο σεβασμό για όσους την έκαναν δική τους, είναι μάλλον αυτοαναφορική. Το γεγονός του Σαββάτου είναι σοβαρό, αλλά επί της ουσίας πρόκειται για ανθρώπους που μπόρεσαν να χρησιμοποιήσουν την ευκαιρία μιας πλατείας για να κάνουν ένα πραξικόπημα και οι οποίοι – όπως συνέβη για την επίθεση στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου 2020 – έδρασαν με την ουσιαστική έγκριση της αστυνομίας. Αυτό είναι που πρέπει να σκεφτούμε. Θα μπορούσαν να επιχειρήσουν να εισβάλουν σε κυβερνητικά κτίρια ή στα κεντρικά γραφεία της Confindustria και αντ’ αυτού, ιδού, εισέβαλαν στα κεντρικά γραφεία ενός συνδικάτου. Αλλά από την άλλη πλευρά, είναι φασίστες και αυτή η επίθεση έχει συμβολική αξία.
Η επανάληψη των αξιών της Αντίστασης, καθώς και το να επαναλαμβάνεται ότι οι φασίστες είναι αηδιαστικοί, είναι πάντα καλό πράγμα, αλλά ειλικρινά, και με όλο το σεβασμό, συμβαίνει να διαβάζεις πράγματα γραμμένα από συντρόφους που μοιάζουν να βγαίνουν από το στόμα του εφημέριου ή του Προέδρου της Δημοκρατίας. Αυτό, εκτός από τα στερεότυπα, εγκυμονεί τον κίνδυνο να καίμε τα χλωρά μαζί με τα ξερά σε μια εποχή που ίσως δεν θα ήταν σκόπιμο.
Όταν μιλάω για “κόκκινο πλυντήριο” (‘red-washing’), αναφέρομαι στην προσπάθεια να αποκατασταθεί η βιτρίνα ορισμένων δομών -όχι μόνο ορισμένων συνδικάτων, αλλά και μιας ορισμένης “αριστεράς” που στην πραγματικότητα κυβερνά εδώ και χρόνια με την Λέγκα και αυταρχικούς τεχνοκράτες- μέσω της χρήσης συμβολικών επιχειρημάτων που παραπέμπουν σε ένα αόριστα “συντροφικό” παρελθόν. Αυτό, για παράδειγμα, οδηγεί στη μετατροπή της άνανδρης φασιστικής επίθεσης του περασμένου Σαββάτου σε μέγα θέμα της “αριστεράς” ως εκπροσώπου του ‘υγιούς’ τμήματος της χώρας.
Παρουσιάζοντας έναν ορισμένο χώρο ως τη σωστή πλευρά της ιστορίας, η ανάκτηση ορισμένων συμβόλων συνοδεύεται από ουσιαστική υποστήριξη των πολιτικών της νεοφιλελεύθερης διακυβέρνησης. Η δυναμική είναι όντως παρόμοια με εκείνη του πράσινου πλυντηρίου’ (‘greenwashing’): για να αντιταχθεί κανείς στους αρνητές του κλίματος, αγκαλιάζει αναπτυξιακές, τεχνολογικές, αγοραίες λύσεις, αλλά προφανώς παραπέμπει στον κόσμο των καλών παιδιών. Για άλλη μια φορά η δυαδική λογική επιβάλλεται, σε μια προσπάθεια να εκδιωχθούν οι επιλογές της ριζοσπαστικής αντίθεσης στο κυρίαρχο μοντέλο.
Με αυτόν τον τρόπο ακόμη και τα συνδικάτα, ακόμη και ένα ορισμένο τμήμα της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, μπορούν να γίνουν πιόνια στην οικουμενική συμμαχία του Ντράγκι.
5. Για να αναγνωριστεί ο εχθρός, πρέπει να αποκατασταθεί η αίσθηση των προτεραιοτήτων και των αναλογιών.
Είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς τι θα συμβεί βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα, αλλά δεν θα ήταν έκπληξη να δούμε μια περαιτέρω κλιμάκωση του τόνου και της αντιπαράθεσης. Προφανώς, σε μια τέτοια κατάσταση, θα ήταν απαραίτητο ο πρωθυπουργός να απολαμβάνει ευρείας συναίνεσης και ακόμη περισσότερο να επιβεβαιώσει το προφίλ του ως καλός πατέρας, χρησιμοποιώντας τη γνωστή στάση του ως Μαριαντονέτα.
