Ο πόλεμος έχει ξεσπάσει. Δεν χρειάζεται να προσποιούμαστε περισσότερο. (Alastair Crooke).

Ρηξικέλευθη ματιά, από έναν δυτικό αναλυτή, στο κυνήγι μαγισσών που έχει ξεσπάσει στη Δύση, με άλλοθι την επινόηση περί «λαϊκισμού», απέναντι σε όποιον δεν ακολουθεί το επίσημο κυβερνητικό αφήγημα των κυρίαρχων ελίτ.
Το άρθρο είναι του Alastair Crooke, δημοσιεύτηκε στις 9/9/2024 στο Strategic Culture Foundation και το αναδημοσιεύουμε σε μετάφραση της Φλώρας Παπαδέδε.
Την αρχική δημοσίευση στα αγγλικά μπορείτε να την δείτε πατώντας εδώ.

Ο Alastair Crooke είναι πρώην Βρετανός διπλωμάτης, ιδρυτής και διευθυντής του Conflicts Forum. Άλλα άρθρα του Alastair Crooke που δημοσιεύσαμε στην Ξαστεριά, και πάλι σε μτφρ. της Φλώρας Παπαδέδε:
Ο δυτικός τρόπος πολέμου – Η κατοχή της αφήγησης υπερτερεί της πραγματικότητας
“Ένας Περίπλοκος Ιστός Κακών Ηθοποιών που Δουλεύουν Χέρι-Χέρι” – Είναι λοιπόν ο πόλεμος αναπόφευκτος;
Η Δύση –αναμφίβολα– έχασε τη Ρωσία και χάνει και την Ευρασία

του Alastair Crooke
μετάφραση Φλώρα Παπαδέδε

Στη Washington Post τη Δευτέρα, οι τίτλοι έγραφαν: Ο Μασκ και ο Ντούροφ αντιμετωπίζουν την εκδίκηση των ρυθμιστικών αρχών. Ο πρώην υπουργός Εργασίας των ΗΠΑ, Ρόμπερτ Ράιχ, δημοσίευσε ένα άρθρο στη βρετανική εφημερίδα Guardian, σχετικά με τον τρόπο «τιθάσευσης» του Έλον Μασκ, προτείνοντας ότι «οι ρυθμιστικές αρχές σε όλο τον κόσμο θα πρέπει να απειλήσουν τον Μασκ με σύλληψη», στη γραμμή αυτού που έπαθε πρόσφατα ο Πάβελ Ντούροφ στο Παρίσι.

Πρέπει τώρα πια να είναι σαφές σε όλους, ο «πόλεμος» έχει ξεσπάσει. Δεν χρειάζεται περαιτέρω προσποίηση. Αντίθετα, υπάρχει προφανής ευθυμία στην προοπτική της καταστολής της «Ακροδεξιάς» και των χρηστών της στο διαδίκτυο: δηλαδή εκείνων που διαδίδουν «παραπληροφόρηση» ή κακή πληροφόρηση που «απειλεί» την ευρεία «υποδομή αντίληψης» (δηλαδή, τι πιστεύει ο κόσμος!).

Μην κάνετε λάθος, τα κυβερνώντα στρώματα είναι θυμωμένα. Είναι θυμωμένοι που η τεχνική τους εμπειρογνωμοσύνη και η συναίνεση για «σχεδόν τα πάντα» απορρίπτεται από τους «αξιοθρήνητους». Θα υπάρξουν διώξεις, καταδίκες και πρόστιμα για κυβερνο- «παράγοντες» που διαταράσσουν την ψηφιακή «εκπαίδευση», προειδοποιούν οι «ηγέτες».

Ο καθηγητής Frank Furedi παρατηρεί:
«Υπάρχει μια ανίερη συμμαχία δυτικών ηγετών –του [Βρετανού] Πρωθυπουργού Κιρ Στάρμερ, του Γάλλου Προέδρου Εμμανουέλ Μακρόν, του Γερμανού Καγκελάριου Όλαφ Σολτς– των οποίων το μίσος για αυτό που αποκαλούν λαϊκισμό δεν κρύβεται. Στις πρόσφατες επισκέψεις του στο Βερολίνο και το Παρίσι, ο Στάρμερ αναφερόταν συνεχώς στην απειλή του λαϊκισμού. Κατά τη διάρκεια της συνάντησής του με τον Σολτς στο Βερολίνο στις 28 Αυγούστου, ο Στάρμερ μίλησε για τη σημασία να νικηθεί “η μπούρδα[1] του λαϊκισμού και του εθνισμού”[2]».

