των Kit Klarenberg και Wyatt Reed*
μετάφραση Φλώρα Παπαδέδε
The Grayzone, 24/05/2025
Διαρροή εγγράφων δείχνει ότι το υποτιθέμενα αυτοχρηματοδοτούμενο αντι-Κρεμλινικό μέσο ενημέρωσης Mediazona ζήτησε από την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου 300.000 λίρες. Με την ξένη χρηματοδότηση να μειώνεται, η «ανεξάρτητη» ειδησεογραφική ιστοσελίδα αντιμετωπίζει τώρα οικονομική κρίση.
Η Mediazona, το αυτοαποκαλούμενο «ανεξάρτητο» ρωσικό μέσο ενημέρωσης που συνεργάζεται με το BBC για την καταγραφή των θανάτων στα Ρωσικά στρατεύματα, ζήτησε εκατοντάδες χιλιάδες λίρες απευθείας από τη βρετανική κυβέρνηση, σύμφωνα με τη διαρροή μιας σειράς επίσημων εγγράφων.
Με την ίδρυσή του το 2014 από μέλη της υποστηριζόμενης από τη Δύση ομάδας προβοκατόρων, γνωστής ως Pussy Riot[1] και στοχεύοντας κυρίως το Ρωσικό κοινό, η Mediazona παρέμεινε σε μεγάλο βαθμό μακριά από τα ραντάρ των καταναλωτών ειδήσεων στη Δύση. Αλλά αυτό άλλαξε με το ξέσπασμα του πλήρους πολέμου στην Ουκρανία. Από την πρώτη ημέρα της σύγκρουσης, η Mediazona συνεργάστηκε με τη Ρωσική Υπηρεσία του BBC σε ένα πρόγραμμα που εντοπίζει τους θανάτους Ρώσων στρατιωτών μέσω μεθόδων ανοιχτού κώδικα. Η Mediazona περιγράφει «το έργο [ως] σχολαστικό και χρονοβόρο», απαιτώντας «ακούραστες προσπάθειες των δημοσιογράφων».
Το ποιος ή τι πλήρωνε τον λογαριασμό δεν αναφέρεται στην περιγραφή της πρωτοβουλίας, η οποία είχε σαφώς σχεδιαστεί για να υποκινήσει τη διαφωνία και την αντίθεση στην Ειδική Στρατιωτική Επιχείρηση μεταξύ των Ρώσων πολιτών. Τώρα, τα διαρρεύσαντα έγγραφα που εξέτασε το The Grayzone δείχνουν ότι μεταξύ 2020 και 2023, το Mediazona λάμβανε συστηματικά τεράστιες, μυστικές επιχορηγήσεις για προπαγάνδα ενάντια στο Κρεμλίνο από το Βρετανικό Υπουργείο Εξωτερικών, υπό την επίσημη αιγίδα του αδιαφανούς «Ταμείου της Παγκόσμιας Βρετανίας» με έδρα το Λονδίνο.
Από τις Pussy Riot στη Mediazona
Η διαρροή αρχείων που σχετίζονται με την διεξαγωγή πληροφοριακού πολέμου δείχνουν ότι το Λονδίνο διέθεσε εκατοντάδες χιλιάδες λίρες σε μια πληθώρα ΜΚΟ, ομάδων υπεράσπισης ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ειδησεογραφικών πρακτορείων στη Ρωσία, προκειμένου να υπονομεύσουν το Κρεμλίνο μέσω προπαγάνδας και υποτιθέμενων πρωτοβουλιών της κοινωνίας των πολιτών. Ένας από τους πιο εξέχοντες και επαναλαμβανόμενα προτεινόμενος δικαιούχος ήταν η Mediazona.
Η προσδοκώμενη επιχορήγηση προς το μέσο από το Υπουργείο Εξωτερικών μεταξύ 2020 και 2023 ανερχόταν στο υπερβολικό ποσό των 300.000 λιρών, το οποίο αυτοαποκαλείται στην αίτησή του ως «η κορυφαία ανεξάρτητη και κοινωνικά επικεντρωμένη εταιρεία μέσων ενημέρωσης της Ρωσίας».
