Η Δύση αντιμετωπίζει τουλάχιστον μία, δυνητικά δύο, συντριπτικές ήττες αυτή τη στιγμή – και έτσι τίθεται το ερώτημα: Θα αντληθούν μαθήματα από αυτό;
του Alastair Crooke*
μετάφραση Φλώρα Παπαδέδε
strategic-culture 07/10/2024
Ο Τζον Κέρι, μόλις την περασμένη εβδομάδα στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, αποκάλυψε ξεκάθαρα την αλήθεια: «Το Πρώτο Άρθρο του Συντάγματός μας αποτελεί σημαντικό εμπόδιο στην ικανότητά μας να καταφέρουμε να την εξαφανίσουμε [την παραπληροφόρηση]».
Μετάφραση: Η διακυβέρνηση αφορά αποκλειστικά τον έλεγχο της αφήγησης. Ο Κέρι διατυπώνει τη λύση της «Διεθνούς Τάξης» στο ανεπιθύμητο φαινόμενο ενός ανεξέλεγκτου λαϊκισμού και ενός δυνητικού ηγέτη που μιλά υπέρ του λαού: Απλώς, η «ελευθερία του λόγου» είναι ασύμβατη με τις συνταγές που συμφωνήθηκαν από το «διεθνές όργανο» – τη θεσμοθετημένη απόσταξη της «Διεθνούς Τάξης».
Ο Eric Weinstein το αποκαλεί Το Ξαλάφρωμα: Το Πρώτο Άρθρο, το φύλλο, η αξιοκρατία, η εθνική κυριαρχία, ο σεβασμός της ιδιωτικής ζωής, η ηθική, η ερευνητική δημοσιογραφία, τα σύνορα, η ελευθερία… το Σύνταγμα; Εξαφανίστηκαν;
Η σημερινή πραγματικότητα της ανεξέλεγκτης αφήγησης είναι ότι η εκτόξευση από το Ιράν την Τρίτη 200 βαλλιστικών πυραύλων – από τους οποίους 181 έφτασαν στο Ισραήλ – αναχαιτίστηκαν συντριπτικά από τα πυραυλικά αμυντικά συστήματα Σιδερένιος Θόλος (Iron Dome) και Βέλος (Arrow) του Ισραήλ. Και αφού η επίθεση δεν προκάλεσε θανάτους… Ήταν «αναποτελεσματική και ηττήθηκε», πρόφερε ο Μπάιντεν.
Ωστόσο, ο Will Schryver, ειδικός μηχανικός και σχολιαστής σε θέματα ασφαλείας, γράφει: «Δεν καταλαβαίνω πώς κάποιος που έχει δει τα πολλά βίντεο κλιπ των ιρανικών πυραυλικών πληγμάτων στο Ισραήλ δεν μπορεί να αναγνωρίσει και να αποδεχτεί ότι αποτέλεσε μια εκπληκτική επίδειξη των ιρανικών δυνατοτήτων. Οι βαλλιστικοί πύραυλοι του Ιράν έσπασαν την αντιαεροπορική άμυνα των ΗΠΑ/Ισραήλ και επέφεραν αρκετά πλήγματα με κεφαλές μεγατόνων σε ισραηλινούς στρατιωτικούς στόχους».
Το αποτέλεσμα και η ουσία στη συνέχεια έγκεινται στην «αποδεδειγμένη ικανότητα» – την ικανότητα επιλογής άλλων στόχων, την ικανότητα να γίνουν περισσότερα. Στην πραγματικότητα ήταν μια συγκρατημένη άσκηση επίδειξης, όχι μια πλήρης επίθεση.
Αλλά το μήνυμα σβήστηκε από την κοινή θέα.
Πώς γίνεται η κυβέρνηση των ΗΠΑ να αρνείται να κοιτάξει την αλήθεια κατάματα και να αναγνωρίσει αυτό που συνέβη, και προτιμά να ζητήσει από ολόκληρο τον κόσμο, που είδε τα βίντεο των πυραύλων να χτυπούν στο Ισραήλ, να «πάει παρακάτω» – όπως συμβουλεύουν οι αρχές, προσποιούμενη ότι δεν υπήρξε «τίποτα ουσιαστικό να δούμε εδώ». Ήταν αυτή η «υπόθεση» απλώς μια ενόχληση για τη συστημική διακυβέρνηση και «συναίνεση», όπως ο Κέρι χαρακτήρισε την ελευθερία του λόγου; Έτσι φαίνεται.
