Η επίθεση της κυβέρνησης κατά συγγενών των θυμάτων και αντιπολίτευσης δεν είναι απότοκο πανικού.

του Βαγγέλη Μαρινάκη

Κοσμοδρόμιο 26/2/2025

«Τη φωνή μου ρε
κι ας μην έχω να φάω»
Γιάννης Στίγκας, Προφητεία που χαίρεται τους αφρούς της

Τι συμβαίνει με την κυβέρνηση και τα πρωτοκλασάτα στελέχη της στον απόηχο των τελευταίων αποκαλύψεων σχετικά με την εθνική πληγή των Τεμπών, ενόψει και των -πολυπληθών όπως αναμένεται- κινητοποιήσεων της 28ης Φεβρουαρίου, ημέρα συμπλήρωσης δύο ετών από την τραγωδία;

Γιατί ένα μίγμα ευθείας επίθεσης κατά συγγενών των θυμάτων, στοχοποίησης πολιτικών αντιπάλων, παρελθοντολογίας, κινδυνολογίας επιστρατεύεται με τη σφραγίδα του ίδιου του Πρωθυπουργού, σε μια εντυπωσιακής ταχύτητας μετατόπιση από δηλώσεις του τύπου «σκύβω το κεφάλι» στη λογική του κινδύνου της «πολιτικής αποσταθεροποίησης»;

Γιατί ο Άδωνις Γεωργιάδης σπεύδει -ωρυόμενος ως συνήθως- να ταυτίσει όσους θα συμμετάσχουν στα συλλαλητήρια με τη Ζωή Κωνσταντοπούλου και ο Μάκης Βορίδης τα βάζει με την εμβληματική φιγούρα που ακούει στο ονοματεπώνυμο Μαρία Καρυστιανού και ταυτίζεται πλέον με το καθολικό αίτημα της κάθαρσης;

Γεωργιάδης για Τέμπη: «Πλέον θα φωνάζω»…

Ο συνήθως… μειλίχιος κ.Γεωργιάδης
φωνάζει και ζητά από τους Νεοδημοκράτες να αντιδράσουν με «οργή» στις κατηγορίες περί συγκάλυψης.

«Διατυπώνει πολιτικές απόψεις [σ.σ. η κ. Καρυστιανού]. Για τις πολιτικές της απόψεις, δηλαδή για αυτά που εκφεύγουν του ποινικού της ρόλου, δεν μπορεί να βρίσκεται στο απυρόβλητο όπως κανείς μας» ήταν τα ακριβή λόγια του υπουργού Επικρατείας, ο οποίος λίγες ώρες αργότερα μας κάλεσε να δούμε τη… μεγάλη εικόνα, τονίζοντας πως «το ζήτημα των Τεμπών σε σχέση με όσα γίνονται στον πλανήτη». Με λίγα λόγια «με αυτά θα ασχολούμαστε τώρα»;

Είχε προηγηθεί ο υπουργός Υγείας: «Η κοινωνία κινητοποιείται, αλλά δεν σημαίνει ότι έχει πάντα δίκιο. Η κοινωνία ήταν στο δρόμο για το μνημόνιο και ήταν οι “Αγανακτισμένοι” στο Σύνταγμα και εκεί ήταν που κάψανε και τους 4-5 στη Marfin», μας ενημέρωσε ο ίδιος άνθρωπος που μετά τις εθνικές εκλογές πυκνά συχνά επικαλείται το «41%».

Θα προσέθετε κι άλλα αργότερα, βγαλμένα από το χρονοντούλαπο του 2015. «Αν πέσει ο Μητσοτάκης θα γίνει χαμός, δράμα θα πάνε όλα […] Τα έλεγα στον κόσμο και το 2015 […] Η κάλπη έβγαλε capital control, κλειστές τράπεζες».

Έχουμε και λέμε: Αν επικρατήσει η τοξικότητα (ένας όρος που σημαίνει τα πάντα και τίποτα) θα πέσει η κυβέρνηση -πρόταση που κανείς δεν ψιθύρισε στα σοβαρά πλην μιας ψοφοδεούς πρότασης δυσπιστίας του ΣΥΡΙΖΑ- με αποτέλεσμα να κινδυνεύσει η οικονομία και η σταθερότητα της χώρας.

Μα καλά, αυτοί δεν ήταν που έκαναν λόγο για αναπτυξιακό άλμα, διακηρύσσοντας πως «τα πράγματα είναι καλύτερα από ποτέ»;

Όσο για τα περί αστάθειας δεν τους ενημέρωσαν πως το Σύνταγμα δίνει στη Βουλή τη δυνατότητα να αντικαταστήσει μια κυβέρνηση δίχως απαραίτητα να καταφύγει σε εκλογές;

Και ποιος ακριβώς είναι ο υποκινητής αυτής της διαβόητης ανατροπής; Το δεύτερο και καταϊδρωμένο ΠΑΣΟΚ; Ο Φάμελλος με τον Χαρίτση, που αδυνατούν να συννενοηθούν ώστε το 7+1,5 να γίνει 8,5; Η Λατινοπούλου που «μπλόκαρε« τη συζήτηση για τα Τέμπη στην Ευρωβουλή, ελέω «σκύλευσης της πατρίδας της» (παρακάμπτοντας πως μπορείς να σκυλεύσεις μόνο νεκρό σώμα); Εδώ γελάμε. Όσο για την Κωνσταντοπούλου και τον Βελόπουλο τα όποια δημοσκοπικά κέρδη προς το παρόν δεν είναι ικανά να φτιάξουν κανενός είδους ρεύμα (πέρα από αυτό το οποίο δημιουργεί η Νέα Δημοκρατία).

