Σημείωση Ξαστεριάς:  Όπως γράφει στο άρθρο που δημοσιεύουμε ο Brian Berletic, «ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται πάντα για έναν πόλεμο μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας», ωστόσο «σήμερα, η κυβέρνηση των ΗΠΑ επιχειρεί να παίξει τον ρόλο ενός απογοητευμένου μεσολαβητή που προσπαθεί να διαπραγματευτεί την ειρήνη μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας»!
Το άρθρο αποδεικνύει με συντριπτικά στοιχεία, μέσα από δημοσιεύματα του CNN και των New York Times, την άμεση εμπλοκή της CIA και στρατιωτικών παραγόντων των ΗΠΑ στις στρατιωτικές επιχειρήσεις των Ουκρανών καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου και μέχρι την εκλογή Τραμπ. Αλλά και μετά την εκλογή Τραμπ, ο αρθρογράφος αναφέρει την ομιλία του Υπουργού Άμυνας των ΗΠΑ, Πητ Χέγκσεθ στις 12 Φεβρουαρίου εφέτος, όπου, όπως τονίζει: «Αυτό που στην πραγματικότητα έξεθεσε ο Υπουργός Χέγκσεθ ήταν μια οδηγία όχι για την ειρήνη στην Ουκρανία, αλλά για να παγώσει ξανά η σύγκρουση, όπως έκαναν οι ΗΠΑ και η Ευρώπη με τις συμφωνίες του Μινσκ, όπου κατά τη διάρκεια  του παγώματος οι ΗΠΑ και η Ευρώπη θα μπορούσαν να επεκτείνουν τις δικές τους στρατιωτικές βιομηχανικές βάσεις για να φτάσουν ή να ξεπεράσουν τη ρωσική παραγωγή, να επανεξοπλίσουν και να αναδιοργανώσουν τις ουκρανικές δυνάμεις, ώστε να επαναλάβουν τις εχθροπραξίες στο μέλλον, όταν οι παράγοντες θα κλίνουν υπέρ της Ουάσιγκτον και όχι υπέρ της Μόσχας».
Το άρθρο του Brian Berletic το δημοσιεύουμε σε μετάφραση της Φλώρας Παπαδέδε.

του Brian Berletic*
μετάφραση Φλώρα Παπαδέδε

New Eastern Outlook και The New Atlas, 22/04/2025

Τα πρόσφατα σχόλια του νυν υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάρκο Ρούμπιο, σηματοδοτούν την πρόθεση της Ουάσινγκτον να εγκαταλείψει τις ειρηνευτικές προσπάθειες εάν δεν σημειωθεί πρόοδος μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας. Το CNN σε πρόσφατο άρθρο του ανέφερε ότι:

Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να σταματήσουν εντός «ημερών» τις προσπάθειές τους για τον τερματισμό της ουκρανικής σύγκρουσης εάν δεν υπάρξουν σημάδια προόδου, προειδοποίησε την Παρασκευή ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάρκο Ρούμπιο.
«Εάν δεν είναι δυνατό να τερματιστεί ο πόλεμος στην Ουκρανία, πρέπει να αποχωρήσουμε», δήλωσε στους δημοσιογράφους πριν αναχωρήσει από το Παρίσι, όπου είχε συνομιλίες υψηλού επιπέδου με Ευρωπαίους και Ουκρανούς αξιωματούχους. «Πρέπει τώρα να αποφασίσουμε πολύ γρήγορα -και μιλάω για διάστημα ημερών, εάν αυτό είναι εφικτό ή όχι», δήλωσε.

Έτσι, οι ΗΠΑ εμφανίζονται να λειτουργούν ως κάποιο είδος μεσολαβητή μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας. Στην πραγματικότητα, οι ΗΠΑ είναι το ένα από τα δύο κύρια μέρη της σύγκρουσης – το άλλο είναι η Ρωσία την οποία προκάλεσαν σε αυτόν τον πόλεμο.