Ο Furedi εξήγησε ότι όσον αφορά στον Starmer, ο λαϊκισμός αποτελεί μια απειλή για τη δύναμη των τεχνοκρατικών ελίτ σε όλη την Ευρώπη:
«Μιλώντας στο Παρίσι, μια μέρα αργότερα, ο Στάρμερ έδειξε προς την ακροδεξιά ως “πολύ πραγματική απειλή” και χρησιμοποίησε ξανά τον όρο “μπούρδα” του λαϊκισμού. Ο Στάρμερ δεν σταμάτησε ποτέ να μιλά για τη “μπούρδα του λαϊκισμού”. Αυτές τις μέρες ουσιαστικά για κάθε πολιτικό πρόβλημα κατηγορείται ο λαϊκισμός… Η σύζευξη του όρου μπούρδα με τον λαϊκισμό χρησιμοποιείται συνεχώς στην προπαγάνδα της τεχνοκρατικής πολιτικής ελίτ. Πράγματι, η αντιμετώπιση και η απαξίωση των κομπογιαννιτών λαϊκιστών είναι η νούμερο ένα προτεραιότητά της».

Λοιπόν, ποια είναι η πηγή της αντιλαϊκιστικής υστερίας της ελίτ; Η απάντηση είναι ότι οι τελευταίοι γνωρίζουν ότι έχουν αποκοπεί από τις αξίες και τον σεβασμό των δικών τους λαών και πως είναι θέμα χρόνου να τους αμφισβητήσουν σοβαρά, με τη μια ή την άλλη μορφή.

Αυτή η πραγματικότητα ήταν πολύ εμφανής στη Γερμανία το περασμένο Σαββατοκύριακο, όπου τα «μη κατεστημένα κόμματα (δηλ. τα μη Staatsparteien) – αν αθροιστούν μαζί – εξασφάλισαν το 60% των ψήφων στη Θουριγγία και το 46% στη Σαξονία. Τα Staatsparteien (τα αναγορευμένα κατεστημένα κόμματα) επιλέγουν να αυτοχαρακτηρίζονται ως «δημοκρατικοί» και να αποκαλούν τους «άλλους» ως «λαϊκιστές» ή «εξτρεμιστές». Τα κρατικά μέσα ενημέρωσης υπαινίχθηκαν μάλιστα ότι αυτό που μετρούσε περισσότερο ήταν οι «δημοκρατικές» ψήφοι και όχι οι ψήφοι σε εκτός Staats Parteien, επομένως το Staats Parteien με τις περισσότερες ψήφους θα πρέπει να σχηματίσει την κυβέρνηση στη Θουριγγία.

Αυτά συνεργάστηκαν για να αποκλείσουν το AfD (Εναλλακτική για τη Γερμανία) και άλλα μη κατεστημένα κόμματα από τις κοινοβουλευτικές εργασίες στο βαθμό που είναι νομικά δυνατό – για παράδειγμα κρατώντας τα έξω από βασικές κοινοβουλευτικές επιτροπές και επιβάλλοντας διάφορες μορφές κοινωνικού εξοστρακισμού.

Θυμίζει την ιστορία της απόρριψης του μεγάλου ποιητή Βίκτωρ Ουγκώ – τουλάχιστον 22 φορές – από τη Γαλλική Ακαδημία. Την πρώτη φορά που έκανε αίτηση, έλαβε 2 ψήφους (από 39) από τους Λαμαρτίνο και Σατομπριάν, τους δύο μεγαλύτερους ανθρώπους των γραμμάτων της εποχής τους. Μια πνευματώδης γυναίκα της εποχής σχολίασε: «Αν ζυγίζαμε τις ψήφους, θα εκλεγόταν ο κύριος Ουγκώ, αλλά τους μετράμε».

