Απορώ με το πως ακόμη διάφοροι ασχολούνται με τον αριθμό των κρουσμάτων και τον αριθμό των τεστ που δίνει καθημερινά ο ΕΟΔΥ και προσπαθούν να βγάλουν συμπεράσματα, όπως πχ τον δείκτη θετικότητας, και την από ημέρα σε ημέρα διακύμανσή του.
Η διακύμανση αυτή του ποσοστού των ημερήσιων περιστατικών σε σχέση με τον αριθμό των διενεργούμενων τεστ είναι απόρροια της παντελούς έλλειψης επιδημιολογικής επιτήρησης και των εντελώς τυφλών δειγματοληψιών που γίνονται.
Όλοι γνωρίζουμε, ότι τα πραγματικά ημερήσια περιστατικά είναι πολλές φορές περισσότερα από αυτά που ανιχνεύονται με τον τρόπο που γίνονται οι έλεγχοι. Μια μέτρια εκτίμηση ανεβάζει τον αριθμό των πραγματικών μολύνσεων στην Ελλάδα δέκα φορές πάνω από τις επίσημες καταγραφές.
Η προσεκτική παρατήρηση και μελέτη των δεδομένων από την έναρξη του πανδημικού φαινομένου αναδεικνύει, ότι τα πραγματικά περιστατικά μολύνσεων από κορωναϊό στη χώρα μας ανέρχονται από 1,5 εκατομμύριο κατ’ ελάχιστον έως και 2,5 εκατομμύρια, ίσως και παραπάνω, με τα ενεργά περιστατικά καθημερινά να είναι πολλαπλάσια αυτών που ανακοινώνονται, με την μεγίστη πλειονότητα αυτών να μένει απαρατήρητη και «αχαρτογράφητη».
Έτσι, είναι λογικό όσο λιγότερα είναι τα τεστ, τόσο να αυξάνει το ποσοστό θετικότητας, αφού οι άνθρωποι που ελέγχονται έχουν σοβαρούς λόγους να ελεγχθούν (συμπτώματα της νόσου κτλ) και όσα περισσότερα τα τεστ τόσο να μειώνεται, μολονότι «ανακαλύπτονται» αναλογικά περισσότερα περιστατικά σε απόλυτους αριθμούς.
Στην πραγματικότητα εκεί έξω η επιδημία ακολουθεί τους δικούς της ρυθμούς και ούτε καν την κορυφή του παγόβουνου δεν μπορούμε να δούμε με τον τρόπο που γίνεται η ανίχνευση.
Ένα στοιχείο που μπορεί να μας χρησιμεύσει για να δούμε τις τάσεις (μόνον) εξέλιξης του φαινομένου, δηλαδή εάν ενισχύεται, ή αποδυναμώνεται, είναι ο αριθμός των εισαγωγών στα νοσοκομεία. Πράγματι την 4η εβδομάδα του έτους είχαμε 977 εισαγωγές, την 5η εβδομάδα 1.290 και τέλος την 6η εβδομάδα από 8-14 Φεβρουαρίου 1.583 εισαγωγές. Τέλος, την έβδομη εβδομάδα από την 15η έως την 21η Φεβρουαρίου είχαμε 1.629 εισαγωγές. Υπάρχει σαφής αυξητική τάση. Ωστόσο ο ρυθμός αύξησης βαίνει ελαφρά μειούμενος.
Άλλο ένα δεδομένο που μας δίνει την τάση είναι οι εισαγωγές στις ΜΕΘ. Με βάση τα στοιχεία που διαθέτουμε από το ECDC μέχρι το τέλος της 6ης εβδομάδας του 2021, δηλαδή μέχρι και τις 14 Φεβρουαρίου, δείχνουν πράγματι μια αύξηση από 67 εισαγωγές την εβδομάδα 25 Ιανουαρίου μέχρι τις 31, στις 111 εισαγωγές την 5η εβδομάδα του έτους από 1η έως 7 Φεβρουαρίου και στη συνέχεια περαιτέρω αύξηση στις 154 εισαγωγές από τις 8 μέχρι τις 14 Φεβρουαρίου.