Ο πόλεμος των ΗΠΑ εναντίον της Ρωσίας από τότε που τελείωσε ο Ψυχρός Πόλεμος…

Από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, οι ΗΠΑ έχουν επενδύσει δισεκατομμύρια δολάρια σε πολιτικές παρεμβάσεις στην Ουκρανία, συμπεριλαμβανομένης της επιχείρησης αλλαγής καθεστώτος που αποπειράθηκαν το 2004 και της επιτυχούς αλλαγής καθεστώτος που τελικά έλαβε χώρα το 2014. Από το 2014 και μετά, η Ουκρανία μετατράπηκε σε στρατιωτικό αντιπρόσωπο των Ηνωμένων Πολιτειών με ειδικό στόχο να απειλήσει τη Ρωσική Ομοσπονδία. Όπως ακριβώς η πολιτικά κατεχόμενη Γεωργία το 2003 χρησιμοποιήθηκε το 2008 για να επιτεθεί στις ρωσικές ειρηνευτικές δυνάμεις.

Η αυξανόμενη απειλή για την ασφάλεια που αποτέλεσαν τα παραπάνω για τη Μόσχα επιτάχυνε την έναρξη της Ρωσικής Ειδικής Στρατιωτικής Επιχείρησης (ΕΣΕ) τον Φεβρουάριο του 2022 και τις επακόλουθες συγκρούσεις που συνεχίζονται έκτοτε.

Τα τελευταία χρόνια, σειρά άρθρων από τα ίδια τα δυτικά μέσα ενημέρωσης αποκάλυψαν τον βαθμό στον οποίο οι ΗΠΑ όχι μόνο έχουν καταλάβει πολιτικά την Ουκρανία, αλλά και θεσμικά τον στρατό και τις υπηρεσίες πληροφοριών της, αναδιαμορφώνοντάς τες έτσι ώστε να λειτουργούν ως ένοπλες προεκτάσεις των ΗΠΑ κατά μήκος των συνόρων της Ουκρανίας με τη Ρωσία, αλλά ακόμη και πέραν αυτών μέσα στην ίδια τη Ρωσία.

Μεταξύ αυτών των παραδοχών συμπεριλαμβάνεται το άρθρο των New York Times του Φεβρουαρίου 2024 με τίτλο «Ο πόλεμος των κατασκόπων: Πώς η CIA βοηθά κρυφά την Ουκρανία να πολεμήσει τον Πούτιν», το οποίο παραδέχεται ότι «τα τελευταία οκτώ χρόνια κατασκευάστηκε ένα δίκτυο κατασκοπευτικών βάσεων που υποστηρίζεται από την CIA και περιλαμβάνει 12 μυστικές τοποθεσίες κατά μήκος των ρωσικών συνόρων».

Το άρθρο παραδέχεται επίσης:

Γύρω στο 2016, η CIA άρχισε να εκπαιδεύει μια επίλεκτη ουκρανική δύναμη κομάντο – γνωστή ως Μονάδα 2245 – η οποία αιχμαλώτισε ρωσικά drones και εξοπλισμό επικοινωνιών, ώστε οι τεχνικοί της CIA να μπορούν να τα μελετήσουν και να σπάσουν τα συστήματα κρυπτογράφησης της Μόσχας. (Ένας από τους αξιωματικούς της μονάδας ήταν ο Κυρίλλο Μπουντάνοφ, στρατηγός σήμερα που ηγείται της υπηρεσίας στρατιωτικών πληροφοριών της Ουκρανίας.)

Η CIA βοήθησε επίσης στην εκπαίδευση μιας νέας γενιάς Ουκρανών κατασκόπων που έδρασαν εντός της Ρωσίας, σε όλη την Ευρώπη, στην Κούβα και σε άλλα μέρη όπου οι Ρώσοι έχουν μεγάλη παρουσία.

Ενώ οι New York Times αρχικά επιμένουν ότι η CIA δεν βοήθησε τους Ουκρανούς να διεξάγουν επιθετικές και θανατηφόρες επιχειρήσεις, αργότερα παραδέχονται ότι η εκπαιδευμένη από τη CIA Μονάδα 2245 όχι μόνο διεξήγαγε θανατηφόρες επιχειρήσεις, αλλά και τις πραγματοποίησε εντός ρωσικού εδάφους, ισχυριζόμενοι ότι:

Εκείνη την εποχή, ο μελλοντικός επικεφαλής της στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών της Ουκρανίας, ο στρατηγός Μπουντάνοφ, ήταν ένα ανερχόμενο αστέρι στη Μονάδα 2245. Ήταν γνωστός για τις τολμηρές επιχειρήσεις του πίσω από τις εχθρικές γραμμές και είχε στενούς δεσμούς με τη CIA. Η υπηρεσία τον είχε εκπαιδεύσει και είχε προβεί επίσης στο εξαιρετικό βήμα να τον στείλει για αποκατάσταση στο Εθνικό Στρατιωτικό Ιατρικό Κέντρο Walter Reed στο Μέριλαντ[1], αφού πυροβολήθηκε στο δεξί χέρι κατά τη διάρκεια μαχών στο Ντονμπάς.