Γιατί πόλεμος;

Διότι, μετά τις εκλογές του 2016 στις ΗΠΑ, οι ελίτ των πολιτικών παρασκηνίων των ΗΠΑ κατηγόρησαν τη δημοκρατία και τον λαϊκισμό για τα κακά εκλογικά αποτελέσματα. Ο αντικαθεστωτικός Τραμπ είχε όντως κερδίσει στις Η.Π.Α., ο Μπολσονάρο κέρδισε επίσης, ο Φάρατζ εκτοξεύτηκε, ο Μόντι κέρδισε ξανά, το Brexit κ.λπ., κ.λπ.

Σύντομα οι εκλογές κηρύχθηκαν εκτός ελέγχου, αναδεικνύοντας παράξενους «νικητές». Τέτοια ανεπιθύμητα αποτελέσματα απείλησαν τις βαθιές δομές που τόσο πρόβαλαν όσο και διασφάλιζαν τα μακροχρόνια ολιγαρχικά συμφέροντα των ΗΠΑ σε όλο τον κόσμο, υποβάλλοντάς τα (ω φρίκη!) στον έλεγχο των ψηφοφόρων.

Το 2023, οι New York Times δημοσίευαν πλέον δοκίμια με τίτλο: «Οι εκλογές είναι κακές για τη δημοκρατία».

Ο Rod Blagojevich, νωρίτερα φέτος,  εξήγησε στη Wall Street Journal, την ουσία αυτού που τερμάτισε τη σχέση με το σύστημα:
«Εμείς [αυτός και ο Ομπάμα] μεγαλώσαμε και οι δύο στην πολιτική σκηνή του Σικάγο. Καταλαβαίνουμε πώς λειτουργεί – με τα αφεντικά πάνω από τους ανθρώπους. Ο κ. Ομπάμα έμαθε καλά τα μαθήματα. Και αυτό που μόλις έκανε στον κ. Μπάιντεν, είναι αυτό που κάνουν τα πολιτικά αφεντικά στο Σικάγο από την εποχή της πυρκαγιάς του 1871: Επιλογές που μεταμφιέζονται σε εκλογές».
«Ενώ τα σημερινά αφεντικά των Δημοκρατικών μπορεί να φαίνονται διαφορετικά από τον παλιό τύπο που τσαμπουκαλεύονταν με το πούρο και το δαχτυλίδι στο μικρό δάκτυλο, λειτουργούν με τον ίδιο τρόπο: στις σκιές του παρασκηνίου. Ο κ. Ομπάμα, η Νάνσυ Πελόζι και οι πλούσιοι χορηγοί —οι ελίτ του Χόλιγουντ και της Σίλικον Βάλεϊ— είναι τα νέα αφεντικά του σημερινού Δημοκρατικού Κόμματος. Λαμβάνουν τις αποφάσεις. Οι ψηφοφόροι, οι περισσότεροι από αυτούς εργαζόμενοι, είναι εκεί για να τους λένε ψέματα, να τους χειραγωγούν και να τους ελέγχουν».
«Το Εθνικό Συνέδριο των Δημοκρατικών στο Σικάγο τον επόμενο μήνα θα προσφέρει το τέλειο σκηνικό και χώρο [για τον διορισμό] του υποψηφίου, όχι του υποψηφίου των ψηφοφόρων. Δημοκρατία, όχι. Πολιτική αφεντικού του Σικάγο, ναι».

Το πρόβλημα ήταν ότι η αποκάλυψη της γεροντικής άνοιας του Μπάιντεν είχε τραβήξει τη μάσκα από το σύστημα.

Το μοντέλο του Σικάγο δεν είναι πολύ διαφορετικό από το πώς λειτουργεί η δημοκρατία της ΕΕ. Εκατομμύρια ψήφισαν στις πρόσφατες ευρωπαϊκές κοινοβουλευτικές εκλογές. Τα «Μη Staatsparteien» κόμματα σημείωσαν σημαντικές επιτυχίες. Το μήνυμα που στάλθηκε ήταν ξεκάθαρο – ωστόσο τίποτα δεν άλλαξε.

