του Δημήτρη Καζάκη
Ο Δημήτρης Καζάκης είναι Πρόεδρος του ΕΠΑΜ και επικεφαλής του ενωτικού πολιτικού συνδυασμού ΣΥΜΜΑΧΙΑ ΑΝΑΤΡΟΠΗΣ.

Εξαιρετικά αφιερωμένο σ’ όλους τους αξιότιμους διδασκάλους της διχόνοιας, του εμφυλίου, της αδιαφορίας και της αποχής.

Θουκυδίδης, Ιστορίαι: Αχρείος όποιος δεν παίρνει μέρος στην πολιτική…

[2.40.1] Φιλοκαλοῦμέν τε γὰρ μετ᾽ εὐτελείας καὶ φιλοσοφοῦμεν ἄνευ μαλακίας· πλούτῳ τε ἔργου μᾶλλον καιρῷ ἢ λόγου κόμπῳ χρώμεθα, καὶ τὸ πένεσθαι οὐχ ὁμολογεῖν τινὶ αἰσχρόν, ἀλλὰ μὴ διαφεύγειν ἔργῳ αἴσχιον. [2.40.2] ἔνι τε τοῖς αὐτοῖς οἰκείων ἅμα καὶ πολιτικῶν ἐπιμέλεια, καὶ ἑτέροις πρὸς ἔργα τετραμμένοις τὰ πολιτικὰ μὴ ἐνδεῶς γνῶναι· μόνοι γὰρ τόν τε μηδὲν τῶνδε μετέχοντα οὐκ ἀπράγμονα, ἀλλ᾽ ἀχρεῖον νομίζομεν…

[2.40.1] Αγαπούμε το ωραίο, αλλά μένουμε απλοί και φιλοσοφούμε χωρίς να ενδίδουμε στη μαλακία. Τον πλούτο μας τον έχουμε για να τον χρησιμοποιούμε σε έργα και όχι για να καυχιόμαστε. Δεν θεωρούμε ντροπή τη φτώχεια. Ντροπή είναι να δουλεύεις και να μην την αποφεύγεις. [2.40.2] Οι ίδιοι, εμείς, φροντίζομε και τις ιδιωτικές μας υποθέσεις και τα δημόσια πράγματα κι ενώ ο καθένας μας φροντίζει τις δουλειές του, τούτο δεν μας εμποδίζει να συμμετέχουμε και στα πολιτικά. Είμαστε οι μόνοι που όποιον δεν παίρνει καθόλου μέρος σ’ αυτά τον θεωρούμε όχι μόνο ανίδεο, αλλά άχρηστο…

Ομήρου, Ιλιάς: Άπατρις όποιος δοξάζει τον εμφύλιο…

[9.50] ἀφρήτωρ ἀθέμιστος ἀνέστιός ἐστιν ἐκεῖνος, ὃς πολέμου ἔραται ἐπιδημίου ὀκρυόεντος.

Νόμον δεν έχει. ούτε γένος, αλλ᾽ ούτε εστίαν (πατρίδα) έχει όποιος τον εμφύλιον πόλεμον, τον άγριον, αγαπάει.

Πλούταρχος, Σόλων: Άτιμος όποιος δεν παίρνει θέση με τη μια ή την άλλη μερίδα [κόμμα]…

[20.1] Τῶν δ᾽ ἄλλων αὐτοῦ νόμων ἴδιος μὲν μάλιστα καὶ παράδοξος ὁ κελεύων ἄτιμον εἶναι τὸν ἐν στάσει μηδετέρας μερίδος γενόμενον. βούλεται δ᾽ ὡς ἔοικε μὴ ἀπαθῶς μηδ᾽ ἀναισθήτως ἔχειν πρὸς τὸ κοινόν, ἐν ἀσφαλεῖ τιθέμενον τὰ οἰκεῖα καὶ τῷ μὴ συναλγεῖν μηδὲ συννοσεῖν τῇ πατρίδι καλλωπιζόμενον, ἀλλ᾽ αὐτόθεν τοῖς τὰ βελτίω καὶ δικαιότερα πράττουσι προσθέμενον συγκινδυνεύειν καὶ βοηθεῖν μᾶλλον ἢ περιμένειν ἀκινδύνως τὰ τῶν κρατούντων.

[20.1] Από τους άλλους νόμους του [Σόλωνα] εντελώς ξεχωριστός και παράξενος είναι εκείνος που ορίζει ότι στερείται τα πολιτικά του δικαιώματα ο πολίτης που σε περίπτωση πολιτικής αναταραχής στην πόλη δεν τάσσεται με τη μία ή την άλλη παράταξη. Επιθυμούσε, όπως φαίνεται, να μη μένει κανένας απαθής και ασυγκίνητος προς τα δημόσια πράγματα, εξασφαλίζοντας τα του σπιτιού του και καυχώμενος που δεν συμπονεί και δεν υποφέρει μαζί με την πατρίδα του· αντίθετα, ήθελε, συντασσόμενος ο πολίτης με αυτούς που πολιτεύονται για τα καλύτερα και πιο δίκαια να κινδυνεύει μαζί τους και να βοηθάει παρά να περιμένει χωρίς κίνδυνο να δει ποιός θα είναι ο νικητής.

