Στους πρωταθλητές μείωσης χρέους η Ελλάδα, μας λέει η καλή μας Καθημερινή (26/5), μια εκ των ναυαρχίδων της παραπληροφόρησης. Έως το 2025 θα υποχωρήσει κάτω από το 150% του ΑΕΠ από 171,3% το 2021, τονίζει ο διεθνής οίκος αξιολόγησης Moody’s, συνεχίζει το εν λόγω ρεπορτάζ. Ζήσε Μάη μου να φας τριφύλλι!
Κανείς όμως από τους έμμισθους της δημοσιογραφικής εγγαστριμυθίας δεν έκανε τον κόπο να μας θυμίσει τις προβλέψεις των διεθνών οίκων (ανοχής) για την πορεία του δημοσίου χρέους της Ελλάδας όταν επιβλήθηκαν τα πρώτα μνημόνια, ή όταν επιβλήθηκε το χειρότερο PSI στην ιστορία ρύθμισης κρατικών χρεών από τις αρχές του 19ου αιώνα έως σήμερα. Οι προβλέψεις τους ήταν ότι μέχρι το 2023 το δημόσιο χρέος της χώρας θα ήταν πιο χαμηλά από το 128% του ΑΕΠ, που ήταν το 2009.
Επαληθεύθηκαν, σε κάποιες έστω από τις προβλέψεις τους; Σε καμιά. Όλες είναι για το θεαθήναι. Οι ίδιοι διεθνείς οίκοι (ανοχής) είχαν έως το 2008 το αξιόχρεο – που σήμερα ονομάζεται απατηλά «επενδυτική βαθμίδα» – στο ΑΑΑ. Στο ίδιο ύψος με τη Γερμανία!
Ούτε θυμάται πια κανείς την εξέλιξη του δημοσίου χρέους. Ας την θυμίσουμε εμείς παραθέτοντας σε διάγραμμα το Χρέος Κεντρικής Κυβέρνησης ως % ΑΕΠ από το 1950 έως το 2022. Κοιτώντας το διάγραμμα θα πρέπει πάντα να θυμόμαστε δυο θεμελιώδη ζητήματα:
Πρώτο: Το δημόσιο χρέος δεν είναι δημοσιονομικό μέγεθος, αλλά πρωτίστως πολιτικό. Είναι προϊόν πολιτικών επιλογών κι όχι δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Γι’ αυτό και ποτέ δεν αντιμετωπίστηκε με πολιτικές πρωτογενών, ή δημοσιονομικών πλεονασμάτων.
Δεύτερο: Η εξέλιξη του δημοσίου χρέους ως % του ΑΕΠ είναι σχεδόν πάντα αντίστροφη με την άνοδο του ειδικού βάρους της εγχώριας παραγωγής. Όσο δηλαδή αυξάνεται το μερίδιο της πρωτογενούς και δευτερογενούς παραγωγής στο ΑΕΠ, τόσο περισσότερο περιορίζεται το δημόσιο χρέος. Πολύ περισσότερο, αν ο κρατικός προϋπολογισμός αντλεί τα κύρια έσοδά του, όχι από τη φορολογία, αλλά από την κρατική επιχειρηματική δραστηριότητα.
Συνεπώς, όταν η ελληνική οικονομία παρουσίαζε όντως δυναμική αύξηση του μεριδίου κυρίως της δευτερογενούς παραγωγής – ιδίως στις δεκαετίες 1950, ‘60 και ’70 – το δημόσιο χρέος παρέμεινε πολύ χαμηλά ως % του ΑΕΠ. Όταν η δευτερογενής και η πρωτογενής παραγωγή άρχισαν να προσαρμόζονται στην «ευρωπαϊκή ολοκλήρωση» με όρους αποβιομηχάνισης και αποαγροτοποίησης, είτε με την ένταξη στην ΕΟΚ τη δεκαετία του 1980, είτε ακόμη χειρότερα με τη μορφή της ΕΕ στη δεκαετία του 1990 και κατόπιν, το δημόσιο χρέος ως % του ΑΕΠ άρχισε να εκτινάσσεται σε δυσθεώρητα και εντελώς μη εξυπηρετήσιμα ύψη.