Πόλεμος Πολιτισμών

Το 2016 αντιπροσώπευε την έναρξη του πολέμου πολιτισμών, όπως έχει περιγράψει με μεγάλη λεπτομέρεια ο Mike Benz. Ένα εντελώς αουτσάιντερ, ο Τραμπ είχε προσπεράσει τα προστατευτικά κιγκλιδώματα του Συστήματος για να κερδίσει την Προεδρία. Ο λαϊκισμός και η «παραπληροφόρηση» ήταν η αιτία, ισχυρίστηκαν. Μέχρι το 2017, το ΝΑΤΟ περιέγραφε την «παραπληροφόρηση» ως τη μεγαλύτερη απειλή που αντιμετωπίζουν τα δυτικά έθνη.

Τα κινήματα που χαρακτηρίστηκαν ως λαϊκιστικά θεωρήθηκαν όχι απλώς εχθρικά προς τις πολιτικές των αντιπάλων τους, αλλά και προς τις αξίες της ελίτ.

Για την καταπολέμηση αυτής της απειλής, ο Benz, ο οποίος μέχρι πρόσφατα συμμετείχε άμεσα στο έργο ως ανώτερος αξιωματούχος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ εστιάζοντας σε θέματα τεχνολογίας, εξηγεί πώς τα αφεντικά του παρασκηνίου προχώρησαν σε μια ασυνήθιστη «ταχυδακτυλουργία»: «Η δημοκρατία», είπαν, δεν έπρεπε πλέον να ορίζεται ως consensus gentium[3] – δηλαδή μια συντονισμένη απόφαση μεταξύ των κυβερνώμενων. Αλλά μάλλον, έπρεπε να οριστεί ως η συμφωνημένη «στάση» που διαμορφώθηκε, όχι από άτομα, αλλά από θεσμούς και ιδρύματα που υποστηρίζουν τη δημοκρατία.

Αφού η δημοκρατία επαναπροσδιορίστηκε ως «ευθυγράμμιση των υποστηρικτικών θεσμών», προστέθηκε η δεύτερη «στροφή» στην επαναδιατύπωσή της. Το κατεστημένο είχε προβλέψει έναν κίνδυνο: αν επιδιώκονταν ένας άμεσος πληροφοριακός πόλεμος ενάντια στον λαϊκισμό, οι ίδιοι θα παρουσιαζόντουσαν ως αυταρχικοί και ότι επιβάλλουν λογοκρισία από πάνω προς τα κάτω.

Η λύση στο δίλημμα για το πώς να συνεχιστεί η εκστρατεία κατά του λαϊκισμού, σύμφωνα με τον Benz, βρισκόταν στη γένεση της έννοιας της «ολόκληρης κοινωνίας», σύμφωνα με την οποία τα μέσα ενημέρωσης, οι influencers, οι δημόσιοι θεσμοί, οι ΜΚΟ και τα σύμμαχα μέσα ενημέρωσης θα συγκεντρώνονταν και θα πιέζονταν να ενταχθούν σε έναν προφανώς οργανικό συνασπισμό λογοκρισίας από κάτω προς τα πάνω, επικεντρωμένο στη μάστιγα του λαϊκισμού και της παραπληροφόρησης.

Αυτή η προσέγγιση –με την κυβέρνηση να βρίσκεται σε «ένα επίπεδο πάνω» από τη διαδικασία λογοκρισίας– φαινόταν να προσφέρει μια εύλογη δυνατότητα άρνησης της άμεσης κυβερνητικής εμπλοκής και των αρχών που ενεργούν αυταρχικά.

Ξοδεύτηκαν δισεκατομμύρια δολάρια για την ανάπτυξη αυτού του οικοσυστήματος κατά της παραπληροφόρησης, με τέτοιο τρόπο που φαινόταν σαν να προέρχεται αυθόρμητα από την κοινωνία των πολιτών και όχι σαν η πρόσοψη Ποτέμκιν[4] που ήταν.