Το δομικό πρόβλημα, γράφει ο δοκιμιογράφος Aurelien, δεν είναι απλώς ότι η δυτική επαγγελματική τάξη εμμένει σε μια ιδεολογία – μια ιδεολογία που είναι εντελώς αντίθετη με τον τρόπο που οι απλοί άνθρωποι βιώνουν τον κόσμο. Αυτό αποτελεί σίγουρα μια πτυχή του. Όμως το μεγαλύτερο πρόβλημα έγκειται μάλλον σε μια τεχνοκρατική αντίληψη της πολιτικής ως κάτι που δεν «αφορά» σε τίποτα. Δεν είναι στην πραγματικότητα καθόλου πολιτική (όπως είπε κάποτε ο Τόνι Μπλερ), αλλά είναι μια ιδεολογία μηδενιστική από την οποία απουσιάζουν οι ηθικοί προβληματισμοί.
Μη έχοντας δική της πραγματική κουλτούρα, η δυτική επαγγελματική τάξη θεωρεί τη θρησκεία ξεπερασμένη και βλέπει την ιστορία ως επικίνδυνη, καθώς περιέχει στοιχεία που μπορούν να χρησιμοποιηθούν καταχρηστικά από «εξτρεμιστές». Προτιμά λοιπόν να μη γνωρίζει ιστορία.
Αυτό παράγει το μείγμα της πεποίθησης περί ανωτερότητας, αλλά και της βαθιάς ανασφάλειας, που χαρακτηρίζει τη δυτική ηγεσία. Η άγνοια και ο φόβος για τα γεγονότα και τις ιδέες που ξεφεύγουν από τα όρια της άκαμπτης ιδεολογίας τους, τα αντιλαμβάνονται, σχεδόν πάντα, ως έμφυτα εχθρικά προς τα συμφέροντά τους. Και αντί να επιδιώκουν να συζητήσουν και να καταλάβουν αυτό που είναι έξω από τις δυνατότητές τους, χρησιμοποιούν την απαξίωση και τη δολοφονία χαρακτήρων για να απομακρύνουν την ενόχληση.
Πρέπει να γίνει σαφές σε όλους ότι το Ιράν εμπίπτει σε όλες τις κατηγορίες που προκαλούν τη μεγαλύτερη ανασφάλεια της Δύσης. Το Ιράν είναι η κορυφή όλων των πραγμάτων που προκαλούν ανησυχία: Έχει μια βαθιά κουλτούρα και πνευματική κληρονομιά που στέκεται ρητά «διαφορετική» (αν και όχι σε αντίθεση) με τη δυτική παράδοση. Αυτές οι ιδιότητες, ωστόσο, παραπέμπουν το Ιράν στο να κατηγοριοποιηθεί απερίσκεπτα ως εχθρός της διακυβέρνησης της «Διεθνούς Τάξης». Όχι επειδή αποτελεί «απειλή», αλλά επειδή «αναστατώνει» το παράγγελμα για ευθυγράμμιση.
Έχει σημασία αυτό;
Ναι, έχει σημασία, γιατί καθιστά εξαιρετικά προβληματική την ικανότητα του Ιράν να επικοινωνεί αποτελεσματικά με την ιδεολογικά ευθυγραμμισμένη Διεθνή Τάξη.
Η Δύση ζήτησε και άσκησε πίεση για μια μετριασμένη απάντηση από το Ιράν – για πρώτη φορά τον Απρίλιο μετά τη δολοφονία από το Ισραήλ ενός Ιρανού στρατηγού και των συναδέλφων του στο ιρανικό προξενείο στη Δαμασκό.
Το Ιράν ανταποκρίθηκε. Εκτόξευσε μη επανδρωμένα αεροσκάφη και πυραύλους προς το Ισραήλ στις 13 Απριλίου με τέτοιο τρόπο που έστειλε ένα σύντομο (προειδοποιημένο) συντονισμένο μήνυμα ικανότητας, αλλά δεν προσκάλεσε έναν ολοκληρωτικό πόλεμο (όπως ακριβώς του ζητήθηκε από τη Δύση).
Μετά την δολοφονία από το Ισραήλ του Ismail Haniyeh (φιλοξενούμενος της Τεχεράνης που συμμετείχε στην ορκωμοσία του νέου Ιρανού Προέδρου), τα δυτικά κράτη παρακάλεσαν για άλλη μια φορά το Ιράν να απόσχει και πάλι από οποιαδήποτε στρατιωτικά αντίποινα εναντίον του Ισραήλ.
Ο νέος Πρόεδρος του Ιράν είπε δημόσια ότι Ευρωπαίοι και Αμερικανοί αξιωματούχοι πρόσφεραν στο Ιράν την άρση ουσιαστικών κυρώσεων ενάντια στην Ιρανική Δημοκρατία και μια εγγυημένη κατάπαυση του πυρός στη Γάζα σύμφωνα με τους όρους της Χαμάς – εάν δεν επιτίθονταν στο Ισραήλ.
