“Ο έμπιστος του Trump προσγειώνεται στην Άγκυρα με εντολή να αναδιαμορφώσει την περιοχή εις βάρος της Τουρκίας και προς όφελος του Τελ Αβίβ”.

 Σχόλιο του μεταφραστή:
Επιλέξαμε την μετάφραση στο συγκεκριμένο άρθρο που βρήκαμε στον ιστότοπο «The Cradle». Αν και είναι γραμμένο από τον Τούρκο Mehmet Ali Guller, ο οποίος αρθρογραφεί στην Cumhuriyet και απηχεί τα εθνικά  συμφέροντα της Τουρκίας αν και μάλλον από αντιπολιτευτικές θέσεις ως προς την κυβέρνηση, εκτιμούμε ότι περιγράφει παραστατικά τις διεργασίες που επιχειρούνται στο  πολιτικό παρασκήνιο της Τουρκίας, αναφορικά με τον ρόλο που επιχειρούν να της αναθέσουν οι ΗΠΑ στην εξωτερική της πολιτική.
Είναι πλέον αδιαμφισβήτητες οι επιδιώξεις των Αμερικανών στην αναδιάταξη και επαναπροσδιορισμό των συνόρων στην ευρύτερη περιοχή, όπου προσδίδουν εξαιρετικά κυρίαρχο ρόλο στην Τουρκία καθιστώντας την κρίσιμο παράγοντα και πολιορκητικό κριό, για την ευόδωση της ιμπεριαλιστικής πολιτικής των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και του σιωνιστικού Ισραήλ.
Τέλος είναι εντυπωσιακό, ότι αυτές οι επιδιώξεις των ΗΠΑ, δεν αφορούν μόνο την περιοχή της ευρύτερης Μέσης Ανατολής, αλλά απλώνονται σε παγκόσμιο πλανητικό επίπεδο, στο πλαίσιο του κλιμακούμενου παγκόσμιου πολέμου.
Επίσης εξαιρετικά συμπεράσματα μπορεί να εξάγει κανείς και για την τύχη της χώρας μας, η οποία βρίσκεται στα χέρια μιας δωσίλογης και άκρως μεταπρατικής-παρασιτικής πολιτικής και οικονομικής ολιγαρχίας, και τους μεγάλους κινδύνους που θεριεύουν καθημερινά για τον πάντα αγαπημένο κι ευκολόπιστο αλλά πάντα προδομένο ελληνικό λαό, για να θυμηθούμε και τον Διονύσιο Σολωμό.
Ανεξάρτητα του αν θα επιτύχουν οι ΗΠΑ τους στόχους τους και του πως θα ενεργήσει τελικά ο Ερντογάν, αυτά  είναι ζητούμενα, αφού ο τελευταίος έχει αποδείξει πως είναι αρκετά ευέλικτος διπλωματικά αλλά και αρκετά άκαμπτος υπέρ των συμφερόντων που εκπροσωπεί, αν μη τι άλλο, η πραγματικότητα των γεγονότων που αποκαλύπτονται στο άρθρο, δικαιώνουν όσους δεν παραπλανώνται από μια υποτιθέμενη απόσυρση των ΗΠΑ από τα παγκόσμια μέτωπα και στροφή στο εσωτερικό τους, που πολλές γραφίδες εσωτερικού και εξωτερικού ισχυρίζονται ματαιοπονώντας.
Υ.Γ.:
Παρ’ ότι η απόδοση της αγγλικής μετάφρασης που δημοσιεύεται στο The Cradle από την τουρκική γλώσσα, διαφέρει ως προς τις συντακτικές επιλογές του πρωτότυπου (στην τουρκική), εν τούτοις, καθόλου δεν αλλοιώνει τις έννοιες και τα νοήματα του αρθρογράφου. Εμείς επιλέξαμε η μετάφραση στα ελληνικά να αποδίδεται από το αγγλικό κείμενο.

του Mehmet Ali Guller*
Επιμέλεια μετάφρασης: Θεμιστοκλής Συμβουλόπουλος

 The Cradle, 9 Ιουνίου 2025

Ο Τομ Μπαράκ, ένας 77χρονος επιχειρηματίας και στενός έμπιστος του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, δεν είναι ένας συνηθισμένος απεσταλμένος. Ο διορισμός του ως πρέσβη των ΗΠΑ στην Τουρκία και ειδικού απεσταλμένου στη Συρία τον τοποθετεί στο επίκεντρο της νεότερης στρατηγικής της Ουάσιγκτον στη Δυτική Ασία.

