Μικρή εισαγωγή από τον Hans Drager:
Το άρθρο που ακολουθεί εξετάζει με παράδειγμα των δύο κορυφαίων ειδησεογραφικών περιοδικών στη Γερμανία, DER SPIEGEL και DIE ZEIT την ευθυγράμμιση των μέσων ενημέρωσης υπό το πρόσημο της πολιτικής αντί-κορώνα. Ο αναγνώστης που πιστεύει στη φήμη αυτών των δύο έντυπων μέσων ως σοβαρών και αξιόπιστων ειδησεογραφικών περιοδικών, μπορεί να αναρωτηθεί πώς θα μπορούσε να πετύχει αυτή η ευθυγράμμιση. Ίσως τον βοηθήσει να γνωρίζει ότι το χέρι που καθοδηγεί τους συντάκτες των άρθρων αυτών στην υποκίνηση του μίσους κατά των αρνητών του εμβολιασμού, είναι εκείνο της παγκόσμιας άρχουσας ιατρικής τάξης, εδώ με τη μορφή του προέδρου του Παγκόσμιου Ιατρικού Συλλόγου, ο οποίος τυχαίνει (;) να είναι Γερμανός γιατρός, και συγκεκριμένα ο ακτινολόγος Frank Ulrich Montgomery.
Σε ένα πρόσφατο talk show, όχι μόνο τάχθηκε σθεναρά υπέρ του υποχρεωτικού εμβολιασμού στα επαγγέλματα υγείας, αλλά μίλησε και για “τυραννία των ανεμβολίαστων”!
Για το λόγο αυτό, η συγγραφέας του παρακάτω άρθρου (που δημοσιεύτηκε στις 23 Νοεμβρίου 2021 στην γερμανική έκδοση του Russia Today απ’ όπου και το αναδημοσιεύουμε), η Dagmar Henn, έγραψε μια ανοιχτή επιστολή προς αυτόν τον ιατρικό ηγέτη, ζητώντας του να κοιταχτεί στον καθρέφτη. Στο τέλος της μετάφρασης του άρθρου της, παραθέτουμε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από την επιστολή της.
Διαρκής υποκίνηση σε μίσος κατά των ανεμβολίαστων: τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης σε ένα πείραμα φυλακής
της Dagmar Henn*
Μετάφραση Hans Drager
Είναι όλοι εναντίον του “μίσους” και της “υποκίνησης”, αλλά εάν στρέφονται κατά των ανεμβολίαστων είναι εντάξει. Εκεί επιτρέπεται να γίνει αυτό σε όλα τα κανάλια. Το “Spiegel” και η “Zeit” παρέχουν εύστοχα παραδείγματα. Συμπεριφέρονται σαν σε ένα γιγαντιαίο πείραμα Milgram.
Εν τω μεταξύ, όλες οι αναστολές έχουν πέσει. Αυτό φαίνεται από το teaser ενός νέου σχολίου του Der Spiegel: «Οι αντίπαλοι του εμβολιασμού στέλνουν απειλές θανάτου, οι μονάδες εντατικής θεραπείας ξεχειλίζουν, αλλά οι πολιτικοί συνεχίζουν να επικαλούνται τη “συνοχή” και τον κίνδυνο ενός “κοινωνικού διχασμού”. Αυτό πρέπει να σταματήσει».
Δεν είναι πολύ δύσκολο να αναλύσουμε αυτό το κείμενο. Πρώτον, ο τόνος είναι κακόβουλος και προς τις δύο κατευθύνσεις, αν και αρκεί να τεκμηριώσει κανείς τη μία από αυτές με επιστολές προς τον εκδότη, όπως κάνει ο αρθρογράφος του Spiegel – η άλλη μπορεί να βρεθεί στα άρθρα και στις ανακοινώσεις των επίσημων φορέων. Η υπερχείλιση των μονάδων εντατικής θεραπείας έχει μόνο περιορισμένη σχέση με τον Κορωνοϊό, όμως έχει τουλάχιστον τόση σχέση με μια λανθασμένη, προσανατολισμένη στο κέρδος πολιτική υγείας, και όσον αφορά την επίκληση της συνοχής μεταξύ εμβολιασμένων και ανεμβολίαστων, εγώ πάντως δεν γνωρίζω κάτι τέτοιο.