Ενότητα και πάλη, η φωνή της επανάστασης από το 1821 έως σήμερα…

Το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετώπιζαν οι πρωτεργάτες στις απαρχές της παλιγγενεσίας του 1821 ήταν όλοι εκείνοι που δίδασκαν την αποχή και την αδιαφορία, διότι ήταν αδύνατο – όπως έκριναν – να πετύχει η επανάσταση. Το γένος δεν ήταν έτοιμο. Ο ραγιάς δεν είχε παιδεία. Ξένη συνδρομή δεν υπήρχε. Οι αρχηγοί του ήταν ξυπόλητοι, ξιπασμένοι, αποτυχημένοι, μισαλλόδοξοι, όχι πιστοί χριστιανοί. Οι ευγενείς του πατρίου γένους δεν ενώνονται για να το οδηγήσουν. Ο δε Δυνάστης πανίσχυρος.

Σ’ όλους αυτούς απαντούσε η φωνή της επανάστασης δια γραφίδος Αριστόβουλου Λακεδαιμόνιου στην Προτροπή Πατριωτική προς το γένος των Γραικών, εν Σπάρτη 1821 κατά μήνα Απρίλιον:

«Ζώμεν λοιπόν, φίλοι Γραικοί, εις δουλείαν, όχι διότι ο τύραννός μας είναι ισχυρός, αλλά διότι ημείς αναισθητούμεν και αδιαφορούμεν, κι ούτως αυξάνομεν την καταισχύνην μας όντες δούλοι του αναδρότατου και χαυνοτάτου τυράννου… Η δουλεία η ιδική μας κάνει του τυράννου μας την δύναμιν… Όχι, μα τους εν Μαραθώνι προκινδυνεύσαντας! Όχι, ποτέ λαός δεν ετυραννήθη χωρίς να ήναι άξιος της τυρρανίας του…! Η δειλία του η ακινησία του χαλκεύει τα δεσμά με τα οποία δεσμεύουσιν οι τυρανοί του.» (8,10)

Όποιος διαδηλώνει την αδιαφορία του διότι δήθεν ακόμη δεν υφίστανται οι συνθήκες της ελευθερίας είναι αιχμάλωτος «χαμερπών αισθήσεων»: «Ιδού το μυστήριον των τοιούτων εγωιστών… Εμού θανόντος, γαία μιχθήτω πυρί. Ουδέν μέλλει μοι. τα’μά γαρ καλώς έχει. Αθεωτάτη και απανθρωποτάτη φωνή! Αλλ’ αυτοί λέγονται Χριστιανοί, οι καλοί άνθρωποι. Ο θεός να τους ανταμείψη δια την ομολογίαν των ταύτην. λατρευταί του Χριστού λέγονται εν ω αναιρούσι δι έργων τον Απόστολον του Χριστού επιθυμούντα να γένη εαυτώ ανάθεμα υπέρ των αδερφών αυτού, εν ω βλέπουσι αυτόν τον υιόν του θεού θυσιασθέντα δια την σωτηρίαν και την ευτυχίαν των ανθρώπων! Κι Χριστιανοί μεν είναι τοιούτοι, πατριώται δε είναι; Όχι, ας μην απατώνται. Δεν ημπορεί να έχη πατρίδα όστις δεν γνωρίζει παρά το σακκούλιον και το διφθέριόν του…» (12-13)

«Φρίττεις, φίλε Γραικέ, εις τα δεινά ταύτα, τρέμεις με μόνην την ανάμνησιν των δυστυχιών σου; Το μέσον να τα αποφύγης είναι εις τα χείρας σου, η σωτηρία σου κρέμαται από την θέλησίν σου. Η ευτυχία μας θέλει είσθαι γενική. Γενική η δυστυχία μας, γενική είναι η ανάγκη, γενικός πρέπει να γένη κι ο αγών μας, γενική η προθυμία μας, η συνδρομή μας, η βοήθεια, ο ζήλος. Πόθεν προσμένεις, αγαθέ πατριώτα, της πατρίδας την ανάστασιν; Ή θέλεις ν’ αποθάνουν οι άλλοι υπέρ τούτου δια ν’ αφήσουν έτοιμα εις εσέ τα καλά; Κι τότε συ πώς μπορείς να ονομασθείς πατριώτης; Με ποίον νόμον; Με ποίον δικαίωμα; Ότι αδιαφορείς όταν οι άλλοι εκινδύνευον; Ότι εζήτεις την ασφάλειάν σου όταν οι άλλοι έτρεχον εις τον θάνατον; Ή προσμένεις να ευτηχήση η πατρίς και τότε να την βοηθήσης; Απόπλοιο μετά της βοηθείας σου! Συ θέλεις να καπηλεύσης την ελευθερίαν του Γένους σου, να φανής προσφέρων τότε δια να ήσαι βέβαιος της αναταμοιβής και του κέρδους. Ή προσθέτων πρόφασιν επί προφάσεως νομίζεις ότι προασφαλίζεσαι; Ή δίδων εις αυτήν πράγματα ουτιδανά και άχρηστα θέλεις να δείξης ότι την εβοήθησες; Συ εγεννήθης δούλος και θέλεις αποθάνει δούλος. Από ταύτην την ώρα σε αποκυρήττει η Πατρίς, σε αποκυρήττει το Γένος, ο νόμος του Θεού κι ο νόμος των ανθρώπων. Μόνοι οι υπερασπισταί της πατρίδος εμπορούν να την ονομάσουν πατρίδα! Εάν αυτή ευτηχήση συ μένεις άπατρις, άγνωστος, άτιμος. Αν όχι! Συ συνεισέφερες εις την πτώσιν, εις την δυστυχίαν της.» (25-26)

Κάθε ομοιότητα με πρόσωπα, καταστάσεις και κομματάρχες ελέω θρησκείας, είτε ιδεολογιών του εμφυλίου, δεν είναι καθόλου, μα καθόλου συμπτωματική.