Στην Άγκυρα, οι λιβανέζικες χριστιανικές ρίζες του έχουν γιορτασθεί από την κυβερνώσα συμμαχία, η οποία τον έχει χαρακτηρίσει «Οθωμανό πολίτη» – ένας επιφανειακός εναγκαλισμός, που καλύπτει την πολύ πιο ανατρεπτική φύση της αποστολής του.

Ο διπλός ρόλος του Μπαράκ αποκαλύπτει την κλίμακα της αμερικανικής φιλοδοξίας. Το καθήκον του είναι να οδηγήσει την Τουρκία σε μια νέα διαμόρφωση – ευθυγραμμισμένη με τους στόχους της Ουάσιγκτον και του Τελ Αβίβ, ειδικά εντός του βαθιά αμφισβητούμενου τριγώνου Τουρκίας, Συρίας και κράτους κατοχής.

Σχεδιάζοντας μια νέα ευθυγράμμιση

Κατά την ακρόαση επικύρωσης του διορισμού του στη Γερουσία την 1η Απριλίου, ο Μπαράκ προσέφερε ένα σαφές περίγραμμα της αποστολής του: επανατοποθέτηση της Τουρκίας ως πυλώνα ενός μετώπου υπό την ηγεσία των ΗΠΑ κατά του Ιράν, της Ρωσίας και της Κίνας. Απηχώντας τα σχόλια του απεσταλμένου του Τραμπ στην περιοχή, Στιβ Γουίτκοφ – ο οποίος είχε χαρακτηρίσει την τηλεφωνική συνομιλία της 16ης Μαρτίου μεταξύ του Τραμπ και του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν «μετασχηματιστική» – ο Μπαράκ δήλωσε ότι η περιφερειακή πολιτική της Ουάσιγκτον θα βασιζόταν στη συνέχεια στη συνεργασία με την Άγκυρα.

Οι εντολές του επεκτείνονται στη διασφάλιση ότι η Τουρκία και το κράτος κατοχής (Στμ: το Ισραήλ) δεν θα έρθουν σε άμεση αντιπαράθεση στη Συρία, έναν στόχο που ο ίδιος ο Τραμπ διατύπωσε κατά την επίσκεψη του Ισραηλινού πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου στον Λευκό Οίκο. Ο Μπαράκ δεν είναι απλώς διπλωμάτης. Είναι ο επιβλέπων ενός περιφερειακού έργου, ενός έργου που επανασχεδιάζει συμμαχίες και εξουδετερώνει πιθανές διαφωνίες.

Το παιχνίδι της Ουάσινγκτον στο ταμπλό της Άγκυρας

Ο Μπαράκ επαίνεσε συμβατικά τον ρόλο της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ και τις παραδόσεις της με μη επανδρωμένα αεροσκάφη στην Ουκρανία, προτού στραφεί έντονα στη γεωπολιτική. «Τόνισε τη στρατηγική σημασία της εμβάθυνσης των ενεργειακών συνεργασιών ΗΠΑ-Τουρκίας, ιδίως στο υγροποιημένο φυσικό αέριο [LNG], ως αντίβαρο στην Πρωτοβουλία “Μία Ζώνη, Ένας Δρόμος” [BRI] της Κίνας».

Αυτό το πλαίσιο εκτείνεται πέρα ​​από την Ασία. Ο Μπαράκ παρουσίασε επίσης την Τουρκία ως μια απαραίτητη εναλλακτική λύση έναντι της Κίνας στην Αφρική, τονίζοντας πώς οι τουρκικές εταιρείες ξεπερνούν τους Κινέζους ομολόγους τους σε μεγάλα έργα υποδομής.

Πίσω από αυτή την αφήγηση κρύβεται ένας βαθύτερος σκοπός: η παρουσίαση της οικονομικής επιρροής της Τουρκίας ως εκτροπής από τις δικές τους μυστικές επεκτάσεις του Ισραήλ στην ήπειρο – μέσω πωλήσεων όπλων, δικτύων πληροφοριών και διπλωματικών πρωτοβουλιών – σε όλο το Κέρας της Αφρικής, το Σαχέλ και τη Βόρεια Αφρική.