Καυχόμενη ότι «η Mediazona συμβάλλει στη συζήτηση πολλών νομικών και δομικών προβλημάτων που στοιχειώνουν τη ρωσική κοινωνία και το κράτος και επίσης ενημερώνοντας για γεγονότα στο εξωτερικό (συμπεριλαμβανομένου του Ηνωμένου Βασιλείου) που έχουν επιπτώσεις στους Ρώσους», η πρόταση καθόρισε τους «βασικούς στόχους που τίθενται για τη Mediazona», οι οποίοι περιελάμβαναν την «αμφισβήτηση της επίσημης εκδοχής των γεγονότων παρέχοντας στο κοινό υψηλής ποιότητας ερευνητική δημοσιογραφία, συναρπαστικές μαρτυρίες και ζωντανές μεταδόσεις από το έδαφος». Εφόσον εγκρινόταν, η Mediazona θα μπορούσε «επίσης να αναπτύξει την κριτική σκέψη μεταξύ των νεαρών Ρώσων μέσω προληπτικών δράσεων στις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης και διαδραστικού περιεχομένου».
Οι αιτούντες καυχήθηκαν ότι η «εξέχουσα θέση της Mediazona στο ρωσόφωνο διαδίκτυο» σήμαινε ότι «τα ζητήματα που εγείρονται μέσω των δημοσιεύσεών της» θα «έχουν μετρήσιμη απήχηση, ενθαρρύνοντας την εποικοδομητική συμμετοχή πολλαπλών ομάδων ενδιαφερομένων, συμπεριλαμβανομένων και δημόσιων αξιωματούχων».
Η Mediazona αναμενόταν να παράγει «περίπου 120 άρθρα ειδήσεων την εβδομάδα, τουλάχιστον 18 ερευνητικά ρεπορτάζ ανά μήνα και μια σειρά από διαδικτυακές ροές για κρίσιμα γεγονότα από όλη τη Ρωσία». Το Βρετανικό Υπουργείο Εξωτερικών δεσμεύτηκε ότι «αυτό το πρόγραμμα θα χρησιμεύσει για την αποκάλυψη της διαφθοράς και της κατάχρησης εξουσίας, φέρνοντας παράλληλα αξιόπιστες και αυθεντικές φωνές στη δημοσιότητα». Επιπλέον, η συντακτική ομάδα ήλπιζε να «σφυρηλατήσει νέες συνεργασίες με βασικούς παράγοντες στο ρωσικό και στο διεθνές τοπίο των μέσων ενημέρωσης, εξασφαλίζοντας έτσι ισχυρά πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα».
Σε άλλο τμήμα του, το Βρετανικό Υπουργείο Εξωτερικών έλαβε μια αίτηση για 150.000 λίρες σε διάστημα δύο ετών εκ μέρους της Zona Prava[2], μιας ΜΚΟ που ιδρύθηκε επίσης από τις Pussy Riot. Η οργάνωση θα αποκάλυπτε φερόμενες παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις ρωσικές φυλακές, μέσω «δημόσιων εκδηλώσεων» όπως «ζωντανές τηλεφωνικές γραμμές, στρογγυλές τράπεζες, σεμινάρια, ενημερωτικές εκδηλώσεις με πρόσκληση δημόσιων προσώπων και κυβερνητικών εκπροσώπων». Εν τω μεταξύ, σε «στενή συνεργασία» με τη Mediazona, η Zona Prava θα παρήγαγε «τουλάχιστον 800 υλικά για ομοσπονδιακά και περιφερειακά μέσα ενημέρωσης… τουλάχιστον 10 βίντεο» και ενδεχομένως ένα ή δύο ντοκιμαντέρ.