Αλλά πώς γίνεται άνθρωποι που θα περίμενε κανείς να έχουν μια ορισμένη πολιτική και κοινωνική παιδεία να παρεκκλίνουν με αυτόν τον τρόπο; Δύο σχόλια, ένα στο Der Spiegel και ένα στην Die Zeit, χρησιμοποιούν το ίδιο τέχνασμα για να σχηματίσουν ένα εχθρικό μπλοκ από την άμορφη μάζα των ανεμβολίαστων. Στο σχόλιο της Die Zeit, το οποίο τελικά συνιστά τον μαζικό εξοστρακισμό των “αντιπάλων του εμβολιασμού”, ορίζεται ως εξής: “Η απόρριψη των κυβερνητικών μέτρων ή του κράτους ως τέτοιου με βάση -ή μη- επιστημονικά ή νομικά πορίσματα είναι το αγκίστρι των επιτυχιών που όλοι μπορούν να τραγουδήσουν”. Στο Der Spiegel αναφέρεται: “Ακόμα και όσοι πιστεύουν ανώνυμους ισχυρισμούς σε κάποιο κανάλι Telegram περισσότερο από το Ινστιτούτο Robert Koch[1] ή τη Μόνιμη Επιτροπή Εμβολιασμών[2] έχουν εγκαταλείψει προ πολλού το έδαφος των κοινών αξιών”.
Η απόρριψη των κυβερνητικών μέτρων ή η πίστη σε πηγές διαφορετικές από το Ινστιτούτο Robert Koch είναι επομένως κακό και χαρακτηρίζει το συγκεκριμένο άτομο ως εχθρό του Συντάγματος. Ναι, αυτοί οι κύριοι φτάνουν μέχρι εκεί. Γι’ αυτό, βέβαια, μέτρα όπως η άφθονη παραφροσύνη του 3G[3] στις τοπικές συγκοινωνίες, που στην πραγματικότητα απειλεί τα προς το ζην των ανθρώπων, είναι απολύτως εντάξει, επειδή αφορά μόνο τους εχθρούς του συντάγματος.
Όχι, δεν έχει πολύ νόημα να συζητήσουμε εδώ για την επιστημονικότητα και να επισημάνουμε ότι, αφενός, η “κατάσταση της επιστήμης” είναι πάντα μόνο ένα στιγμιότυπο σε μια συνεχή συζήτηση μεταξύ διαφορετικών θέσεων και, αφετέρου, ότι “η επιστήμη με Ε κεφαλαίο” έχει συχνά πάρει μοιραία λάθος στροφές στην πορεία της ιστορίας – αρκεί να θυμηθούμε τις λέξεις-κλειδιά “Volksgesundheit (δημόσια υγεία)”, “ευγονική” και “ευθανασία”[4]. Κάποιος μπορεί να το γνωρίζει καλύτερα, και μπορεί να αναγνωρίσει πότε καθιστά τον εαυτό του συμμέτοχο σε ένα φαύλο παιχνίδι.
Αλλά για να καταλάβουμε τι συμβαίνει με αυτούς τους κυρίους, πρέπει να θυμηθούμε δύο κοινωνιολογικά πειράματα, τα οποία φαίνεται να λαμβάνουν χώρα σε μεγάλη κλίμακα αυτή τη στιγμή. Το πρώτο, παλαιότερο από τα δύο είναι το πιο γνωστό: το πείραμα Milgram. Σε αυτό το πείραμα, οι συμμετέχοντες τοποθετήθηκαν μπροστά από μια συσκευή που υποτίθεται ότι χορηγούσε ηλεκτροσόκ σε ένα άτομο σε ένα άλλο δωμάτιο- στο άλλο δωμάτιο καθόταν ένας ηθοποιός, εκτός οπτικού πεδίου, ο οποίος αντιδρούσε στα “ηλεκτροσόκ” με κραυγές. Τα υποκείμενα έπρεπε τώρα να τιμωρήσουν αυτό το αόρατο άτομο για τα λάθη στην επίλυση συγκεκριμένων καθηκόντων. Στο δωμάτιο μαζί τους βρισκόταν ένας “επιστήμονας” που τους ενθάρρυνε να τιμωρούν πιο σκληρά.
Το συγκλονιστικό αποτέλεσμα αυτού του πειράματος, ήταν ότι οι περισσότεροι συμμετέχοντες ήταν πρόθυμοι να προκαλέσουν ηλεκτροσόκ ακόμη και αν αυτά χαρακτηρίζονταν θανατηφόρα, εφόσον ο “επιστήμονας” τους έδινε τις σχετικές οδηγίες. Αρκούσε η παρουσία μιας εξουσίας για να είναι τα υποκείμενα πρόθυμα να υπερβούν τα πολιτισμικά όρια, όπως η απαγόρευση της θανάτωσης. Τα δύο τρίτα το έκαναν.