Το μήνυμα ήταν αδιαμφισβήτητο: η οικονομική επιρροή της Τουρκίας θα αξιοποιηθεί για να εξυπηρετήσει τις ατλαντικές προτεραιότητες, ενώ παράλληλα θα αποσπάσει την προσοχή από τις παράλληλες φιλοδοξίες του κράτους κατοχής στην Αφρική.

Ο Μπαράκ έκανε επίσης μια αξιοσημείωτη ιστορική αναφορά στη συνέντευξή του στο NTV, δηλώνοντας: «Νομίζω ότι όλα αυτά τα σύνορα ανάγονται στο Sykes-Picot[1], σε όλη τη Συνθήκη των Σεβρών[2], σε όλα τα αποτυχημένα σύνορα. Είναι απλώς καιρός να αναδιανεμηθούν και να επιτευχθεί μια συμφωνία».

Αυτό το νεύμα στις εκατονταετείς αποικιακές κατακερματίσεις της Δυτικής Ασίας καθιστά σαφές ότι ο Μπαράκ βλέπει την αποστολή του όχι ως διπλωματία, αλλά ως επαναχάραξη των συνόρων υπέρ των ΗΠΑ και των περιφερειακών συμμάχων τους.

Μια σύγκλιση αντιφάσεων στη Συρία

Ο πυρήνας της αποστολής του Barrack έγκειται στον συγχρονισμό των στόχων των ΗΠΑ, του Ισραήλ και της Τουρκίας στη Συρία, παρά τις πολλές αντιφάσεις μεταξύ τους. Για την Ουάσινγκτον, οι προτεραιότητες είναι διττές: Πρώτον, να αναγκάσει τον προσωρινό Σύριο Πρόεδρο Ahmad al-Sharaa – πιο γνωστό ως ηγέτη της Hayat Tahrir al-Sham (HTS) Abu Mohammad al-Julani – να αναγνωρίσει το Ισραήλ μέσω κυρώσεων και καταναγκαστικής διπλωματίας· και δεύτερον, να αναγκάσει την Τουρκία να αποδεχτεί μια κουρδική αυτόνομη ζώνη στα πρότυπα του βόρειου Ιράκ.

Τα συμφέροντα του κράτους κατοχής (στμ: του Ισραήλ) συγκλίνουν επίσης γύρω από αυτούς τους στόχους. Το Τελ Αβίβ επιδιώκει να επεκτείνει την παρουσία του στη Συρία, να δημιουργήσει ζώνες ασφαλείας – ιδιαίτερα εκείνες που υποστηρίζονται από μια οντότητα Δρούζων – και να υποβαθμίσει περιοδικά τον συριακό στρατό για να διατηρήσει μια στρατιωτική ανισορροπία. Υποστηρίζει επίσης την εμφάνιση μιας αυτόνομης κουρδικής πολιτείας ή, ελλείψει αυτής, μιας δομής που μπορεί να κατακερματίσει την συριακή κυριαρχία.

Η Άγκυρα, από την πλευρά της, υποστηρίζει επίσημα την ενότητα της Συρίας, αλλά ανεπίσημα σηματοδοτεί την προθυμία της να αποδεχτεί μια κουρδική περιοχή – εφόσον παραμένει υπό τουρκική επιρροή. Αυτό περιλαμβάνει πολιτιστική αυτονομία, πολιτική αναγνώριση, ακόμη και τουρκική «κηδεμονία». Η ευρύτερη φιλοδοξία παραμένει η διατήρηση της κυβέρνησης στη Δαμασκό που έχει τις ρίζες της στην Αλ Κάιντα, η οποία μπορεί να εδραιώσει την περιφερειακή επιρροή της Τουρκίας.

Μια ήσυχη στροφή: Η προσέγγιση του AKP στο YPG

Μία από τις πρώτες ενέργειες του Barrack ήταν να ξεκινήσει άμεση επαφή με τον διοικητή των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων (SDF) υπό κουρδική ηγεσία, Mazloum Abdi. Σύμφωνα με το Al-Monitor, ο πρέσβης διαβεβαίωσε τον Abdi για τη συνεχή υποστήριξη στον αγώνα κατά του ISIS και τον ενθάρρυνε να συνεχίσει τον διάλογο με την Άγκυρα, με τη μεσολάβηση της Ουάσινγκτον.