Η ίδια τάση αύξησης του επιδημικού φόρτου φαίνεται και από τις διασωληνώσεις, οι οποίες από 244 στις 2 Φεβρουαρίου ανήλθαν χθες στις 379.
Λογικά αναμένουμε προσεχώς και αύξηση του αριθμού των ημερήσιων θανάτων….
Η επιδημία αποδεικνύεται ως πολλαπλά χαμηλότερης επικινδυνότητας….
Παρ’ όλα αυτά τα νέα είναι ευχάριστα όσον αφορά στην θνητότητα της νόσου, μολονότι παραμένει υπερδιπλάσια σε ποσοστό από τον διεθνή μέσον όρο.
Εάν θεωρήσουμε, ότι χονδρικά η ηλικιακή κατανομή των περιστατικών είναι αντίστοιχη των καταγραφών του ΕΟΔΥ και θεωρώντας πραγματικούς όλους τους θανάτους που αποδίδονται στον covid, τότε η θνητότητα ανά ηλικιακή κατανομή έχει ως ακολούθως:
Για την ηλικιακή ομάδα από 0 έως 24 ετών 0,00031%, δηλαδή 1 θάνατος στα 320.000 περιστατικά μολύνσεων. Ακόμη και το CFR εδώ είναι εξαιρετικά χαμηλό -μόλις 0,0031%. Οι σοβαρές παρενέργειες ακόμη και οι θάνατοι από τους επιβαλλόμενους εμβολιασμούς, σε αυτήν την ηλικιακή κατηγορία, ίσως να αποδειχθούν περισσότεροι.
Για την ηλικιακή ομάδα από 24 έως 40 ετών η θνητότητα φτάνει το 0,0103%, δηλαδή ένας θάνατος ανά 9.679 μολυνθέντες -πολλοί λιγότεροι από μιας μέτριας έντασης επιδημίας γρίπης. Κι εδώ η στάθμιση κόστους οφέλους από το εμβόλιο γέρνει αρκετά υπέρ του κόστους από αυτό και συνεπώς θα πρέπει να αποφευχθεί, πολύ περισσότερο αφού η αποτελεσματικότητά του είναι σχετικά αμφιλεγόμενη, ενώ οι ενδεχόμενες μεσομακροπρόθεσμες επιπτώσεις παραμένουν άγνωστες.
Για τους από 40 έως 64 ετών αντίστοιχα έχουμε θνητότητα 0,12166%, ήτοι 1 θάνατος ανά 822 που προσβλήθηκαν από τον ιό. Σε αυτήν την ομάδα υπάρχει ισορροπία μεταξύ κόστους και οφέλους από το εμβόλιο, στο μέτρο που είναι στοιχειωδώς αποτελεσματικό, με τις μεσομακροπρόθεσμες πιθανές παρενέργειες να μην έχουν αποκλεισθεί και για το λόγο αυτόν να πρέπει να λαμβάνονται υπ’ όψιν στην τελική απόφαση που δεν μπορεί παρά να είναι καθαρά ατομική και απολύτως ελεύθερη.
Τέλος, για τις μεγαλύτερες ηλικίες πέραν των 65 ετών η θνητότητα «σκαρφαλώνει» ψηλά και φτάνει το 1,75427%! Δηλαδή, μόνον σε αυτήν την ηλικιακή κατηγορία στην Ελλάδα πεθαίνει περίπου 1 στους 57 μολυνθέντες από τον κορωναϊό. Αυτό πράγματι αποτελεί υψηλό ποσοστό και κριτήριο μεγάλης ανησυχίας, αποδεικνύοντας την εκθετική αύξηση του κινδύνου από χαμηλότερη ηλικιακή ομάδα σε υψηλότερη, ανεβάζοντας μάλιστα τη μέση θνητότητα του κορωναϊού στην Ελλάδα στο 0,35%. Δείχνει όμως και που θα έπρεπε να επικεντρωθεί η προσοχή και η προστασία, έναντι των οριζόντιων και καταστροφικών μέτρων για το σύνολο της κοινωνίας. Εδώ ο εμβολιασμός κρίνεται μάλλον απαραίτητος -στον βαθμό πάντα που αποδειχθεί αποτελεσματικός.