Το Ιράν δεν προχώρησε σε επίθεση, αποδεχόμενο να φανεί αδύναμο στον έξω κόσμο (κάτι για το οποίο επικρίθηκε σκληρά). Ωστόσο, η δράση της Δύσης συγκλόνισε τον άπειρο νέο Πρόεδρο, Πεζεσκιάν:
«Αυτοί (τα δυτικά κράτη) είπαν ψέματα», δήλωσε. Καμία από τις υποσχέσεις δεν τηρήθηκε.
Για να είμαστε δίκαιοι με τον νέο Μεταρρυθμιστή Πρόεδρο, το Ιράν αντιμετώπισε ένα πραγματικό δίλημμα: Ήλπιζε να ακολουθήσει μια πολιτική αυτοσυγκράτησης προκειμένου να αποφευχθεί ένας επιζήμιος πόλεμος. Αυτή είναι η μία πλευρά του διλήμματος. Αλλά η άλλη πλευρά είναι ότι αυτή η αυτοσυγκράτηση θα μπορούσε να παρερμηνευτεί (ίσως κακόβουλα) και να χρησιμοποιηθεί ως πρόσχημα για κλιμάκωση. Εν ολίγοις, η άλλη πλευρά είναι ότι «είτε το θέλει, είτε όχι, ο πόλεμος έρχεται στο Ιράν».
Στη συνέχεια ακολούθησαν η «επίθεση με τους τηλε-ειδοποιητές» και οι δολοφονίες της ηγεσίας της Χεζμπολάχ, συμπεριλαμβανομένης της εμβληματικής φιγούρας του ηγέτη της, Σαΐντ Χασάν Νασράλα, εν μέσω τεράστιων παράπλευρων θανάτων αμάχων. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ (Πρόεδρος Μπάιντεν) είπε απλώς ότι αυτό συνιστά απονομή «δικαιοσύνης».
Και για άλλη μια φορά, η Δύση απαίτησε φορτικά και απείλησε το Ιράν ενάντια σε οποιαδήποτε αντίποινα προς το Ισραήλ. Αλλά σε αυτήν την περίπτωση, το Ιράν εξαπέλυσε μια πιο αποτελεσματική επίθεση με βαλλιστικούς πυραύλους, αν και σκόπιμα παρέλειψε να βάλει στο στόχαστρο την οικονομική και βιομηχανική υποδομή του Ισραήλ ή τον ισραηλινό λαό, εστιάζοντας αντ’ αυτού σε τοποθεσίες βασικών στρατιωτικών εγκαταστάσεων και κτίρια μυστικών υπηρεσιών. Ήταν, εν ολίγοις, ένα αποδεικτικό σήμα – αν και περιείχε ένα συστατικό αποτελεσματικής πρόκλησης ζημιών σε αεροπορικές βάσεις, στρατιωτικές τοποθεσίες καθώς και τοποθεσίες μυστικών υπηρεσιών. Ήταν όμως και πάλι μια περιορισμένη απάντηση.
Και τι κατάφερε;
Το μεγάλο μειδίαμα από τη Δύση ότι το Ιράν εμποδίστηκε / πολύ φοβήθηκε / πολύ διχάστηκε για να επιφέρει μια πλήρη ανταπόδοση. Στην πραγματικότητα, οι ΗΠΑ – γνωρίζοντας καλά ότι ο Νετανιάχου αναζητά το πρόσχημα για πόλεμο με το Ιράν – πρόσφεραν στο Ισραήλ την πλήρη υποστήριξή τους για μεγάλα αντίποινα κατά του Ιράν: «Θα υπάρξουν σοβαρές συνέπειες για αυτήν την επίθεση και θα συνεργαστούμε με το Ισραήλ για να το κάνουμε αυτό» είπε ο Τζέικ Σάλιβαν. «Μην κάνετε λάθος, οι Ηνωμένες Πολιτείες υποστηρίζουν πλήρως, πλήρως και πλήρως το Ισραήλ», είπε ο Μπάιντεν.
Το ηθικό δίδαγμα της ιστορίας είναι ξεκάθαρο: ο Πρόεδρος Πεζεσκιάν «εμπαίχτηκε» από τη Δύση – αντίστοιχα όπως ο Πρόεδρος Πούτιν με τη σκόπιμη «απάτη του Μινσκ». Αντίστοιχα επίσης, όπως η πισώπλατη μαχαιριά στη Συμφωνία Istanbul II. Την αυτοσυγκράτηση την οποία απαιτεί η Διεθνής Τάξη, την ερμηνεύει μετά και την προπαγανδίζει πάντα ως «αδυναμία».