Σε συνέντευξή του στο Shams TV, ο Abdi αποκάλυψε ότι είχε τηρηθεί εκεχειρία 2,5 μηνών μεταξύ των SDF και της Τουρκίας. Οι συνομιλίες συνεχίζονταν τόσο μέσω άμεσων όσο και μέσω μεσολαβητικών καναλιών, είπε, καλύπτοντας την οριοθέτηση των συνόρων, τα σημεία στρατιωτικής επαφής και την πιθανή ενσωμάτωση των SDF στον συριακό στρατό. Ξεκαθάρισε επίσης ότι οι SDF ήταν ανοιχτές σε άμεσες διαπραγματεύσεις με τον Πρόεδρο Ερντογάν.

Η αλλαγή στη γλώσσα από την Άγκυρα δεν έχει περάσει απαρατήρητη. Ο υπουργός Άμυνας Yasar Guler και ο ίδιος ο Ερντογάν έχουν αρχίσει να αναφέρονται στον στρατιωτικό βραχίονα του Κόμματος Δημοκρατικής Ένωσης (PYD) υπό κουρδική ηγεσία ως «SDF», σηματοδοτώντας μια δοκιμαστική ομαλοποίηση με την ομάδα που η Ουάσινγκτον επιμένει να αποκαταστήσει. Πίσω από αυτή την αλλαγή δεν βρίσκεται μόνο ο πραγματισμός, αλλά και η πίεση από τη μεσολάβηση του Μπαράκ.

Το γεγονός ότι υπάρχει πλέον μια συμμαχία κατά της Λωζάνης είναι αναμφισβήτητο. Το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) την απορρίπτει ως ιδρυτικό μύθο. Το πλέον διαλυμένο Κουρδικό Εργατικό Κόμμα (PKK) την καταδικάζει ως τη ρίζα της κουρδικής στέρησης του δικαιώματος ψήφου. Και η Ουάσινγκτον – μέσω του Μπαράκ – τη θεωρεί ως το τελευταίο εμπόδιο για την ολοκλήρωση του «Σχεδίου της Μεγάλης Μέσης Ανατολής».

Το περιφερειακό σχέδιο του Μπαράκ

Ο Τομ Μπαράκ δεν έχει σταλεί για να διαχειριστεί τη διπλωματία – έχει σταλεί για να επιβάλει μια νέα τάξη. Η αποστολή του περιλαμβάνει την άσκηση πίεσης στη Δαμασκό για ομαλοποίηση των σχέσεων με το ισραηλινό κράτος κατοχής, την πίεση στην Τουρκία να αναγνωρίσει την κουρδική αυτονομία μέσω επίσημης συνεργασίας με τις SDF και την αποτροπή της σύγκρουσης της Άγκυρας και του Τελ Αβίβ στη Συρία.

Αλλά η εντολή του Μπαράκ εκτείνεται πέρα ​​από το άμεσο τρίγωνο. Έχει επίσης την εντολή να χαλιναγωγήσει τον Νετανιάχου, διασφαλίζοντας ότι η ισραηλινή ηγεσία δεν θα σαμποτάρει την πολιτική του Τραμπ για το Ιράν ή δεν θα αποκλίνει από το σενάριο της Ουάσιγκτον στη Γάζα.

Δεν πρόκειται για διαπραγμάτευση. Είναι ένα σχέδιο δράσης. Το διακύβευμα είναι η περιφερειακή κυριαρχία, η νομιμότητα της αντίστασης και το μέλλον των συριακών και τουρκικών κρατών. Και όπως συμβαίνει συχνά στη Δυτική Ασία – προτάσεις σαν κι αυτές δεν τελειώνουν ποτέ με τελεία…

Παραπομπές του μεταφραστή:

[1] Sykes-Picot (Σάικς-Πικό): Στις 16 Μαΐου του 1916, υπογράφεται η αποκαλούμενη μυστική Συμφωνία Σάικς – Πικό. Πρόκειται για την μυστική συμφωνία η οποία αποτέλεσε το βαθύτερο αίτιο για τη βία και την αστάθεια στη σύγχρονη Μέση Ανατολή Η συμφωνία για τη διαίρεση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μεταξύ της Μεγάλης Βρετανίας και της Γαλλίας, με τη συγκατάθεση της αυτοκρατορικής Ρωσίας, αλλά και της Ιταλίας, παρέμενε μυστική μέχρι την αποκάλυψή της κατά την Οκτωβριανή Επανάσταση στη Ρωσία. Με βάση τη συμφωνία αυτή, η Μέση Ανατολή κατανεμήθηκε ως εξής: Μία περιοχή στο βορρά υπό γαλλική διοίκηση, μία περιοχή στο νότο υπό βρετανική διοίκηση και η Παλαιστίνη υπό διεθνές καθεστώς. Η συμφωνία ουσιαστικά χώριζε τις οθωμανικές επαρχίες εκτός της Αραβικής Χερσονήσου σε περιοχές βρετανικού και γαλλικού ελέγχου και επιρροής. Η διαχωριστική γραμμή ξεκινούσε από την Άκρα, στις ακτές της Μεσογείου και έφτανε στο Κιρκούκ, κοντά στα σύνορα της Περσίας το σημερινό Ιράν. Η συμφωνία παραχώρησε στο Ηνωμένο Βασίλειο τον έλεγχο του σημερινού νότιου Ισραήλ και της Παλαιστίνης, της Ιορδανίας και του νότιου Ιράκ , και μιας επιπλέον μικρής περιοχής που περιλάμβανε τα λιμάνια της Χάιφα και της Άκρας για να επιτραπεί η πρόσβαση στη Μεσόγειο. Η Γαλλία επρόκειτο να ελέγξει τη νοτιοανατολική Τουρκία, την περιοχή του Κουρδιστάν, Συρία και Λίβανο. Η Ρωσία επρόκειτο να πάρει τη Δυτική Αρμενία εκτός από την Κωνσταντινούπολη και τα Στενά του Βοσπόρου, που Βρετανία και Γαλλία της είχαν ήδη υποσχεθεί – βάσει της Συμφωνίας της Κωνσταντινούπολης του 1915.
Αυτό το χαρακτηριστικό παράδειγμα του ιμπεριαλισμού των Μεγάλων Δυνάμεων, με τη Βρετανία και τη Γαλλία να χαράσσουν σύνορα σε ξένα μη ευρωπαϊκά κράτη, προκειμένου να ικανοποιήσουν τα δικά του συμφέροντα, έχει διαμορφώσει σε μεγάλο βαθμό τη Μέση Ανατολή και έκτοτε έχει υποστεί δριμεία κριτική. Η συμφωνία εκείνη προέβλεπε ότι η Μεγάλη Βρετανία δεν θα αρχίσει διαπραγματεύσεις για την παραχώρηση της Κύπρου χωρίς την έγκριση της Γαλλίας.
Η συμφωνία, μαζί με άλλες, δημοσιοποιήθηκε από τους Μπολσεβίκους στη Μόσχα στις 23 Νοεμβρίου του 1917 και δημοσιεύθηκε από την εφημερίδα The Manchester Guardian στις 26 Νοεμβρίου 1917.