Το πείραμα επαναλήφθηκε σε διαφορετικούς συνδυασμούς – αποδείχθηκε ότι δύο παράγοντες οδηγούσαν σε πρόωρη εγκατάλειψη: όταν υπήρχε άμεση επαφή μεταξύ του “βασανιστή” και του “βασανιζόμενου” και όταν υπήρχαν δύο επικεφαλής του πειράματος με διαφορετικές προτροπές. Από τη στιγμή που ήταν παρών μόνο “ο επιστήμονας” και δεν υπήρχε άμεση επαφή μεταξύ του δράστη και του θύματος, τότε το ποσοστό των δύο τρίτων παρέμεινε το ίδιο ακόμη και με επαναλήψεις.
Εδώ που τα λέμε, από το πείραμα του Milgram πρέπει να βγάλουμε ένα συμπέρασμα: πόσο επικίνδυνο είναι να μιλάμε για “επιστήμη με Ε κεφαλαίο”. Διότι με αυτή την (εκ των πραγμάτων ανούσια) απλούστευση, δημιουργείται μια κατάσταση που μοιραία θυμίζει το πείραμα. Αν η “επιστήμη με Ε κεφαλαίο” νομιμοποιεί μια πράξη, όσο καταστροφική, ανήθικη ή παραβατική κι αν είναι, τα δύο τρίτα θα είναι πρόθυμα να την εκτελέσουν.
Κατά τη διάρκεια της πολιτικής αντί-Κορώνα, ωστόσο, συνέβη ακριβώς το ίδιο πράγμα. Μεγάλη προσπάθεια έχει καταβληθεί για την καθιέρωση μεμονωμένων ιδρυμάτων ως “η Επιστήμη” – ένα αλληλοενισχυόμενο μπλοκ του Ινστιτούτου Robert Koch, του Ehtikrat[5] και της Leopoldina[6], και τα τρία αυτά ιδρύματα που πριν από δύο χρόνια ελάχιστοι άνθρωποι γνώριζαν, πόσο μάλλον θα χρησιμοποιούσαν ως σημείο αναφοράς για τις δικές τους πεποιθήσεις. Αυτό το μπλοκ είναι η πηγή όλων των δηλώσεων που γίνονται αποδεκτές ως “επιστημονικές”- όποιος παρεκκλίνει από αυτό πέφτει αναπόφευκτα στο ρόλο του θύματος του Milgram- μόνο που αυτή τη φορά οι πράξεις είναι πραγματικές.
Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Υπάρχει ένα δεύτερο πείραμα κοινωνικής ψυχολογίας που ανήκει σε αυτό το πλαίσιο, το Stanford-Prison-Experiment (το πείραμα των φυλακών του Στάνφορντ). Σε αντίθεση με το πείραμα του Milgram, αυτό το πείραμα έπρεπε να τερματιστεί πρόωρα.
Σε αυτό το πείραμα, μια ομάδα μαθητών με συγκρίσιμο κοινωνικό υπόβαθρο χωρίστηκε: ένα μέρος έγινε “δεσμοφύλακες” και ένα μέρος “φυλακισμένοι”. Οι κρατούμενοι φορούσαν ιδρυματικό ρουχισμό και τους έδιναν αριθμούς αντί για ονόματα. Σε αυτή τη “φυλακή” υπήρχαν πολλοί κανόνες που έπρεπε να τηρούν και οι “δεσμοφύλακες” είχαν το δικαίωμα να τους τιμωρούν για παραβάσεις.
Το πείραμα σταμάτησε επειδή οι φύλακες γίνονταν όλο και πιο βίαιοι με τους κρατούμενους. Από την αξιολόγηση προέκυψαν τα ακόλουθα συμπεράσματα: Η πιθανότητα κακοποίησης αυξάνεται με την αποπροσωποποίηση (ρούχα, αριθμοί) και με την πολυπλοκότητα των κανόνων που μπορούν να παραβιαστούν. Οι συμμετέχοντες που δεν γνώριζαν ο ένας τον άλλον από πριν και που έμοιαζαν μεταξύ τους, στο βαθμό που αυτό είναι δυνατό κατά τη συγκρότηση μιας τέτοιας πειραματικής ομάδας, εξαφανίστηκαν πίσω από τους ρόλους που τους είχαν ανατεθεί. Συμπεριφέρονταν επίσης διαφορετικά από ό,τι θα θεωρούσαν δυνατό στην καθημερινή ζωή.