Μεταμφιεσμένος με ρωσική στολή, ο τότε Αντισυνταγματάρχης Μπουντάνοφ οδήγησε κομάντος με φουσκωτά ταχύπλοα σε έναν στενό κόλπο, προσαράζοντας νύχτα στην Κριμαία.

Αλλά τους περίμενε μια επίλεκτη ρωσική μονάδα κομάντος. Οι Ουκρανοί αντεπιτέθηκαν, σκοτώνοντας αρκετούς Ρώσους μαχητές, συμπεριλαμβανομένου του γιου ενός στρατηγού, πριν υποχωρήσουν στην ακτογραμμή, βυθιστούν στη θάλασσα και κολυμπήσουν για ώρες μέχρι να φτάσουν σε ουκρανικά ελεγχόμενο έδαφος.

Με άλλα λόγια, οι ΗΠΑ εκπαίδευαν, εξόπλιζαν και διεύθυναν θανατηφόρες επιχειρήσεις σε ρωσικά εδάφη με εφαλτήριο την Ουκρανία πριν η Ρωσία ξεκινήσει την ΕΣΕ το 2022.

Το ίδιο άρθρο παραδέχεται ότι οι αξιωματικοί της CIA που είχαν αναπτυχθεί και επέβλεπαν αυτές τις επιχειρήσεις στην Ουκρανία άρχισαν να διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο μετά την έναρξη της ΕΣΕ από τη Ρωσία.

Οι NYT ομολογούν ότι:

Μέσα σε λίγες εβδομάδες, η CIA επέστρεψε στο Κίεβο και η υπηρεσία έστειλε δεκάδες νέους αξιωματικούς για να βοηθήσει τους Ουκρανούς. Ένας ανώτερος Αμερικανός αξιωματούχος δήλωσε για την αξιοσημείωτη παρουσία της CIA: «Πατάνε σκανδάλες; Όχι. Βοηθούν στη στόχευση; Απολύτως».

Μερικοί από τους αξιωματικούς της CIA αναπτύχθηκαν σε ουκρανικές βάσεις. Εξέτασαν λίστες πιθανών ρωσικών στόχων που οι Ουκρανοί ετοιμάζονταν να χτυπήσουν και σύγκριναν τις πληροφορίες που είχαν οι Ουκρανοί με τις πληροφορίες των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών για να βεβαιωθούν ότι ήταν ακριβείς.

Μεταγενέστερα άρθρα των New York Times επεκτείνονται στο πόσο βαθιά εμπλεκόμενες είναι οι ΗΠΑ στις μάχες – καθιστώντας αυτόν τον πόλεμο στην πράξη αμερικανικό που διεξάγεται μέσω των Ουκρανών.

Ο Πόλεμος της Ουάσιγκτον εναντίον της Ρωσίας

Ένα άρθρο των New York Times τον Μάρτη του 2025 με τίτλο «Ο Συνεταιρισμός: Η Μυστική Ιστορία του Πολέμου στην Ουκρανία» εξηγεί ότι οι ΗΠΑ όχι μόνο έχουν παράσχει στρατιωτικό εξοπλισμό, όπλα και πυρομαχικά αξίας δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων, συμπεριλαμβανομένων «μισού δισεκατομμυρίου πυρομαχικών για ελαφρά όπλα και χειροβομβίδων, 10.000 αντιαρματικών όπλων Javelin, 3.000 αντιαεροπορικών συστημάτων Stinger, 272 όλμων, 76 αρμάτων μάχης, 40 πυραυλικών συστημάτων πυροβολικού υψηλής κινητικότητας, 20 ελικοπτέρων Mi-17 και τριών συστοιχιών αεράμυνας Patriot», αλλά ότι ο ίδιος ο αμερικανικός στρατός έπαιξε (και εξακολουθεί να παίζει) κεντρικό ρόλο στην επιτήρηση και την επίθεση σε στόχους εκατέρωθεν των ρωσο-ουκρανικών συνόρων.