Πραγματοποιήθηκαν σεμινάρια για την εκπαίδευση των δημοσιογράφων σχετικά με τις βέλτιστες πρακτικές και τις διασφαλίσεις ενάντια στην παραπληροφόρηση σε σχέση με την Εσωτερική Ασφάλεια – για τον εντοπισμό, τον μετριασμό, την απόρριψη και την εκτροπή. Ερευνητικά κονδύλια διοχετεύθηκαν σε περίπου 60 πανεπιστήμια για την ίδρυση «εργαστηρίων παραπληροφόρησης», αποκαλύπτει ο Benz.

Το βασικό σημείο εδώ είναι ότι το πλαίσιο της «ολόκληρης κοινωνίας», θα μπορούσε να διευκολύνει την ανάμειξη στην καθιερωμένη πολιτική των μακρόχρονων και σε μεγάλο βαθμό ανείπωτων (και μερικές φορές μυστικών) θεμελιωδών δομών της εξωτερικής πολιτικής – πάνω στις οποίες μοχλεύονται πολλά και κύρια οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα της ελίτ.

Μια προς τα έξω ήπια ιδεολογική ευθυγράμμιση, επικεντρωμένη στη «δημοκρατία μας» και τις «αξίες μας», θα έδινε ωστόσο τη δυνατότητα στην επανενσωμάτωση αυτών των διαρκών δομών στην εξωτερική πολιτική (εχθρότητα προς τη Ρωσία, υποστήριξη προς το Ισραήλ και αντιπάθεια προς το Ιράν), να επαναδιατυπωθεί ως το κατάλληλο ρητορικό χαστούκι στους λαϊκιστές.

Ο πόλεμος μπορεί να κλιμακωθεί. Μπορεί να μην τελειώνει με ένα οικοσύστημα παραπληροφόρησης. Οι New York Times τον Ιούλιο δημοσίευσαν ένα άρθρο που υποστήριζε πώς Το Πρώτο Άρθρο του Συντάγματος[5] Είναι Εκτός Ελέγχου και τον Αύγουστο ένα άλλο άρθρο με τίτλο, Το Σύνταγμα είναι Ιερό. Είναι όμως κι επικίνδυνο;

Ο πόλεμος, προς το παρόν, απευθύνεται στους «ανεξέλεγκτους» δισεκατομμυριούχους: τον Πάβελ Ντούροφ, τον Έλον Μασκ και την πλατφόρμα του «Χ». Η επιβίωση ή όχι του Έλον Μασκ θα είναι κρίσιμη για την πορεία αυτής της πτυχής του πολέμου: Ο νόμος της ΕΕ για τις ψηφιακές υπηρεσίες σχεδιαζόταν πάντα για να υπηρετήσει ως «Βρούτος» τον «Καίσαρα» του Μασκ.

Σε όλη την ιστορία, οι ελίτ που ενδιαφέρονται και πλουτίζουν μόνο για τον εαυτό τους γίνονται επικίνδυνα περιφρονητικές για τους λαούς τους. Η καταστολή ήταν η συνήθης πρώτη απάντηση. Η ψυχρή πραγματικότητα εδώ είναι ότι οι πρόσφατες εκλογές στη Γαλλία, τη Γερμανία, τη Βρετανία και για το Ευρωκοινοβούλιο αποκαλύπτουν τη βαθιά δυσπιστία και αντιπάθεια απέναντι στο Κατεστημένο:

«Η αποξένωση από τη μεταμοντέρνα Δύση είναι παγκόσμια. Η Ευρώπη είτε θα αποστασιοποιηθεί από αυτήν, είτε θα ενσωματωθεί στην απέχθεια του «προνομιούχου πρώην». Το τέλος του δολαρίου είναι πράγματι το ανάλογο της κατάργησης των φεουδαρχικών δικαιωμάτων. Είναι αναπόφευκτο, αλλά θα κοστίσει ακριβά στους Ευρωπαίους».

Ένα οικοσύστημα προπαγάνδας δεν αποκαθιστά την εμπιστοσύνη. Τη διαβρώνει.