Δύο ακόμη παράγοντες ενίσχυσαν την τάση των “φρουρών” να συμπεριφέρονται απάνθρωπα: η πίεση για συμμόρφωση, δηλαδή η ανάγκη να είναι αναγνωρισμένο μέλος της ομάδας, και η γνωστική ασυμφωνία. Το τελευταίο μπορεί να προκαλέσει ακόμη και μια παράδοξη δράση – επειδή κάποιος αντιλαμβάνεται ότι παραβιάζει τα δικά του ηθικά πρότυπα, αλλά η ομάδα και το περιβάλλον απαιτούν δράση εναντίον τους, το αρνητικό συναίσθημα που προκαλεί αυτή η παραβίαση τον οδηγεί όχι μόνο να καταπιέσει το συναίσθημα, αλλά ακόμη και να δράσει εναντίον του (τα ηθικά πρότυπα) με ιδιαίτερο ζήλο.
Και τώρα ας φανταστούμε ότι όλα τα τελευταία δύο χρόνια ήταν ένα γιγαντιαίο πείραμα και ας αναζητήσουμε ποια στοιχεία των δύο πειραματικών διατάξεων είναι παρόντα σε αυτό.
Ο πρώτος παράγοντας είναι απλός. “Η Επιστήμη”. Η εξουσία που βοηθά να αγνοηθούν τα προσωπικά ηθικά πρότυπα έχει ήδη εισέλθει σε αυτό το χώρο.
Τώρα τι γίνεται με την απόσταση που ήταν σημαντική στο πείραμα του Milgram; Λοιπόν, η σαφέστερη προθυμία για τη διακοπή του πειράματος ήταν όταν ο “δράστης” και το “θύμα” είχαν σωματική επαφή. Η οπτική επαφή δεν είχε τόσο σαφές αποτέλεσμα. Τώρα ζούμε υπό τους κανόνες της “κοινωνικής απόστασης” εδώ και 18 μήνες, οπότε κάθε μορφή σωματικής επαφής έχει μειωθεί.
Και όχι μόνο αυτό. Η μείωση των κοινωνικών επαφών στην καθημερινή ζωή για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, οδηγεί σε θεμελιώδη κοινωνικό αποπροσανατολισμό. Επειδή οι άνθρωποι δεν αναπτύσσουν τα πρότυπα της κοινωνικής τους συμπεριφοράς ως άτομα στο κενό, αλλά μόνο σε επαφή με άλλους, στην ομάδα. Το ίδιο ισχύει και για την αυτοαντίληψή τους. Αν, για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, παραλείπεται η κοινωνική εμπειρία στο άμεσο περιβάλλον, τότε τα εσωτερικά πρότυπα του ατόμου αποδυναμώνονται σε σχέση με τα εξωτερικά επιβαλλόμενα. Κανείς δεν θα το πραγματοποιήσει, αλλά μετά από δεκαοκτώ μήνες μέτρων αντι-Κορώνα, το αποτέλεσμα του πειράματος Milgram είναι πιθανό να είναι ακόμη πιο τρομακτικό σε σχέση με το πρωτότυπο.
Και το πείραμα της φυλακής; Λοιπόν, υπάρχει μια πληθώρα κανόνων που πρέπει να τηρούνται, οι οποίοι αλλάζουν και αυστηροποιούνται συνεχώς. Η πολιτική επιβάλλει το διαχωρισμό του πληθυσμού σε εμβολιασμένους (“δεσμοφύλακες”) και μη εμβολιασμένους (“κρατούμενοι”) – όλη η ρητορική γύρω από τον εμβολιασμό αποσκοπούσε στην οικοδόμηση πίεσης από ομοτίμους (“αντισυναδελφικοί”, “εγωιστές” κ.λπ.) και έχει καταβληθεί σημαντική προσπάθεια για τη δημιουργία μιας σαφούς εικόνας εχθρού από την κοινωνικά, πολιτικά και ψυχολογικά άμορφη ομάδα των μη εμβολιασμένων (όπως φαίνεται στα παραπάνω ‘τσιτάτα’).
Το γεγονός ότι πολλές από τις συναντήσεις στο δημόσιο χώρο λαμβάνουν χώρα με μάσκα, δηλαδή με την παρουσία ενός μέσου που αποπροσωποποιεί, πρέπει να συμπεριληφθεί ως ενισχυτικός παράγοντας. Ταυτόχρονα, η κατασκευή της ομάδας των “αρνούμενων τον εμβολιασμό” είναι η ίδια ένα μέσο που, αφενός, δημιουργεί και αυξάνει την ομαδική πίεση (μεταξύ των κομφορμιστών) και, αφετέρου, συμβάλλει στην αποπροσωποποίηση των μελών της άλλης ομάδας. Όπως είπε ο συγγραφέας της Zeit, όλοι τραγουδούν το ίδιο τραγούδι, ή κατά την εκδοχή του Spiegel, ακούνε λάθος πηγές και έτσι έχουν εγκαταλείψει το έδαφος των κοινών αξιών.
