Του Δημήτρη Καζάκη
Τούτη η ξυλογραφία του Βασιλείου με τα λόγια του Σικελιανού τυπώθηκε παράνομα και κυκλοφόρησε χέρι-χέρι το Πάσχα του 1943. Ήταν σημαδιακή χρονιά το 1943. Ο λαός μας άρχισε να πιστεύει ότι η “νέα κανονικότητα” της ναζιστικής κατοχής έχει φάει τα ψωμιά της. Κι έτσι άρχισε να οργανώνεται μαζικά στις οργανώσεις εθνικής αντίστασης. Πρώτα και κύρια στο ΕΑΜ.
Ήταν η χρονιά που όλες οι οργανώσεις αντίστασης με πρώτη και κύρια το ΕΑΜ, έπαψαν να είναι για λίγους ασυμβίβαστους αγωνιστές κι άρχισαν να γίνονται υπόθεση οργανωμένων μαζών. Ήταν η χρονιά που βρόντηξε το αντάρτικο ντουφέκι στα ελληνικά βουνά, όσο ποτέ πριν. Η Ελεύθερη Ελλάδα στα άπαρτα βουνά της Ρούμελης, της Θεσσαλίας και της Ηπείρου, άρχισε να παίρνει σάρκα και οστά.
Η χρονιά λοιπόν εκείνη, το 1943, για τους μαχόμενους Έλληνες, ήταν ξεχωριστή. Κι έτσι η Ανάσταση, το Πάσχα εκείνο, πήρε τις αναγκαίες διαστάσεις της παλλαϊκότητας, που απαιτούσε ένας αληθινός αγώνας για την λευτεριά της πατρίδας, για την αναγέννηση της Ελλάδας, όπου ο λαός κι όχι οι ποικιλόμορφοι δυνάστες του θα γινόταν επιτέλους αφέντης στον τόπο του.
Στη δεκαετία του ’80 ένας παλιός αντάρτης, απ’ εκείνους που πλήρωσαν το αίμα που έχυσε για την λευτεριά της πατρίδας με 3 δεκαετίες φυλακές κι εξορίες, μας διηγούνταν ότι την χρονιά εκείνη κατάλαβε για πρώτη φορά τη βαθύτερη σημασία της Ανάστασης. Κι από τότε, κάθε χρονιά, όπου κι αν βρισκόταν αυτός και οι σύντροφοί του, γιόρταζαν τη Λαμπρή – την πιο περίλαμπρη γιορτή της Ρωμιοσύνης, όπως την αποκαλεί ο ποιητής της – με την ίδια πάντα κατάνυξη και προσδοκία.
Όμως πουθενά αλλού δεν γιόρταζαν την Ανάσταση με πιο περίλαμπρο τρόπο, απ’ ότι στις φυλακές και τις εξορίες. Έτριβαν, γυάλιζαν και καθάριζαν το κάτεργό τους, ολόκληρη τη μεγαλοβδομάδα. Τη μεγαλύτερη ζέση έδειχναν οι πρωτοκαπετάνιοι. Το θεωρούσαν ιερή υποχρέωση κι ατιμία για όποιον λούφαζε.
Την μέρα της Ανάστασης, ολόκληρο το κάτεργο πλημμύριζε από τις υμνωδίες του επιτάφιου θρήνου. Κι όταν ερχόταν η ώρα για τον όρθρο της Αναστάσεως του Κυρίου, δεν υπήρχε κανείς χωρίς να δακρύσει. Όχι από θρήνο, ή απογοήτευση, αλλά από προσμονή και ελπίδα.
Σπάνια επεμβαίναν με τα ρόπαλά τους οι δεσμοφύλακες στην κατάνυξη των αυτοσχέδιων αυτών γιορτών της Λαμπρής των κρατουμένων. Έστω κι αν είχαν πάγια διαταγή να το κάνουν. Βλέπετε η επίσημη πολιτεία και εκκλησία του καιρού εκείνου – όπως επί κατοχής, αλλά και σήμερα – απαγόρευε τον καθαγιασμό της Λαμπρής των κρατουμένων. Έπρεπε να καταπολεμηθεί το μίασμα της αθεΐας του κομμουνισμού, όπως έλεγαν όλοι εκείνοι που δεν είχαν ιερό και όσιο.
Έτσι αποκαλούσαν τον κορωναϊό εκείνες τις εποχές. Τότε το μίασμα της παλλαϊκής αντίστασης το καταπολεμούσαν με εκτελεστικά αποσπάσματα, με φυλακές και εξορίες. Σήμερα επιχειρούν να το καταστείλουν με πάνδημη καραντίνα και τον αστυνομοκρατούμενο εγκλεισμό ολόκληρου του λαού. Τότε εχθροί ήταν οι “συμμορίτες”, σήμερα εχθρός είναι ολόκληρος ο λαός.
Καθώς οι επίγονοι του παλιού εκείνου ολοκληρωτισμού μας προετοιμάζουν για τη “νέα κανονικότητα”, όπου το σύνολο των ανθρώπινων σχέσεων και επαφών θα τελούν υπό την κατασταλτική αυθαιρεσία του νέου ολοκληρωτισμού, η Ανάσταση όπως την βίωσαν και την έκαναν πράξη οι παλιοί εκείνοι αγωνιστές της λευτεριάς του λαού μας, είναι περισσότερο επίκαιρη παρά ποτέ.
Μέρα είναι Αγάπης· Άδης ενικήθη·
καίονται τα σπλάχνα, καίονται τα στοιχεία·
και η πυρκαϊά του Κόσμου αναγαλλιάζει
και κατ’ Αυτόν τη σπίθα της τινάζει,
έγραφε ο ποιητής του εθνικού μας ύμνου. Κι ο Σικελιανός συμπλήρωνε:
Σωπάστε αδέρφια. Το τραπέζι είναι στρωμένο.
Και δεν θα το ξεστρώσουμε πριν πάρει τέλος.
Να πιήτε σεις, να πιούν κι αυτοί. Να πιω κι εγώ σύντροφοι…
Όρκο μεγάλο ομόσωμεν αδέρφια αλήθεια…
Ακούραστα μπροστά κι αντάμα πάντα
το ζωντανό νερό της πίστης μας αδέρφια
απ’ τους φραγμούς να το λυτρώσουμε τον κόσμο να ποτίσει.
Καλή Ανάσταση! Καλούς Αγώνες για την χιλιάκριβη τη Λευτεριά.
Ο Δημήτρης Καζάκης είναι Πρόεδρος του Ε.ΠΑ.Μ.
Αφήστε ένα σχόλιο