[2] Συνθήκη των Σεβρών: Στις 28 Ιουλίου του 1920 (10 Αυγούστου με το παλιό ημερολόγιο) υπογράφεται η Συνθήκη των Σεβρών, μία από τις συνθήκες που ακολούθησαν το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η συνθήκη που υπογράφτηκε στο δημαρχείο των Σεβρών, προαστίου του Παρισιού, ανάμεσα στη Μεγάλη Βρετανία, τη Γαλλία, τη Χατζάζη (Σαουδική Αραβία), την Πολωνία, την Πορτογαλία, τη Ρουμανία, την Τσεχοσλοβακία και τη Γιουγκοσλαβία από τη μια, και τη σουλτανική κυβέρνηση από την άλλη, ουσιαστικά κατέλυε την Τουρκία ως κυρίαρχο κράτος. «Με τη Συνθήκη των Σεβρών, η έκταση της Τουρκίας ελαττωνόταν έως το ένα πέμπτο. Η Συρία, η Παλαιστίνη, η Μεσοποταμία και η Χατζάζη κηρύσσονταν τυπικά ανεξάρτητα κράτη. Και λέμε τυπικά, γιατί ουσιαστικά γίνονταν αποικίες – προτεκτοράτα, η πρώτη της Γαλλίας και οι άλλες της Μεγάλης Βρετανίας, μια και τα κράτη αυτά, σύμφωνα με το άρθρο 22 της Συνθήκης, κρίνονταν μη ικανά για αυτοκυβέρνηση. Η Τουρκία έχανε κάθε επικυριαρχία πάνω στην Αίγυπτο, η οποία γινόταν προτεκτοράτο της Μεγάλης Βρετανίας, στην οποία παραχωρούνταν επίσης η Κύπρος, το Σουδάν, καθώς και τα δικαιώματα της Τουρκίας στη ναυσιπλοΐα του Σουέζ. Αναγνωριζόταν το προτεκτοράτο της Γαλλίας στο Μαρόκο και την Τυνησία και η Λιβύη παραχωρούνταν στην Ιταλία.
Επιπλέον, οι τρεις μεγάλες δυνάμεις (Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία), με ιδιαίτερη συμφωνία μοίραζαν μεταξύ τους σε “σφαίρες επιρροής” και ό,τι απέμεινε ακόμα από την Τουρκία, με πρόσχημα να τη βοηθήσουν ν’ αναπτύξει τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της και να φροντίσουν για τα συμφέροντα των εθνικών και θρησκευτικών μειονοτήτων. Με τη Συνθήκη των Σεβρών, στην Ελλάδα παραχωρούνταν η Δυτική και Ανατολική Θράκη ως τη γραμμή Τσατάλτζας κοντά στην Κωνσταντινούπολη και τα νησιά Ιμβρος και Τένεδος, καθώς και η Σμύρνη με την ενδοχώρα της, όπου τυπικά αναγνωριζόταν η τουρκική κυριαρχία με το να κυματίζει η οθωμανική σημαία στα φρούρια της πόλης. Η Σμύρνη, σύμφωνα με τα άρθρα 65-83 της Συνθήκης, μόνο μετά από 5 χρόνια και κατόπιν δημοψηφίσματος των κατοίκων της θα μπορούσε να προσαρτηθεί στην Ελλάδα. Η Ιταλία παραχωρούσε στην Ελλάδα τα Δωδεκάνησα, εκτός της Ρόδου, η οποία γινόταν αυτόνομη και μόνο μετά από δημοψήφισμα θα μπορούσε να προσαρτηθεί στην Ελλάδα. Η Κωνσταντινούπολη αναγνωριζόταν πρωτεύουσα του τουρκικού κράτους, υπό την αίρεση των συμμάχων, για την περίπτωση που η Τουρκία δε θα τηρούσε τα συμφωνημένα. Τα Στενά των Δαρδανελίων κηρύσσονταν ουδέτερη και αφοπλισμένη ζώνη. Η Συνθήκη των Σεβρών αφόπλιζε την Τουρκία (της άφηνε ολιγάριθμες αστυνομοστρατιωτικές δυνάμεις) και άφηνε ελεύθερη τη δίοδο των Στενών, εκτός από τα πολεμικά και τα εμπορικά πλοία, πράγμα που έθετε κάτω από τον έλεγχο των Αγγλογάλλων το εμπόριο και την ασφάλεια των χωρών της Μαύρης Θάλασσας».

* Mehmet Ali Guller
Γεννήθηκε το 1974 στο Arguvan (Μαλάτια). Ολοκλήρωσε την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευσή του στα Άδανα και την τριτοβάθμια εκπαίδευσή του στο Τεχνικό Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης (ITU) ως Μηχανικός Ναυπηγών και Θαλάσσιων Μηχανικών. Αποφοίτησε επίσης από το Τμήμα Ιστορίας του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινούπολης AUZEF. Εργάστηκε ως μηχανικός πλοίων στην Κωνσταντινούπολη και την Αττάλεια κατά διαστήματα. Διετέλεσε μέλος του 41ου Διοικητικού Συμβουλίου του Επιμελητηρίου Ναυπηγών TMMOB από το 2008 έως το 2010. Έγραφε άρθρα στο εβδομαδιαίο περιοδικό Aydınlık, στο Odatv, στην ημερήσια εφημερίδα Aydınlık και στην εφημερίδα ABC. Από το 2018, γράφει κυρίως άρθρα εξωτερικής πολιτικής στη στήλη του με τίτλο Ufuk Ötesi στην εφημερίδα Cumhuriyet τρεις ημέρες την εβδομάδα. Έχει παρουσιάσει εκπομπές στο Ulusal Kanal και στο Tele1 TV για πολλά χρόνια. Αυτή τη στιγμή συμμετέχει στις εβδομαδιαίες εκπομπές “Türkiyenin Yöκαι στις μηνιαίες εκπομπές “Analiz ve Sentez” στο Tele1 TV.

Πηγή: The Cradle