Οι Βρετανικές μυστικές υπηρεσίες παρακάμπτουν τον νόμο περί «ξένων πρακτόρων»
Τα έγγραφα που διέρρευσαν καθιστούν σαφές ότι οι Βρετανοί γνώριζαν ότι οι δραστηριότητές τους ήταν παράνομες βάσει του νόμου της Μόσχας περί Ξένων Πρακτόρων. Μια αίτηση για τη χρηματοδότηση του Ιδρύματος Ίσων Δικαιωμάτων (Equal Rights Trust – ERT), έναν δικαιούχο του Ταμείου της Παγκόσμιας Βρετανίας που είναι επιφορτισμένος με δικηγορικές δραστηριότητες, οι οποίες υποδηλώνονται ως «στρατηγική στοχευμένης δικαστικής διαμάχης», περιγράφει ρητά μια προσπάθεια που χρηματοδοτείται από τη βρετανική κυβέρνηση για την αποφυγή του νέου νόμου. «Στο πλαίσιο του τρέχοντος σχεδίου μας» που χρηματοδοτείται από το Υπουργείο Εξωτερικών του Ηνωμένου Βασιλείου, το ERT έγραψε ότι «έχει πραγματοποιήσει μια εκτεταμένη αξιολόγηση κινδύνου του ρωσικού πλαισίου, συμπεριλαμβανομένης της ανάθεσης σε έναν ανεξάρτητο σύμβουλο της σύνταξης έκθεσης σχετικά με τον Νόμο περί Ξένων Πρακτόρων». Ως αποτέλεσμα, «το ERT είναι πλέον πολύ έμπειρο» σε διάφορες «διαδικασίες για τον μετριασμό των κινδύνων μεταφοράς κεφαλαίων στη Ρωσία», οι οποίες «επέτρεψαν τη συνεχή και επιτυχημένη διεξαγωγή δραστηριοτήτων παρά τον νόμο περί ξένων πρακτόρων».
Αυτές οι διαδικασίες περιελάμβαναν «διαφοροποίηση των μέσων μεταφοράς χρημάτων, συνεχή αξιολόγηση των μεθόδων μεταφοράς, ξεκάθαρες γραμμές επικοινωνίας με τον παραλήπτη σχετικά με το πότε και πώς πραγματοποιούνται οι μεταφορές, ειδικούς κωδικούς και αναφορά πληρωμής για τα τραπεζικά αρχεία, καθώς και μέγιστα ποσά ανά μεταφορά και αριθμό μεταφορών για τις οποίες χρησιμοποιείται η ίδια μέθοδος».
Το ERT κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «είναι απλούστερο και ασφαλέστερο για όλους τους εμπλεκόμενους να εργάζονται χωρίς επίσημο εταίρο για τη διανομή χρημάτων στους δικαιούχους του έργου» και αντ’ αυτού «να συνεργάζονται με μια σειρά άτυπων εταίρων μέσω συμβάσεων για συμβούλους». Αναφέρεται ότι το ERT «χρησιμοποίησε αυτήν την προσέγγιση με μεγάλη επιτυχία σε παρόμοια περιβάλλοντα».
Δεν είναι γνωστό εάν προχώρησαν τα έργα της Παγκόσμιας Βρετανίας στα οποία εμπλεκόταν η Mediazona και, εάν ναι, αν χρησιμοποίησαν τέτοιες «διαδικασίες» για το ξέπλυμα χρήματος. Ωστόσο, η μακρόχρονη δημόσια συμμαχία του μέσου με το βρετανικό κράτος, μέσω του πρότζεκτ χαρτογράφησης των ρωσικών απωλειών πολέμου για τη Ρωσική Υπηρεσία του BBC, υπογραμμίζει ότι το μέσο θεωρείται χρήσιμο ως αγωγός ζύμωσης και προπαγάνδας ενάντια στο Κρεμλίνο.
