Αισίως η Ελλάδα μέσα στο 2021 κατέκτησε ένα ακόμη αρνητικό ρεκόρ παγκόσμια. Βρίσκεται στην 4η χειρότερη θέση διεθνώς με όρους αρνητικής καθαρής επενδυτικής θέσης. Την ξεπερνούν μόνο το Σουδάν, η Μογγολία και η Μοζαμβίκη.
Μην ανησυχείτε όμως. Είναι σίγουρο ότι μπορούμε να τις ξεπεράσουμε. Δεν χρειάζεται καν να βάλουμε τα δυνατά μας. Αρκεί να συνεχίσουμε με το υπάρχον μονοκομματικό κοινοβούλιο των 6 κομμάτων και να παραμείνουμε υπό καθεστώς χρεοκοπίας εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα χειρότερα θα επέλθουν με μαθηματική ακρίβεια.
Τι είναι όμως η καθαρή επενδυτική θέση μιας χώρας; Είναι η διαφορά ανάμεσα στα εισρέοντα από το εξωτερικό και τα εκρέοντα κεφάλαια. Οι χώρες με θετική καθαρή επενδυτική θέση θεωρούνται «πιστώτριες χώρες», ενώ οι χώρες με αρνητική θέση χαρακτηρίζονται «χώρες οφειλέτες».
Η Ελλάδα δεν είχε πάντα αυτά τα χάλια. Η καθαρή επενδυτική θέση της Ελλάδας ήταν ελάχιστα αρνητική στα χρόνια προ της ένταξης στην ΕΟΚ. Ο λόγος ήταν απλός. Η άνοδος της οικονομίας της δεν εξαρτιόταν τόσο από την εισροή ξένων κεφαλαίων και εξωτερικών δανείων, όσο από τις εσωτερικές επενδύσεις κυρίως στην αγροτική και βιομηχανική παραγωγή.
Με την πολιτική αποβιομηχάνισης και αποαγροτοποίησης που μας επιβλήθηκε λόγω ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, η αρνητική θέση της Ελλάδας εκτινάχθηκε στο 30% του ΑΕΠ στα μέσα της δεκαετίας του 1990. Υπό την αιγίδα της Ευρώπης, οι κυβερνήσεις τόσο του ΠΑΣΟΚ, όσο και της ΝΔ, εγκατέλειψαν οριστικά την πολιτική εσωτερικής συσσώρευσης με βάση τις αυξανόμενες αποταμιεύσεις των νοικοκυριών και μετέτρεψαν την ελληνική οικονομία σε δάνειο-τραπεζοκεντρική.
Η προσέλκυση ξένων κεφαλαίων, δήθεν για την ανάπτυξη της χώρας, και ταυτόχρονα το κυνήγι των ευρωπαϊκών κονδυλίων αναδείχθηκε σε εθνικό σπορ. Οι πρακτικές αυτές οδήγησαν όχι μόνο σε εκτίναξη των χρεών, αλλά και σε ραγδαία επιδείνωση της αρνητικής επενδυτικής θέσης της χώρας, η οποία με την είσοδό μας στο κοινό νόμισμα, έφτασε στο, πρωτοφανές για τα ιστορικά χρονικά της Ελλάδας, 60% του ΑΕΠ.
Η είσοδος στο ευρώ σηματοδότησε την αντίστροφη μέτρηση για την επίσημη χρεωκοπία της Ελλάδας. Χάρις στο ευρώ, ο μόνος τρόπος που απέμεινε για την Ελλάδα να αντλεί κεφάλαια ήταν σχεδόν αποκλειστικά από το εξωτερικό. Έτσι στα τέλη του 2009 η καθαρή εξάρτηση της ελληνικής οικονομίας από δανειακά κεφάλαια του εξωτερικού ξεπερνούσε το 87% του ΑΕΠ.
Και τι πετύχαμε ύστερα από 10 χρόνια μνημονίων; Να φτάσουμε σε πρωτοφανή επίπεδα χρεωκοπίας παγκοσμίως. Η αρνητική καθαρή επενδυτική θέση της Ελλάδας το 3ο τρίμηνο του 2021 ξεπέρασε το 175% του ΑΕΠ.
Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι για κάθε 100 ευρώ ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος σε αγαθά και υπηρεσίες, η χώρα – δηλαδή, το κράτος και οι ιδιώτες μαζί – πρέπει να αντλεί από το εξωτερικό 335 ευρώ και να πληρώνει στο εξωτερικό 160 ευρώ ετήσια.
Μπορεί να επιβιώσει μια χώρα μ’ αυτούς τους όρους; Ναι, μόνο για όσο διαθέτει περιουσία προς εκποίηση. Όσο ξεπουλιούνται νοικοκυριά και επιχειρήσεις, όσο η εθνική περιουσία εκποιείται, οι κυβερνήσεις θα χρεώνουν όλο και περισσότερο τη χώρα για να βαφτίζουν «ανάπτυξη» την εικονική άνοδο του ΑΕΠ.
Είναι μια πορεία που οδηγεί την Ελλάδα στην ανυπαρξία, όπως ακριβώς συμβαίνει με τις χώρες που ανταγωνιζόμαστε σε χρεωκοπία. Μόνο, που, σε σύγκριση μ’ αυτές, η Ελλάδα κατάντησε έτσι, όχι λόγω πολέμου, ή ανυπέρβλητης ιστορικής καθυστέρησης, αλλά λόγω επικράτησης μιας τόσο αισχρής εθελοδουλίας, που μπροστά της ωχριά ακόμη κι ο επί τουρκοκρατίας ραγιαδισμός.
*Ο Δημήτρης Καζάκης είναι Πρόεδρος του ΕΠΑΜ. Το παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε στην μηνιαία εφημερίδα Πένα Athens News, φύλλο Ιανουαρίου 2022.
Αφήστε ένα σχόλιο