Παραδέχεται ότι οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες χρησιμοποιήθηκαν για την πραγματοποίηση πολλών από τις πιο επιτυχημένες επιθέσεις της Ουκρανίας σε ρωσικά στρατιωτικά επιτελεία, συμπεριλαμβανομένου του λιμανιού της Σεβαστούπολης στην Κριμαία, το οποίο βρισκόταν υπό ρωσικό έλεγχο ακόμη και πριν από την ανατροπή της Ουκρανικής κυβέρνησης από τις ΗΠΑ το 2014 και την επακόλουθη επανένωση της Κριμαίας με τη Ρωσία.

Μεγάλο μέρος του ελέγχου της Ουάσιγκτον επί της σύγκρουσης συντονιζόταν μέσω ενός ειδικού κέντρου διοίκησης που εγκαταστάθηκε στο Βισμπάντεν της Γερμανίας. Ενώ πολλές από τις στρατιωτικές επιχειρήσεις της Ουκρανίας αποδόθηκαν σε ουκρανικό σχεδιασμό, οι New York Times αποκάλυψαν έκτοτε ότι αντίθετα επιβλέπονταν από τις ΗΠΑ και άλλα μέλη του ΝΑΤΟ μέσω του Βισμπάντεν.

Το άρθρο εξηγεί:

Στο ειδικό κέντρο διοίκησης του Βισμπάντεν, Αμερικανοί και Ουκρανοί αξιωματικοί δίπλα -δίπλα σχεδίασαν τις αντεπιθέσεις του Κιέβου. Μια τεράστια αμερικανική προσπάθεια συλλογής πληροφοριών καθοδηγούσε τόσο τη συνολική στρατηγική μάχης όσο και διοχέτευε ακριβείς πληροφορίες στόχευσης στους Ουκρανούς στρατιώτες στο πεδίο.

Ένας Ευρωπαίος αρχηγός μυστικών υπηρεσιών αναφέρει ότι έμεινε έκπληκτος όταν έμαθε πόσο βαθιά είχαν εμπλακεί οι ομόλογοί του στο ΝΑΤΟ στις ουκρανικές επιχειρήσεις. «Αποτελούν τώρα τμήμα της αλυσίδας εξόντωσης», είπε.

Οι New York Times παραδέχονται επίσης ότι:

Αξιωματικοί του αμερικανικού στρατού και της CIA στο Βισμπάντεν βοήθησαν στον σχεδιασμό και την υποστήριξη μιας εκστρατείας ουκρανικών επιθέσεων στην προσαρτημένη από τη Ρωσία Κριμαία. Τελικά, ο στρατός και στη συνέχεια η CIA έλαβαν το πράσινο φως για να επιτρέψουν επιθέσεις ακριβείας βαθιά μέσα στην ίδια τη Ρωσία.

Το άρθρο παραδέχεται ότι οι Δυτικοί στρατιωτικοί αξιωματικοί – και όχι οι Ουκρανοί – έλαβαν την τελική απόφαση σχετικά με το ποιοι στόχοι θα χτυπηθούν και πώς.

Αυτό περιελάμβανε τη χρήση οβιδοβόλων M777 που παρείχαν οι ΗΠΑ και του συστήματος πολλαπλών εκτοξεύσεων πυραύλων HIMARS.

Οι New York Times παραδέχονται ότι:

Το Βισμπάντεν επέβλεπε κάθε χτύπημα με HIMARS. Ο [Αμερικανός] στρατηγός Ντόναχιου και οι υπασπιστές του εξέταζαν τις λίστες στόχων των Ουκρανών και τους συμβούλευαν για την τοποθέτηση των εκτοξευτών τους και τον χρονισμό των επιθέσεων τους. Οι Ουκρανοί υποτίθεται ότι χρησιμοποιούσαν μόνο συντεταγμένες που παρείχαν οι Αμερικανοί. Για να εκτοξεύσουν μια κεφαλή, οι χειριστές των HIMARS χρειάζονταν μια ειδική ηλεκτρονική κάρτα-κλειδί, την οποία οι Αμερικανοί μπορούσαν να απενεργοποιήσουν ανά πάσα στιγμή.[2]

Κάθε μεγάλης κλίμακας ουκρανική επιχείρηση, συμπεριλαμβανομένων των αντεπιθέσεων στη Χερσώνα και στο Χάρκοβο το 2022, καθώς και της αποτυχημένης αντεπίθεσης του 2023, σχεδιάστηκαν, οργανώθηκαν και διευθύνθηκαν από Αμερικανούς στρατιωτικούς αξιωματικούς στο Βισμπάντεν. Περιλαμβανόταν επίσης η δημιουργία νέων ουκρανικών ταξιαρχιών, που όπως παραδέχονται οι New York Times, επέβλεπε ο Αντιστράτηγος των ΗΠΑ Αντόνιο Αγκούτο Τζούνιορ.