Η «επαγγελματική μόνιμη τάξη» (το δυτικό βαθύ κράτος) απέχει από κάθε ηθικό υπόβαθρο. Επωφελούνται από τον μηδενισμό τους. Ίσως, ο τελευταίος ηγέτης ικανός για πραγματική διπλωματία που μου έρχεται στο μυαλό ήταν ο Τζον Κένεντι κατά τη διάρκεια της κουβανικής πυραυλικής κρίσης και στις επακόλουθες συναλλαγές του με τους σοβιετικούς ηγέτες. Και τι συνέβη; … Το σύστημα τον δολοφόνησε.
Φυσικά, πολλοί είναι θυμωμένοι στο Ιράν. Ρωτούν εάν το Ιράν εξέπεμψε πολύ πρόθυμα αδυναμία και διερωτώνται εάν αυτή η εκδήλωση συνέβαλε με κάποιο τρόπο στην ετοιμότητα του Ισραήλ να χτυπήσει τον Λίβανο τόσο ανελέητα και χωρίς περιορισμούς, όπως στο μοντέλο της Γάζας. Μεταγενέστερες αναφορές υποδηλώνουν ότι οι ΗΠΑ έχουν νέα τεχνολογικά συστήματα (που δεν είναι διαθέσιμα στο Ισραήλ), τα οποία εντόπισαν με ακρίβεια το πού βρισκόταν ο Σαΐντ Νασράλα και παρέδωσαν τις πληροφορίες στο Ισραήλ, γεγονός που οδήγησε στη δολοφονία του.
Εάν η Δύση επιμένει να υποτιμά τόσο την ιρανική αυτοσυγκράτηση – αποδίδοντάς την λανθασμένα σε ανικανότητα – θα είναι ποτέ ο ευρωπαϊκός και ο αμερικανικός παγκοσμιοταξίτικος «μονοκομματισμός» ικανός για ψυχρό ρεαλισμό; Μπορούν να κάνουν μια ορθή εκτίμηση των συνεπειών εάν το Ισραήλ ξεκινήσει πόλεμο ενάντια στο Ιράν; Ο Νετανιάχου έχει καταστήσει σαφές ότι αυτός είναι ο στόχος της ισραηλινής κυβέρνησης – ο πόλεμος με το Ιράν.
Η υβριστική εσφαλμένη αντίληψη ενός αντιπάλου, και η εσφαλμένη υποτίμηση των κρυμμένων δυνάμεών του, είναι τόσο συχνά ο πρόδρομος ενός ευρύτερου πολέμου (Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος). Και το Ισραήλ βρίθει από ζέση για πόλεμο για να εγκαθιδρύσει τη «Νέα Τάξη» του στη Μέση Ανατολή.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν είναι «περισσότερο από πρόθυμη» –βάζοντας το «περίστροφο στο τραπέζι»– να το πάρει ο Νετανιάχου και να πυροβολήσει, ενώ η Ουάσιγκτον θα προσποιείται ότι απέχει από την πράξη. Ο τελικός στόχος της Ουάσιγκτον είναι φυσικά η Ρωσία.
Ότι δεν πρέπει να εμπιστεύεται κανείς τη διπλωματία της Δύσης έχει γίνει κατανοητό. Το ηθικό δίδαγμα, ωστόσο, έχει ευρύτερες επιπτώσεις. Πώς ακριβώς, υπό τέτοιες συνθήκες, μπορεί η Ρωσία να θέσει τέλος στη σύγκρουση στην Ουκρανία; Φαίνεται ότι πολλοί περισσότεροι θα πεθάνουν άσκοπα, απλώς και μόνο λόγω της ακαμψίας του μονοκομματισμού και της ανικανότητάς του να «ασκήσει» διπλωματία.
Ακριβώς όπως πολλοί περισσότεροι Ουκρανοί έχουν χάσει τη ζωή τους από τότε που πετάχτηκε στα σκουπίδια η διαπραγμάτευση για τη Συμφωνία Istanbul II.
Η Δύση βρίσκεται στη δεινή θέση να υποστεί τουλάχιστον μία, δυνητικά δύο, συντριπτικές ήττες αυτή τη στιγμή – και έτσι τίθεται το ερώτημα: Θα πάρουν μαθήματα; Μπορούν να αντιληφθούν τα σωστά μαθήματα; Μπορεί καν η επαγγελματική τάξη της παγκοσμιοποίησης να αποδεχτεί ότι υπάρχουν μαθήματα που πρέπει να λάβει υπόψη;
Πηγή: strategic-culture.su
*Ο Alastair Crooke είναι πρώην Βρετανός διπλωμάτης, ιδρυτής και διευθυντής του Φόρουμ για τις Συγκρούσεις (Conflicts Forum) με έδρα τη Βηρυτό.
Αφήστε ένα σχόλιο