Τι συμπεράσματα μπορούν όμως να εξαχθούν από τα παραπάνω;

Το εγχειρίδιο της old school Δεξιάς

Υπάρχει η εκτίμηση πως η κυβέρνηση βρίσκεται σε πανικό, ότι προχωρά σε σπασμωδικές κινήσεις. Ότι την έχει καταβάλει κάποιου είδους πανικός εξαιτίας του ότι το συντριπτικό ποσοστό της κοινωνίας βρίσκεται απέναντί της, καταλογίζοντας της απόπειρα συγκάλυψης των πραγματικών υπαιτίων της σιδηροδρομικής τραγωδίας.

Όμως η προσπάθεια απαξίωσης των συγγενών, η καλλιέργεια κλίματος τρομοκρατίας μέσα από τις πολλαπλές αναφορές στα θύματα της Marfin, την επαναλαμβανόμενη χρησιμοποίηση λέξεων όπως χάος, τυφλή οργή, λαϊκισμός, νεκροί, το με κάθε τρόπο παραφούσκωμα μιας αδιόρατης απειλής ακυβερνησίας, την απόπειρα να αποδοθούν στο σύνολο της αντιπολίτευσης συσχετίσεις συνωμοσιολογικού χαρακτήρα δεν εκπορεύεται από κάποια ενστικτώδη αντίδραση στις εξελίξεις.

Πρόκειται για οδηγίες καλά βγαλμένες από το εγχειρίδιο κάθε αντιδραστικής εξουσίας που σέβεται τον εαυτό της. Πρόκειται για την παλιά και δοκιμασμένη μεθοδολογία της «στρατηγικής της έντασης», στο πρώιμο της στάδιο.

Διασπείροντας αμφιβολίες για τα κίνητρα των συμμετεχόντων, και προαναγγέλλοντας την ύπαρξη επεισοδίων, κουκουλοφόρων ή ακόμη και νεκρών η κυβέρνηση δεν αποσκοπεί μόνο στη μείωση του αριθμού των συμμετεχόντων στα συλλαλητήρια. Επιχειρεί να συσπειρώσει τον σκληρό πυρήνα των ψηφοφόρων της, το 28% των Ευρωεκλογών του 2023, να τους στοιχίσει για μια ακόμη φορά πίσω από το αφήγημα της «εσωτερικής απειλής», κατηγορώντας όλους τους αντιπάλους της εκ δεξιών και εξ ευωνύμων ως «ακραίους». Είναι η συνέχεια -και η συνέπεια- μιας στάσης που είδαμε να τίθεται σε εφαρμογή ήδη από το 2021 και την περίπτωση της Νέας Σμύρνης. Μόνο που τώρα η αντίδραση της κυβέρνησης είναι πολύ πιο λυσσαλέα, ακριβώς επειδή το ρήγμα με την κοινωνία είναι πολύ βαθύτερο.

Σε δεύτερη φάση, την επομένη της 28ης, θα δούμε πιθανότατα μια δεύτερη απόπειρα να διαχωριστούν οι «παραπλανημένοι» πολίτες από τους ταραξίες των οποίων η δράση έχει ήδη προεξοφληθεί. Κάτι τέτοιο θα επέτρεπε στο Μέγαρο Μαξίμου και την κοινοβουλευτική πλειοψηφία μια αλλαγή της ατζέντας στη βάση της διάρρηξης του συμπαγούς ως τώρα 70% το οποίο βλέπει κυβερνητική συγκάλυψη της υπόθεσης των Τεμπών.

Πρώτα όμως της χρειάζονται τα υλικά εκείνα που είναι ικανά να πειθαρχήσουν το μέχρι πρότινος πιστό εκλογικό σώμα, να δώσουν «αέρα» στα εσωκομματικά «στρατεύματα» που παρακολουθούσαν μέχρι πρότινος αποθαρρημένα όσα συμβαίνουν στην κοινωνία. Στόχος είναι πρωτίστως να ενεργοποιηθούν τα πιο συντηρητικά αντανακλαστικά της κοινωνίας, να εμπεδωθεί πάλι από την αρχή η αξία της «νοικοκυροσύνης», με την έννοια της στάσης εκείνης που ομνύει στα υλικά συμφέροντα και σε ένα βολικό προς τις ελίτ κώδικα βουβής διαμαρτυρίας, πιστής άνευ όρων στους θεσμούς.

«Ποιος αριθμός είναι μεγαλύτερος, το ένα ή το πέντε;» αναρωτιόνταν ο Ρόμπερτ Μπαράθιον στο Game of Thrones για να απαντήσει ότι «ένας στρατός πίσω από έναν ηγέτη, με έναν συγκεκριμένο σκοπό υπερτερεί». Μακριά από την τηλεοπτική πραγματικότητα και σε μια διόλου ζηλευτή παραλληλία των πραγμάτων είναι ο Κυριάκος Μητσοτάκης που κηρύσσει το έναυσμα μιας περιόδου πολιτικής και κοινωνικής έντασης ικανής να φέρει το πολιτικό σύστημα μπροστά σε άγνωστες συνέπειες.

Και όλα αυτά από την εμμονική απροθυμία των κυβερνώντων να ανταποκριθούν στις εύλογες απαιτήσεις μιας κοινωνίας που ζητά να αλλάξουν όλα όσα μας έφεραν στην 28η Φεβρουαρίου του 2023 και τον τραγικό θάνατο 57 συνανθρώπων μας.

Πηγή: Κοσμοδρόμιο