Αποκαλύπτεται επίσης ότι δεν ήταν η Ουκρανία που ζήτησε όπλα μεγαλύτερης εμβέλειας, όπως το Σύστημα Τακτικών Πυραύλων του Στρατού (ATACMS), αλλά οι Αμερικανοί στρατηγοί.

Οι New York Times παραδέχονται:

Οι αμερικανοί στρατηγοί Καβόλι και Αγκούτο συνέστησαν το επόμενο επιθετικό άλμα, δίνοντας στον Ουκρανικό Στρατό Συστήματα Τακτικών Πυραύλων – ATACMS, που μπορούν να ταξιδέψουν έως και 190 μίλια – για να δυσκολέψουν τις ρωσικές δυνάμεις στην Κριμαία στην υπεράσπιση της Μελιτόπολης.

Αποκαλύφθηκε επίσης ότι οι Ουκρανοί διοικητές συνειδητοποίησαν ήδη από την αρχική της φάση ότι η αντεπίθεση του 2023 που σχεδίασαν και διεύθυναν οι ΗΠΑ ήταν καταδικασμένη, ωστόσο οι Αμερικανοί διοικητές απαίτησαν από την Ουκρανία να «συνεχίσει».

Διατυπώθηκαν διάφορες εκδοχές για να δικαιολογηθεί η αποτυχημένη αντεπίθεση, με τους New York Times να αποδίδουν την αποτυχία της σε διάφορους παράγοντες, όπως οι εσωτερικές διαμάχες μεταξύ των Ουκρανών διοικητών, ακόμη και η ένταση μεταξύ των Ουκρανών διοικητών και των Αμερικανών αφεντικών τους. Στην πραγματικότητα, η επίθεση απέτυχε λόγω των πραγματικών περιορισμών στην δυτική στρατιωτική βιομηχανική παραγωγή και της αδυναμίας τους να ανταποκριθούν στο είδος του πολέμου φθοράς που η Ρωσία είχε προετοιμάσει εδώ και χρόνια και τους επέβαλε.

Προς το τέλος του άρθρου, οι New York Times παραδέχονται ότι «ο συνασπισμός απλώς δεν μπορούσε να παράσχει όλο τον απαιτούμενο εξοπλισμό για μια μεγάλη αντεπίθεση. Ούτε οι Ουκρανοί μπορούσαν να δημιουργήσουν έναν στρατό αρκετά μεγάλο για να την εξαπολύσουν».

Στο άρθρο περιγράφονται ακόμα διάφορες επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των προσπαθειών των ΗΠΑ και της Βρετανίας να καταστρέψουν τη γέφυρα του Κερτς που συνδέει την Κριμαία με την υπόλοιπη Ρωσία, οι οποίες κατέληξαν όλες σε αποτυχία.

Ενώ το άρθρο επιχειρεί να αποδώσει την σταδιακή μείωση της υποστήριξης των ΗΠΑ προς την Ουκρανία στην εκλογή του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ και την επιθυμία του για «ειρήνη», είναι σαφές ότι οι ΗΠΑ απλώς εξάντλησαν τα μέσα για να συνεχίσουν έναν πόλεμο δι’ αντιπροσώπων εναντίον ενός ρωσικού στρατού που είναι πολύ πιο ικανός να αντικαταστήσει τις απώλειές του από την Ουκρανία και τους Δυτικούς χορηγούς της.

Οι New York Times ουσιαστικά παραδέχονται ότι πρόκειται για έναν πόλεμο των ΗΠΑ που διεξάγεται εναντίον της Ρωσίας, χρησιμοποιώντας την Ουκρανία απλώς ως μεσάζοντα.

Κάθε μεγάλη στρατιωτική επιχείρηση, που αφορούσε συγκεκριμένους στόχους που έπρεπε να πληγούν και το ποιο αμερικανο-ευρωπαϊκά κατασκευασμένο και παρεχόμενο οπλικό σύστημα έπρεπε να χρησιμοποιηθεί, έγινε από Αμερικανούς και όχι Ουκρανούς στρατηγούς.