Η επίσημη χρεοκοπία της χώρας έγινε αναπόφευκτη, όταν η Ελλάδα εισήλθε – και μάλιστα με τους χειρότερους όρους – στο κοινό νόμισμα. Έχασε το εθνικό της νόμισμα, το οποίο συνιστά την τελευταία γραμμή άμυνας έναντι της χρεοκοπίας ενός κράτους.
Σήμερα, θριαμβολογούν για την «επενδυτική βαθμίδα» που θα χάσει η Γαλλία για να την κερδίσει η Ελλάδα, έλεος! Θριαμβολογούν για την μείωση της αναλογίας του χρέους ως προς το ΑΕΠ, χωρίς να λέει κανείς ότι κάτι τέτοιο είναι εντελώς εικονικό και προσωρινό.
Πρώτα και κύρια, διότι οφείλεται στην πληθωριστική άνοδο του ΑΕΠ για το 2021 και 2022, η οποία όμως δεν ενίσχυσε το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, αλλά εξαργυρώθηκε με την αύξηση των φορολογικών εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού.
Και δευτερευόντως λόγω της ενίσχυσης από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της ΕΕ συνολικού ύψους 12,8 δις ευρώ για την περίοδο Αύγουστος 2021 έως Μάιος 2023. Πρόκειται για χρηματοδότηση όχι εν λευκώ, αλλά για την υλοποίηση σειράς μνημονιακών δεσμεύσεων της Ελλάδας.
Πρώτα και κύρια αφορά επενδύσεις σε υποδομές ηλεκτροκίνησης και φόρτισης ηλεκτρικών οχημάτων, την έναρξη έργων που σχετίζονται με ενεργειακές ανακαινίσεις σε κτίρια κατοικιών, την ψηφιοποίηση της δημόσιας διοίκησης και την απορρόφηση της υποδομής οπτικών ινών στα κτίρια. Τα πάντα, αφενός, προς όφελος της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, που πνέει τα λοίσθια. Και αφετέρου για να δημιουργηθούν οι υποδομές «ψηφιακού μετασχηματισμού» της οικονομίας, ώστε το ταχύτερο δυνατό να μεταβούμε σε ψηφιακές τραπεζικές και νομισματικές συναλλαγές.
Περιλαμβάνει επίσης μια σειρά αντιμεταρρυθμίσεων για την ενίσχυση του «επιτελικού κράτους», την επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης, μαζί με την καταπολέμηση της διαφθοράς των υφισταμένων, αλλά και του λαθρεμπορίου που επιτρέπει στους μικρομεσαίους να επιβιώνουν μόλις και μετά βίας. Τέλος περιλαμβάνει νέο πολεοδομικό σχεδιασμό, αναβάθμιση των δεξιοτήτων για εργαζόμενους και ανέργους μέσα από την ιδιωτικοποίηση της ανώτερης και ανώτατης εκπαίδευσης, σύσταση νέας ρυθμιστικής αρχής ύδρευσης και λυμάτων για την ελεγχόμενη εκποίηση των υδάτινων πόρων, την ενίσχυση με ΣΔΙΤ της ρύθμισης της αγοράς των δημόσιων αστικών και περιφερειακών υπηρεσιών μεταφοράς επιβατών, ώστε να επιβληθεί το καθεστώς που γέννησε τα Τέμπη στις αστικές και περιφερειακές συγκοινωνίες.
Σ’ αυτό το πλαίσιο έχουν δεσμευτεί όλα τα κόμματα της κυβερνητικής εναλλαγής με το ΚΚΕ να λειτουργεί εξίσου με τα ΜΑΤ για ην καταστολή της αυθόρμητης διαμαρτυρίας του κόσμου. Αλλά τι μας νοιάζει; Ποιος νοιάζεται γι’ αυτή τη χώρα; Εκτός ίσως από τα επενδυτικά κεφάλαια γύπες, που συνιστούν πια τη βαριά βιομηχανία της Ελλάδας, όπως τα καρτέλ των Νάρκος σε χώρες όπως το Μεξικό, η Κολομβία, ο Παναμάς.
Ο Δημήτρης Καζάκης είναι Πρόεδρος του ΕΠΑΜ. Το άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Πέννα, τεύχος Ιουνίου 2023.
Αφήστε ένα σχόλιο