Είναι πραγματικά απίστευτο το γεγονός ότι ο Ντράγκι μπορεί να είναι εχθρός από την άποψη της οικονομικής πολιτικής, αλλά ταυτόχρονα και κάποιος που θέλει το καλύτερο για εμάς. Ο Μάριο Ντράγκι εξακολουθεί να είναι ο άνθρωπος που οδήγησε εκατομμύρια ελληνικές οικογένειες στη φτώχεια στο όνομα της λιτότητας και που δεν χάνει ευκαιρία να λέει ότι το πράσινο πάσο “κρατάει τις επιχειρήσεις ανοιχτές”. Η παραδοχή ότι Ντράγκι = καλός, ενάντιος σε κάθε χριστιανό που για διάφορους λόγους -ιατρικούς, πολιτικούς, πολιτισμικούς, φοβικούς- δεν εμβολιάζεται = κακός, θα πρέπει να συζητηθεί ξανά σε μερικά χρόνια, όταν αυτή η δύσκολη κατάσταση τελειώσει, ελπίζω σύντομα και με σχετικά “ανώδυνο” τρόπο.
6. «Το διάβασα στη Repubblica»
Τέλος, όπως έλεγα, υπάρχει το ζήτημα των μέσων ενημέρωσης, στο οποίο δεν θα σταθώ πολύ, αφού έχω γράψει εδώ και εδώ πράγματα που είναι λίγο πιο δομημένα. Ωστόσο, καθαρά από όλα τα παραπάνω, και μιλώντας από την “προνομιακή” θέση κάποιου που δεν χάνει τη δουλειά του και, κυρίως, δεν είχε κανένα ιδιαίτερο πρόβλημα που να σχετίζεται με τον Covid – άλλη μια κοινοτοπία την οποία, ωστόσο, είναι πάντα καλύτερα να επισημαίνεται! – μου φαίνεται ότι το κύριο πρόβλημα που προκάλεσαν αυτά τα δύο χρόνια πανδημίας, είναι η σχεδόν ολοκληρωτική εξαφάνιση της κριτικής προσέγγισης της κυρίαρχης πληροφόρησης. Η μάχη δίνεται (σχεδόν) πάντα με βάση τον ορισμό της πραγματικότητας που προσφέρουν οι “επίσημες” πηγές.
Η αντισυστημική υπόθεση βασιζόταν επίσης, θα έλεγα πάνω απ’ όλα, στην αμφισβήτηση του καθεστώτος αλήθειας του λεγόμενου “καθεστωτικού τύπου”. Αν επανεξετάζαμε σοβαρά τις αφηγήσεις των διαδηλώσεων του 2001 -όχι μόνο της Γένοβας, αλλά και των αμέσως προηγούμενων- θα λέγαμε δικαίως ότι ήταν αφηγήσεις κριτικές προς½ την εξουσία. Είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς γιατί αυτό να μην ισχύει είκοσι χρόνια αργότερα. Σίγουρα τα ζητήματα σε εκείνο το χώρο ήταν διαφορετικά – μαύρα μπλοκ εναντίον φασιστών, αριστεροί αντι-παγκοσμιοποιητές εναντίον μεσαίας τάξης/κοινών ανθρώπων – αλλά η κατεύθυνση φαίνεται να είναι πολύ παρόμοια. Η Γένοβα είναι ένα σύμβολο, αλλά το ίδιο θα μπορούσε να ειπωθεί και για άλλες διαδηλώσεις των τελευταίων ετών, από εκείνες κατά των έργων μεγάλης κλίμακας μέχρι εκείνες κατά της Έκθεσης, που πέρασαν μέσα από το φοιτητικό κύμα.
Στην πραγματικότητα, η συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων που βρίσκονταν στην Piazza del Popolo το περασμένο Σάββατο επιτέθηκαν και απωθήθηκαν με οχήματα (σας θυμίζει κάτι;), και δεν συμμετείχαν καθόλου στην επίθεση κατά της CGIL. Ωστόσο, η αφήγηση είναι ότι όλοι αυτοί είναι αντίπαλοι της δημοκρατίας, αδαείς, εγωιστές, εχθροί της προόδου.
Η ιδέα ότι κάποιοι σύντροφοι θεωρούν αυτόν τον τελευταίο προβληματισμό για το ρόλο των μέσων ενημέρωσης ως “συνωμοσιολογικό παραλήρημα” με σοκάρει, αλλά σηματοδοτεί το αποτέλεσμα μιας από τις μεγάλες νίκες που πέτυχε ο νεοφιλελευθερισμός τα τελευταία χρόνια.
* Ο Niccolò Bertuzzi είναι διδάκτωρ εφαρμοσμένης κοινωνιολογίας και μεθοδολογίας της κοινωνικής έρευνας (Πανεπιστήμιο Milano Bicocca). Έχει εργαστεί και διδάξει σε πολλά πανεπιστήμια και έχει δημοσιεύσεις σε πολλά διεθνή περιοδικά, όπως: American Behavioral Scientist, International Journal of Sociology and Social Policy, Social Movement Studies, Journal of Consumer Culture, European Journal of Cultural and Political Sociology. Μεταξύ των κύριων ερευνητικών του ενδιαφερόντων: συλλογικές κινητοποιήσεις, κοινωνιολογία της κατανάλωσης, πολιτική οικολογία, κλιματική δικαιοσύνη. Σήμερα είναι ερευνητής πολιτικής κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Τρέντο.
Αφήστε ένα σχόλιο