Παίζουν τον «Μεσολαβητή» Επιδιώκοντας το Πάγωμα ενός Αποτυχημένου Πολέμου δια Αντιπροσώπου

Σήμερα, η κυβέρνηση των ΗΠΑ επιχειρεί να παίξει τον ρόλο ενός απογοητευμένου μεσολαβητή που προσπαθεί να διαπραγματευτεί την ειρήνη μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας, ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται πάντα για έναν πόλεμο μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας.

Στην πραγματικότητα, ο νυν Υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, Πητ Χέγκσεθ, σε ομιλία του στις 12 Φεβρουαρίου 2025, εισηγήθηκε την αποστολή «ευρωπαϊκών και μη ευρωπαϊκών στρατευμάτων» στην Ουκρανία ως «εγγύηση ασφάλειας», η οποία στην πράξη είτε θα πάγωνε τη σύγκρουση, είτε θα επιτάχυνε τις άμεσες εχθροπραξίες μεταξύ Ρωσίας και Ευρώπης.

Ο Υπουργός Χέγκσεθ έδωσε επίσης οδηγίες στην Ευρώπη ότι τα επόμενα βήματα σχετικά με την Ουκρανία θα ήταν η «δωρεά περισσότερων πυρομαχικών και εξοπλισμού», καθώς και η «επέκταση της αμυντικής βιομηχανικής σας βάσης».

Αυτό που στην πραγματικότητα έξεθεσε ο Υπουργός Χέγκσεθ ήταν μια οδηγία όχι για την ειρήνη στην Ουκρανία, αλλά για να παγώσει ξανά η σύγκρουση, όπως έκαναν οι ΗΠΑ και η Ευρώπη με τις συμφωνίες του Μινσκ, όπου κατά τη διάρκεια  του παγώματος οι ΗΠΑ και η Ευρώπη θα μπορούσαν να επεκτείνουν τις δικές τους στρατιωτικές βιομηχανικές βάσεις για να φτάσουν ή να ξεπεράσουν τη ρωσική παραγωγή, να επανεξοπλίσουν και να αναδιοργανώσουν τις ουκρανικές δυνάμεις, ώστε να επαναλάβουν τις εχθροπραξίες στο μέλλον, όταν οι παράγοντες θα κλίνουν υπέρ της Ουάσιγκτον και όχι υπέρ της Μόσχας.

Η προβλέψιμη πλήξη του Υπουργού Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο στις ειρηνευτικές συνομιλίες με τη Ρωσία σηματοδοτεί την ετοιμότητα των ΗΠΑ να μεταθέσουν πλήρως την ευθύνη για τον πόλεμο δι’ αντιπροσώπου στην Ευρώπη, καθώς αυτές στρέφονται προς μια πολύ πιο επικίνδυνη αντιπαράθεση με τον σύμμαχο της Ρωσίας στα ανατολικά – την Κίνα.

Η κυβέρνηση Τραμπ και η κυβέρνηση Μπάιντεν πριν από αυτήν, δεν είχαν ποτέ καμία πρόθεση να διευθετήσουν την πραγματική αιτία της σύγκρουσης στην Ουκρανία – την επέκταση του ΝΑΤΟ κατά μήκος των συνόρων της Ρωσίας, με όλες τις προθέσεις να εξαφανίσουν οριστικά την ίδια τη Ρωσία. Εξαιτίας αυτού, η πραγματική ειρήνη δεν ήταν ποτέ εφικτή, ανεξάρτητα από τη δημόσια ρητορική και τις κενές χειρονομίες της κυβέρνησης Τραμπ προς τη Ρωσία.

Ενώ η κυβέρνηση Τραμπ έχει ταχθεί φραστικά υπέρ της επέκτασης του ΝΑΤΟ, η μόνη της συγκεκριμένη απόφαση σχετικά με το ΝΑΤΟ ήταν να απαιτήσει από τα μέλη του τον υπερδιπλασιασμό των εισφορών τους γι’ αυτό.