Επιπλέον, υπάρχει ένα κίνητρο που το πείραμα της φυλακής του Στάνφορντ δεν γνώριζε, η αλλαγή του ρόλου από κρατούμενο σε φύλακα. Αφού το πρώτο και το δεύτερο lockdown κατέστησαν όλους εξίσου φυλακισμένους (lockdown είναι αρχικά o εγκλεισμός όλων των φυλακισμένων στα κελιά τους σε μια φυλακή), δόθηκε δημόσια η υπόσχεση ότι ο εμβολιασμός θα τους απέτρεπε από το να φυλακιστούν ξανά (δηλαδή θα τους επέτρεπε να εγκαταλείψουν το ρόλο του φυλακισμένου). Το αφήγημα της “πανδημίας των ανεμβολίαστων” χρησιμοποιήθηκε στη συνέχεια για να σηματοδοτήσει ότι η δεύτερη ομάδα της κοινωνίας, οι ανεμβολίαστοι, θα ήταν υπεύθυνη εάν οι εμβολιασμένοι, οι οποίοι φαίνεται ότι κατάφεραν να αναδειχθούν από φυλακισμένοι σε φρουρούς, υποβιβάστηκαν και πάλι σε φυλακισμένους.
Οι κοινωνικοί ρόλοι, παρεμπιπτόντως, δεν πρέπει να ξεχνάμε, είναι ισχυρότεροι από τις πληροφορίες. Όταν οι τελευταίες έρχονται σε σύγκρουση με τις πρώτες, συνήθως αγνοούνται. Γι’ αυτό και η αναφορά σε γεγονότα όπως ο αριθμός των “εκ διαφυγής λοιμώξεων από εμβόλιο” (Vaccine breakthrough infections) ή η ακραία διαφορά μεταξύ της αποτελεσματικότητας του εμβολιασμού που υποσχέθηκαν την άνοιξη και της πραγματικής αποτελεσματικότητας του εμβολιασμού, είναι απίθανο να επηρεάσει τους δύο αρθρογράφους. Εξάλλου, απειλούνται με υποβιβασμό σε κρατούμενους αν παρεκκλίνουν.
Και πόσο ανεπιθύμητη είναι αυτή η θέση, μπορούν να το εκτιμήσουν από τις δικές τους φαντασιώσεις. Ο Christian Stöcker στο Der Spiegel, για παράδειγμα, πιστεύει ότι περισσότεροι και πολύ νωρίτερα κανόνες 2G και υποχρεωτικοί εμβολιασμοί σε ορισμένα επαγγέλματα, θα ήταν κατάλληλοι για να αποτραπεί η “καταστροφή στις μονάδες εντατικής θεραπείας”, και χύνει την έκκλησή του για (απροσδιόριστη) αυστηρότερη δράση κατά των ανεμβολίαστων στη φράση: “Το να αγνοείς τις κοινωνικές συγκρούσεις για να μην θέτεις σε κίνδυνο τη ‘συνοχή’ δεν βοηθάει σε μια δημοκρατία”.
Ωστόσο, ακόμη και η υποτιθέμενη αντιπαράθεση της μη λήψης μέτρων κατά των ανεμβολίαστων για να μην τεθεί σε κίνδυνο η “συνοχή” είναι ένας μπαμπούλας που ο Stöcker στήνει για τον εαυτό του, τουλάχιστον δεν γνωρίζω κανέναν στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση ή σε κάποια από τις κυβερνήσεις των κρατιδίων που να μετριάζει τα μέτρα με αυτό το επιχείρημα. Αυτή η ψεύτικη θέση οικοδομείται μόνο και μόνο επειδή πρέπει να επιχειρηματολογήσει εναντίον κάποιου, αλλά γι’ αυτόν οι ανεμβολίαστοι είναι ήδη στο ρόλο των ‘μη πολιτών’, των φυλακισμένων, με τους οποίους, σύμφωνα με το άθροισμα του παραληρήματος του, έχει επιδειχθεί υπερβολική επιείκεια. Ένα ρητορικό τέχνασμα, παρεμπιπτόντως, το οποίο από το “quo usque tandem” του Κικέρωνα (πόσο καιρό θα συνεχίσεις να καταχράσαι την υπομονή μας, Κατιλίνα;) προηγείται αμέσως της πολιτικής δίωξης.