Σημειώσεις:

[1] snake oil στο κείμενο, που σημαίνει ψευτοφάρμακο που υπόσχεται θαύματα, «νερό του Καματερού» για τους παλιότερους. Στην ουσία τους χλευάζει ως κομπογιαννίτες. (ΣτΜ).

[2] nationalism στο κείμενο: μεταφράστηκε ως εθνισμός αντί του «εθνικισμός» που αποδίδεται στην Ελλάδα και φέρει αρνητικό φορτίο, μη συμπεριλαμβάνοντας την ιστορική συμβολή του nationalism στην γέννηση των σύγχρονων εθνών-κρατών και των πολιτικών δικαιωμάτων. (ΣτΜ).

[3] consensus gentium : συναίνεση των πολιτών. (ΣτΜ).

[4] Πρόσοψη Ποτέμκιν, Χωριά Ποτέμκιν: Από τον Πρίγκιπα Γκριγκόρι Αλεξάντροβιτς Ποτέμκιν-Ταβρίτσεσκι (11 Οκτωβρίου 1739 – 16 Οκτωβρίου 1791), που ήταν Ρώσος στρατιωτικός ηγέτης, πολιτικός, ευγενής και αγαπημένος της Αικατερίνης της Μεγάλης. Τα επιτεύγματα του Ποτέμκιν περιλαμβάνουν την ειρηνική προσάρτηση της Κριμαίας (1783) και τον επιτυχημένο δεύτερο Ρωσοτουρκικό πόλεμο (1787-1792). (ΣτΜ).
Το 1775, ο Ποτέμκιν έγινε ο γενικός κυβερνήτης των νέων νότιων επαρχιών της Ρωσίας. Ίδρυσε τις πόλεις Χερσώνα, Νικολάγεφ (Μικολάιβ στη σημερινή Ουκρανία), Σεβαστούπολη και Ντνιεπροπετρόφσκ (Ντνίπρο στη σημερινή Ουκρανία). Τα λιμάνια στην περιοχή έγιναν βάσεις για το νέο στόλο της Μαύρης Θάλασσας.
Ο αστικός μύθος του χωριού Ποτέμκιν (επινοήθηκε στη Γερμανία από τον κριτικό βιογράφο Γκέοργκ φον Χέλμπιγκ) σχετίζεται με την επίσκεψη της μεγάλης Αικατερίνης στις νέες αυτές περιοχές στο νότο. Οι επικριτές κατηγόρησαν τον Ποτέμκιν ότι χρησιμοποίησε ζωγραφισμένες προσόψεις για να ξεγελάσει την Αικατερίνη να πιστεύει ότι η περιοχή ήταν πολύ πιο πλούσια από ό,τι ήταν. Χιλιάδες αγρότες φέρεται να έχουν τεθεί υπό σκηνοθετική διαχείριση για το σκοπό αυτό. Σίγουρα, ο Ποτέμκιν είχε κανονίσει για την Αικατερίνη να δει το καλύτερο που είχε να προσφέρει η περιοχή. Φαίνεται απίθανο ότι η απάτη πλησίασε την υποτιθέμενη κλίμακα. Ο πρίγκιπας της Λίνιε, μέλος της αυστριακής αντιπροσωπείας, ο οποίος είχε κάνει εξερευνήσεις μόνος του κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, αργότερα κήρυξε τους γερμανικούς ισχυρισμούς ως εσφαλμένους. (ΣτΜ).

[5] First Amendment (Πρώτη Τροπολογία του Συντάγματος των ΗΠΑ): Το πρώτο από τα δέκα βασικά συνταγματικά δικαιώματα των πολιτών στις ΗΠΑ.
Η Πρώτη Τροπολογία προβλέπει ότι το Κογκρέσο απαγορεύεται να θεσπίζει νόμο σχετικά με την επιβολή κυρίαρχης θρησκείας ή να απαγορεύει την ελεύθερη άσκηση της θρησκευτικής πίστης. Προστατεύει την ελευθερία του λόγου, του Τύπου, του συνέρχεσθαι και το δικαίωμα υποβολής αναφοράς στην κυβέρνηση για αποκατάσταση και αποζημίωση σε περίπτωση παράβασης των παραπάνω. (ΣτΜ).