Η Ρωσία, από την πλευρά της, έχει αφήσει ανοιχτή την πόρτα για ειλικρινείς διαπραγματεύσεις και έχει παράσχει στις Ηνωμένες Πολιτείες άφθονα παράθυρα εξόδου τόσο από έναν πόλεμο δι’ αντιπροσώπου που δεν μπορούν να κερδίσουν, όσο και από μια αέναη αντιπαράθεση με τη Ρωσία στο μέλλον. Οι ΗΠΑ προφανώς δεν ενδιαφέρονται. Η Ρωσία, καθ’ όλη τη διάρκεια των «ειρηνευτικών συνομιλιών» με τις ΗΠΑ, συνέχισε τον πόλεμο φθοράς της εναντίον των ουκρανικών δυνάμεων, συνεχίζοντας τη διαδικασία που οι New York Times περιγράφουν ως τον κεντρικό παράγοντα που συμβάλλει στην τρέχουσα αποτυχία του πολέμου δι’ αντιπροσώπου.

Το πραγματικό ερώτημα που παραμένει είναι εάν η Ρωσία μπορεί να συνεχίσει αυτή τη διαδικασία με ταχύτερο και πιο αποτελεσματικό ρυθμό, από ό,τι οι ΗΠΑ και η Ευρώπη μπορούν να συνεχίσουν να «δωρίζουν περισσότερα πυρομαχικά και εξοπλισμό» στην Ουκρανία, ενώ προσπαθούν να επεκτείνουν τις «αμυντικές βιομηχανικές τους βάσεις». Μόνο ο χρόνος θα δείξει με βεβαιότητα.

Όπως έδειξε η Συρία, ένας πόλεμος δι’ αντιπροσώπου που σε μια φάση οι ΗΠΑ έχουν χάσει, μπορεί να παγώσει, να επανεξεταστεί και τελικά να κερδηθεί εάν οι ΗΠΑ κατορθώσουν να οδηγήσουν σε υπερέκταση τις δυνάμεις  συγκεκριμένων αντιπάλων όπως η Ρωσία και το Ιράν για αρκετό καιρό και σε αρκετή έκταση αλλού. Οι ΗΠΑ έχουν ήδη ξεκινήσει ένοπλη σύγκρουση με την Υεμένη και απειλούν με πόλεμο το Ιράν – αναγκάζοντας τη Ρωσία να λάβει για άλλη μια φορά δύσκολες αποφάσεις σχετικά με το πού θα επενδύσει πεπερασμένους στρατιωτικούς πόρους έναντι της φαινομενικά άπειρης ικανότητας των ΗΠΑ να δημιουργούν αστάθεια και συγκρούσεις παγκοσμίως.

Η επιβίωση και η επιτυχία της πολυπολικότητας εξαρτάται από τη συνεργασία του πολυπολικού κόσμου ενάντια στις προσπάθειες των ΗΠΑ να επανεδραιώσουν την αμερικανική κυριαρχία – όχι μόνο μέσω άμεσου πολέμου και πολέμου δι’ αντιπροσώπων, αλλά και μέσω οικονομικού καταναγκασμού και πολιτικής παρέμβασης. Εξαρτάται ακόμα από την κατανόηση ότι ένας πόλεμος των ΗΠΑ εναντίον της Ρωσίας στην Ουκρανία ή ένας πόλεμος δι’ αντιπροσώπων που διεξάγεται εναντίον της Συρίας στη Μέση Ανατολή – είναι στην πραγματικότητα ένας πόλεμος ενάντια στην άνοδο του πολυπολικού κόσμου συνολικά και στην υπόσχεση για ειρήνη και ευημερία που προσφέρει.

Σημειώσεις της μεταφράστριας:

[1] Το Εθνικό Στρατιωτικό Ιατρικό Κέντρο Walter Reed είναι ένα από τα μεγαλύτερα και πιο εξέχοντα στρατιωτικά ιατρικά κέντρα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Έχει παράσχει ιατρική περίθαλψη σε αρκετούς προέδρους των Ηνωμένων Πολιτειών από την έναρξη λειτουργίας του το 1940.

[2] Οι ΗΠΑ στο Βισμπάντεν συνεχίζουν να επιβλέπουν, να επιλέγουν τους στόχους και να παραγγέλουν χτυπήματα με HIMARS, όπως προκύπτει από πρόσφατη ανακοίνωση του Ρωσικού Υπουργείου Άμυνας για αναχαίτιση πυραύλου HIMARS από την Ομάδα Στρατού Ανατολή, το Σάββατο 17 Μαΐου 2025 στο Νότιο Ντονιέτσκ.

* Ο Brian Berletic είναι γεωπολιτικός ερευνητής και συγγραφέας με έδρα την Μπανγκόκ.

Πηγή: New Eastern Outlook και The New Atlas