Ο δεύτερος δεσμοφύλακας, ο Cristian Vooren, ακολουθεί επίσης αυτό το μοτίβο στο Die Zeit, αν και στην περίπτωσή του η βία έχει ήδη ξεσπάσει, τουλάχιστον με την μεταφορική έννοια. Κατασκευάζει και αυτός μια ομάδα “αντιπάλων του εμβολιασμού”, η οποία είναι φυσικά δεξιά, αντισημιτική και κατά τα άλλα καταδικαστέα, και στη συνέχεια θρηνεί για την “πλειοψηφία που έχει εκπαιδευτεί στην κατανόηση”. Όχι ότι κάτι τέτοιο έχει γίνει αντιληπτό οπουδήποτε σε αυτή τη χώρα τους τελευταίους μήνες. Αλλά η επίκληση σε αυτό που κάποτε έτρεχε από την “κοινή λογική” (‘gesundes Volksempfinden’) στη “δικαιολογημένη λαϊκή οργή” (‘gerechter Volkszorn’) πρέπει ακόμα να μεταμφιεστεί λίγο.
“Αυτό που χρειάζεται τώρα δεν είναι περισσότερη διαφάνεια, αλλά μια αιχμηρή σφήνα”. Και: “Μια αρχή θα ήταν ήδη να αποκλείσουμε ό,τι δεν βασίζεται σε γεγονότα, δεν είναι αντιεπιστημονικό και εχθρικό προς το κράτος”. Φροντίζει ωστόσο να μην πει από τι (να αποκλειστούν). Από την κοινωνική ζωή; Από τη δουλειά; Από το φαγητό; Από το να είσαι; Ο κανόνας 3G στις τοπικές μεταφορές έρχεται πολύ κοντά στο να στερήσει από τους ανθρώπους τα προς το ζην. Τι άλλο συμβαίνει στο κεφάλι του κ. Vooren, δεν θέλω καν να μάθω με περισσότερες λεπτομέρειες.
Και οι δύο κύριοι είναι καλά λειτουργικοί δεσμοφύλακες/δράστες. Πράγμα που δεν προκαλεί έκπληξη, αν αναλογιστεί κανείς πόσοι παράγοντες υπάρχουν και στα δύο πειράματα και ότι οι περισσότεροι άνθρωποι υπό τέτοιες συνθήκες επιδεικνύουν ακριβώς αυτή τη συμπεριφορά. Δυστυχώς, σε αντίθεση με το αρχικό πείραμα στο Στάνφορντ, δεν υπάρχει κανείς που θα σταματήσει αυτό το πείραμα.
* Dagmar Henn, δημοτική σύμβουλος του Αριστερού Κόμματος στο δημοτικό συμβούλιο του Μονάχου από το 2008 έως το 2014. Δημοσιογράφος, αρθρογραφεί για την Linke Zeitung και το γερμανικό τμήμα του Russia Today.
Παραθέτουμε στη συνέχεια απόσπασμα από την ‘Ανοικτή επιστολή’ της Dagmar Henn στον Πρόεδρο του Παγκόσμιου Ιατρικού Συλλόγου, τον ιατρό Frank Ulrich Montgomery, με ημερομηνία 08.11.2021:
« … Αλλά εσείς, κ. Μοντγκόμερι, είχατε μάλιστα κάποτε βραβευτεί για την προώθηση της συζήτησης σχετικά με την εμπλοκή των ιατρών στον ναζιστικό φασισμό. Σίγουρα δεν σας λέω κάτι καινούργιο όταν λέω ότι ήταν βαθιά και εκτεταμένη. Αν τώρα κατηγορείτε μια πληθυσμιακή ομάδα που έχει ήδη βαφτιστεί τεμπέλα, ηλίθια, αντικοινωνική και χωρίς αλληλεγγύη και της οποίας η απεικόνιση στα μέσα ενημέρωσης, όπως στην περίπτωση (του ποδοσφαιριστή της Bayern Muenchen) Kimmich, απέχει ελάχιστα από τη ρητορική της «μάστιγας της “Volksgesundheit”», δηλ. της δημόσιας υγείας όπως την όριζαν οι Ναζί, για τυραννία, η οποία δεν μπορεί να ερμηνευτεί με κανέναν άλλο τρόπο παρά μόνο ως έκκληση προς τους εμβολιασμένους να ξεσηκωθούν εναντίον των ανεμβολίαστων, τότε θα πρέπει να ανατριχιάσετε όταν κοιτάζεστε τον εαυτόν σας στον καθρέφτη, υπό την προϋπόθεση ότι έχετε πραγματικά ρίξει μια ματιά στο παρελθόν της γερμανικής ιατρικής.