Η θνησιμότητα όμως, χρονικά προσδιοριζόμενη στο ένα έτος από την έναρξη της επιδημίας φτάνει στο 0,062%, όταν η συνολική θνησιμότητα από κάθε αιτία προσεγγίζει το 1,25%.
Στην πραγματικότητα τα ποσοστά αυτά θνητότητας και θνησιμότητας εξ αιτίας της ίωσης αυτής είναι πολύ χαμηλότερα, καθιστώντας την επιδημία ακόμα λιγότερο επικίνδυνη και τους εμβολιασμούς ακόμη λιγότερο αναγκαίους, ακόμη και για τις μεγαλύτερες ηλικίες, και όχι μόνον διότι ενδεχομένως τα πραγματικά περιστατικά μολύνσεων να είναι πολύ περισσότερα, μολονότι πολλοί έχουν πέσει στην παγίδα να ασχολούνται με τον αριθμό των τεστ και την αξιοπιστία του PCR, αποπροσανατολίζοντας τον εαυτόν τους. Αλλά διότι:
- Δεν γνωρίζουμε τα ποσοστά των θανάτων ΑΠΟ covid και αυτά ΜΕ covid. Βάζοντας όλους στο ίδιο τσουβάλι μόνον σύγχυση δημιουργείται και αποπροσανατολισμός ακόμη και της ίδιας της επιστημονικής κοινότητας υποβιβάζοντας δραματικά την ποιότητα των προσφερομένων στοιχείων.
- Με -κατά ΕΟΔΥ- διάμεση ηλικία θανόντων τα 79 έτη, δηλαδή πολύ κοντά στο προσδόκιμο επιβίωσης, δεν γνωρίζουμε την πραγματική εικόνα της υγείας των θανόντων προ του covid και την αντικειμενική δυνατότητα μακροπρόθεσμης επιβίωσής τους, χωρίς την επαφή τους με τον ιό. Βεβαίως κάθε ζωή μετράει, αρκεί η αναφορά να μην υποκρύπτει υποκρισία. Η αναφορά απλά σε ύπαρξη υποκείμενων νοσημάτων δεν δίνει επαρκή και σωστή πληροφορία. Η ποιότητα και η βαρύτητα των συνοσηροτήτων αυτών παίζει ιδιαίτερο ρόλο. Έτσι, για πολλούς από τους υπερήλικες -κυρίως από δομές, όπως τα γηροκομεία-, ο covid ίσως να υπήρξε η αφορμή για την επιτάχυνση μιας διαδικασίας που θα οδηγούσε στον θάνατο, έτσι κι αλλιώς και μάλιστα πολύ σύντομα, και όχι το πραγματικό αίτιό του.
- Θάνατοι που οφείλονται σε ανθρωπογενή (και ιατρογενή) αίτια, λόγω έλλειψης επαρκών μέσων και προσωπικού, έλλειψης εμπειρίας, απώλειας ψυχραιμίας στην αντιμετώπιση βαρέων περιστατικών, φόρτου των νοσοκομειακών μονάδων, απουσίας θεραπευτικών σχημάτων πριν την επιβάρυνση του ασθενούς, όπως πχ τα μονοκλωνικά αντισώματα κτλ, πλήρους απουσίας παθολογοανατομικών νεκροτομών, που θα έδιναν πληθώρα πολύτιμων στοιχείων για την εξέλιξη της νόσου και άρα για τον τρόπο αντιμετώπισής της.
- Θάνατοι που οφείλονται σε ενδονοσοκομειακές βακτηριδιακού τύπου λοιμώξεις, οι οποίες, είναι παλαιόθεν γνωστό, ότι «θερίζουν» στα ελληνικά νοσοκομεία.
Όλα αυτά τα στοιχεία και άλλα πολλά, τα οποία λείπουν, μαζί με το γεγονός ότι περίπου το 80% των θανάτων συνέβησαν εκτός μονάδων ΜΕΘ και άγνωστο πως και που, δημιουργούν τη βάσιμη υπόθεση και την τεκμηριώνουν σε μεγάλο βαθμό, ότι οι αποδιδόμενοι θάνατοι στον covid είναι πολύ λιγότεροι από αυτούς που επίσημα εμφανίζονται.