… Ακριβώς επειδή μια ομάδα ορίζεται από μια κοινή πεποίθηση και όχι από μια καταγωγή ή μια ασθένεια, δεν είναι θεμιτό να εξεγείρεται ο κόσμος εναντίον της με τρόπο που αφήνει πίσω του κάθε όριο δημοκρατικής επικοινωνίας και δεν μπορεί πλέον να αρνηθεί τη συγγένειά της με τα πρότυπα σκέψης της ναζιστικής προπαγάνδας».
[1] Robert Koch Institut: Κεντρικό ίδρυμα της ομοσπονδιακής κυβέρνησης στον τομέα της επιτήρησης και της πρόληψης ασθενειών, που πήρε το όνομά του από τον επικεφαλής του Βασιλικού Πρωσικού Ινστιτούτου Λοιμωδών Νοσημάτων, που ιδρύθηκε το 1891, τον ιατρό, μικροβιολόγο και υγιεινολόγο Ρόμπερτ Κοχ, ο οποίος πέθανε το 1910 και ο οποίος, μαζί με τον Λουδοβίκο Παστέρ, θεωρείται ο θεμελιωτής της σύγχρονης βακτηριολογίας. Πάνω απ’ όλα, όμως, ήταν ένας αδίστακτος ρατσιστής ο οποίος, με το πρόσχημα της έρευνας για την ασθένεια του ύπνου στην τότε αποικία του Γερμανικού Ράιχ στην Ανατολική Αφρική, χορήγησε εν γνώσει του τοξικά φάρμακα που περιείχαν αρσενικό σε υψηλές δόσεις στους ιθαγενείς που έπασχαν από την ασθένεια του ύπνου και στη συνέχεια τους απομόνωσε σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπου όσοι εμβολιάστηκαν τυφλώθηκαν και πέθαναν μέσα στην αγωνία.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το Ινστιτούτο έλαβε το σημερινό του όνομα “Robert Koch Institute” το 1941, κατά τη διάρκεια του ναζιστικού καθεστώτος. Είναι επίσης σημαίνον ότι το διάδοχο κράτος των Ναζί, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, διατήρησε αυτό το όνομα έως και σήμερα.
Κατά τη διάρκεια του Τρίτου Ράιχ, το ινστιτούτο και οι γιατροί του συμμετείχαν ενεργά σε ιατρικά πειράματα σε ανθρώπους στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Η ιστοσελίδα του Ινστιτούτου αναφέρει λακωνικά:
«Το ινστιτούτο γίνεται ανεξάρτητο ινστιτούτο του Ράιχ και ονομάζεται πλέον “Ινστιτούτο Robert Koch”. Από εδώ και στο εξής, η έρευνα διεξάγονταν κυρίως σε μολυσματικές ασθένειες που απειλούσαν την ισχύ κρούσης του στρατού».
Εν τούτοις, δεν αναφέρει ούτε λέξη για τη ρατσιστική μανία του ονοματοδότη του στις πρώην γερμανικές αποικίες της Ανατολικής Αφρικής, ο οποίος τιμήθηκε με το βραβείο Dynamit-Nobel το 1905.
[2] Η „Ständige Impfkommission” (STIKO) (Μόνιμη Επιτροπή Εμβολιασμών) στο Ινστιτούτο Robert Koch (RKI) στο Βερολίνο, η οποία συμβουλεύει τα ομόσπονδα κρατίδια, έχει επίσης επανειλημμένα επικριθεί. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η πλειονότητα των μελών της έχει καλές έως πολύ καλές διασυνδέσεις με τη φαρμακοβιομηχανία. Εδώ και αρκετό καιρό, ωστόσο, είναι υποχρεωμένοι να αποκαλύπτουν αυτές τις συνδέσεις με τη μορφή “αυτοανακοινώσεων”. Αποτέλεσμα: Μόνο τρεις από τους 16 εμπειρογνώμονες είναι ” pharma-free “. Οι υπόλοιποι είτε συμμετέχουν σε επιτροπές που υποστηρίζονται από τους κατασκευαστές εμβολίων, είτε σχεδιάζουν μελέτες εμβολιασμού με τους κατασκευαστές, είτε εισπράττουν αμοιβές για διαλέξεις, είτε δημοσιεύουν για θέματα εμβολιασμού σε περιοδικά και άλλα μέσα ενημέρωσης, ορισμένα από τα οποία πληρώνονται από τους κατασκευαστές. Όλα αυτά μπορείτε να τα διαβάσετε στην ιστοσελίδα του RKI (Frankfurter Rundschau, 07.06.2010, https://www.fr.de/panorama/pharmafirmen-bezahlen-impfberater-11660809.html )
[3] Ο κανόνας 3G ορίζει ότι η πρόσβαση επιτρέπεται όχι μόνο σε εμβολιασμένα (Geimpft) και αποθεραπευμένα άτομα (Genesen) αλλά και σε άτομα που έχουν εξεταστεί αρνητικά (Getestet). Αυτό σημαίνει, για παράδειγμα, όταν επισκέπτεστε ένα εστιατόριο ή ένα κομμωτήριο: Όποιος δεν έχει εμβολιαστεί πλήρως ή δεν θεωρείται ότι έχει αναρρώσει, πρέπει να προσκομίσει είτε αρνητικό γρήγορο τεστ είτε τεστ PCR.
Ο κανόνας 2G ορίζει ότι μόνο τα εμβολιασμένα (Geimpft) και αποθεραπευμένα άτομα (Genesen) επιτρέπεται να εισέρχονται σε εσωτερικούς χώρους και εκδηλώσεις. Ένα αρνητικό αποτέλεσμα της εξέτασης δεν ισχύει πλέον για την είσοδο.
[4] Βλέπε σχετικά το άρθρο «Η ολική επαναφορά της ‘φυλετικής υγιεινής’ με σκόπιμη κατάρρευση του ΕΣΥ» του Δημήτρη Καζάκη στην ηλεκτρονική εφημερίδα ΞΑΣΤΕΡΙΑ της 23ης Μαρτίου 2021 https://xasteria.org/index.php/2021/03/23/post_14322/ και την ανακοίνωση του ιδρυτή της Σοσιαλιστικής Κολεκτίβας Ασθενών (SPK) και του Μετώπου Ασθενών (PF) – SPK/PF(H), Wolfgang Huber, στο συνέδριο του Movimento Freudiano με θέμα La Follia (Η Τρέλα) στο Milano to 1976 “Η Ιατροκρατία σε παγκόσμια κλίμακα” http://www.spkpfh.de/Iatrokratie_im_Weltmassstab_GR.htm
[5] Alena Buyx, καθηγήτρια Ιατρικής Ηθικής και πρόεδρος του Γερμανικού Συμβουλίου Ηθικής (Ethikrat): “Οι ανεμβολίαστοι τίθενται εκτός της αλληλέγγυας κοινότητας”.
[6] Nationale Akademie der Wissenschaften Leopoldina (Εθνική Ακαδημία Επιστημών). Ένα από τα κεντρικά καθήκοντα της Ακαδημίας είναι να συμβουλεύει την πολιτική, την κοινωνία και τη βιομηχανία σε τρέχοντα επιστημονικά θέματα και θέματα επιστημονικής πολιτικής. Στόχος της είναι να εκδίδει δηλώσεις και συστάσεις για την αντιμετώπιση επειγουσών κοινωνικών προκλήσεων και να αναδεικνύει σημαντικά ζητήματα για το μέλλον.
Η Sueddeutsche Zeitung (SZ) γράφει, μεταξύ άλλων, σχετικά με τις συμβουλευτικές εργασίες σε σχέση με τις διαρθρωτικές αλλαγές στον τομέα της υγείας:
“Σε μια ολοκληρωμένη μελέτη θέσεων, έξι ειδικοί σε θέματα ιατρικής και δημόσιας υγείας περιγράφουν τι θα χρειαζόταν για την έγκαιρη ανάκαμψη του νοσοκομειακού τοπίου με σκοπό την παροχή καλής και ταυτόχρονα οικονομικής περίθαλψης στους ασθενείς.
Το μήνυμά τους μπορεί να συνοψιστεί επιγραμματικά ως εξής: Από τα περισσότερα από 1600 γενικά νοσοκομεία της Γερμανίας, τα περισσότερα μπορούν να καταργηθούν. Η καλύτερη και αποτελεσματικότερη περίθαλψη θα μπορούσε να παρέχεται από 330 μόνο νοσοκομειακά κέντρα σε εθνικό επίπεδο. Τα μικρά νοσοκομεία χωρίς σύγχρονο ιατρικό εξοπλισμό θα πρέπει να κλείσουν.” (26 Οκτωβρίου 2016) (https://www.sueddeutsche.de/gesundheit/medizin-wissenschaftler-halten-1300-kliniken-fuer-ueberfluessig-1.3221646 ).
Αφήστε ένα σχόλιο