Τα πολύτιμα αυτά στοιχεία είτε αποκρύπτονται επιμελώς, είτε, ούτε καν καταγράφονται, και το ερώτημα είναι γιατί συμβαίνει αυτό, πέραν των ευθυνών -ακόμη και ποινικών- αυτών που διαχειρίζονται αυτά τα στοιχεία και παίρνουν τις αποφάσεις. Οι οποίοι φαίνεται να επιδίδονται σε μια άνευ προηγουμένου σαδιστική διαστροφή, να ηδονίζονται στην ιδέα και μόνον ότι έχουν ακόμη και δικαίωμα ζωής ή θανάτου επί των κεφαλών όλων μας.
Η σκοπιμότητα πίσω από την διαστροφή και την ανικανότητα
Η καταφανής αυτή σπουδή, της κυβέρνησης και των διορισμένων από την ίδια μελών της επιτροπής «ειδικών», καθώς και των εξωνημένων ΜΜΕ, πέραν της διαστροφής, να παρουσιάζουν όσο το δυνατόν τρομακτικότερη την εικόνα της επιδημίας, αναδεικνύοντας μερικά «pixels» αυτής που αφορούν στο εσωτερικό των εντατικών, μαζί με το όσο το δυνατόν περισσότερους θανάτους, ως τη μεγάλη εικόνα επισκιάζοντας την πραγματική, υποκρύπτουν και άλλου τύπου «αδιαφανείς» πολιτικές σκοπιμότητες.
Ωστόσο αυτή η σπουδή και η υπερπροσπάθεια στο όνομα δήθεν της δημόσιας υγείας, έρχεται να επιβεβαιώσει, ότι έχουμε περάσει σε ένα ανώτερο στάδιο του κυβερνητικού αυταρχισμού και της αυθαιρεσίας.
Σε αυτό της απροκάλυπτης κρατικής τρομοκρατίας με μεθόδους υβριδικού πολέμου. Ενός πολέμου που έχει ξεσπάσει σε μια σειρά δυτικών χωρών κυρίως της Ε.Ε., αλλά που στη χώρα μας λαμβάνει υπερμεγέθεις διαστάσεις, εξ αιτίας και της ποιότητας και του τυχοδιωκτικού χαρακτήρα του επίσημου πολιτικού της προσωπικού ανήκοντος στο λεγόμενο «συνταγματικό τόξο». Ενός καθαρά ψυχολογικού πολέμου σε βάρος ολόκληρης της κοινωνίας. Και οι θάνατοι -σκόπιμοι πια, σχεδόν επιδιωκόμενοι- αποτελούν εργαλείο αυτού του πολέμου.
Με τις υποθέσεις, πέραν του covid, της αστυνομίας στα πανεπιστήμια, του Λιγνάδη και του Κουφοντίνα που τον επιδιώκουν πάση θυσία νεκρό, τόσο διαφορετικές μεταξύ τους και φαινομενικά ασύνδετες, να έρχονται όχι μόνον ως μέσον αποπροσανατολισμού, αλλά και ως άλλοθι αυτής της κρατικής τρομοκρατίας, μοχλεύοντας τα πιο ταπεινά -σχεδόν ανθρωποφαγικά- ένστικτα κάθε υποχείριου υπήκοου.
Μιας τρομοκρατίας με τελική στόχευση την ολοκληρωτική παράλυση του λαϊκού παράγοντα για την τελική διευθέτηση του γεωπολιτικού ζητήματος με την ολοκληρωτική επίσης παράδοση της ηπειρωτικής χώρας στου ξένους δανειστές μέσω του νέου τερατώδους μνημονίου που επίκειται, και της πέραν του 25ου μεσημβρινού νησιωτικής Ελλάδας, της Κύπρου και της Θράκης στην Τουρκία του Ερντογάν, με τον οποίον η εγχώρια φασίζουσα ελίτ συνδιαλέγεται και διαπλέκεται, ενώ η παράδοση ελληνικού εθνικού χώρου αποτελεί το «γλυκαντικό» για την παράταση παραμονής της Τουρκίας στο ρόλο του μαντρόσκυλου της Δύσης στην Ευρασία.
28/2/2021
Όθωνας Κουμαρέλλας.
Πηγή: Αιρετικές Ιδέες
Αφήστε ένα σχόλιο