Η Mediazona επιτίθεται στις επιζήμιες διαρροές με συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς
Αν η Mediazona όντως έλαβε χρηματοδότηση στο πλαίσιο της «Παγκόσμιας Βρετανίας», δεν θα ήταν η πρώτη φορά που το Λονδίνο υποστήριξε κρυφά τις δραστηριότητες της ομάδας. Τον Φεβρουάριο του 2021, διαρροές που αναφέρθηκαν από το The Grayzone αποκάλυψαν πως η Mediazona, μαζί με την Meduza[3], είχε λάβει κρυφή υποστήριξη από τις βρετανικές μυστικές υπηρεσίες με τη μορφή «κατηγοριοποίησης του κοινού και ενίσχυσης του στόχου» μερικά χρόνια πριν. Η βοήθεια αποτελούσε μέρος μιας ευρύτερης μυστικής προσπάθειας «αποδυνάμωσης της επιρροής του ρωσικού κράτους». Ενώ η ηγεσία της Mediazona δεν εξέδωσε καμία επίσημη δήλωση ή απάντηση στις αποκαλύψεις, ακολούθησε αμέσως ένα συκοφαντικό ξέσπασμα αντάξιο του επιπέδου της.
Μερικές μέρες μετά τη δημοσίευση του ρεπορτάζ στο The Grayzone, η Mediazona δημοσίευσε ένα εντυπωσιακό αποκλειστικό ρεπορτάζ, ισχυριζόμενο ότι η απόφαση της Διεθνούς Αμνηστίας να ανακαλέσει το καθεστώς του «κρατούμενου συνείδησης» για τον υποστηριζόμενο από τη Δύση, φυλακισμένο Ρώσο ακτιβιστή της αντιπολίτευσης, Αλεξέι Ναβάλνι, ήταν αποτέλεσμα μιας σκοτεινής «εκστρατείας» που ενορχηστρώθηκε από το Κρεμλίνο, με επικεφαλής «άτομα που συνδέονται» με τον ρωσικό κρατικό ραδιοτηλεοπτικό φορέα RT. Οι υποτιθέμενοι ένοχοι ήταν ο Άαρον Ματέ του Grayzone και μια ανεξάρτητη συγγραφέας και μεταφράστρια γνωστή ως Κάτια Καζμπέκ – κανένας από τους οποίους δεν είχε καμία σχέση με το RT.
Η προφανής αμαρτία του Ματέ ήταν η αποκάλυψη τού γιατί η Διεθνής Αμνηστία είχε ανακαλέσει την ιδιότητα του Ναβάλνι: «δεδομένου ότι υποστήριζε τη βία και τις διακρίσεις και δεν έχει ανακαλέσει τέτοιες δηλώσεις». Από την πλευρά της, η Καζμπέκ κατηγορήθηκε ότι δημοσίευσε ένα viral νήμα στο Twitter που τεκμηρίωνε το μακρύ ιστορικό ρατσισμού, ξενοφοβίας, σύνδεσης και προώθησης νεοναζιστικών προσωπικοτήτων και ομάδων από τον Ναβάλνι, τα οποία αρνούνταν σταθερά να αποκηρύξει. Στη συνέχεια, δέχτηκε παρενοχλήσεις, απειλές και κατασυκοφάντηση από την αρχισυντάκτρια του Bellingcat[4], Ναταλία Αντόνοβα, η οποία αποκάλυψε ευαίσθητα προσωπικά της στοιχεία, συμπεριλαμβανομένης της διεύθυνσης κατοικίας της.
Η Διεθνής Αμνηστία εξέδωσε δήλωση στην οποία αρνείται ρητά ότι «εξωτερική πίεση» από οποιαδήποτε πηγή επηρέασε την απόφασή της να αφαιρέσει τον Ναβάλνι από τον κατάλογο των «κρατουμένων συνείδησης». Παρ’ όλα αυτά, ο λίβελος της Mediazona μεταφράστηκε αμέσως στα αγγλικά από τη Meduza, στη συνέχεια διαδόθηκε από τους υποστηρικτές του Ναβάλνι και από τα δυτικά ειδησεογραφικά πρακτορεία, συμπεριλαμβανομένου του BBC.
Ο τότε ερευνητικός συντάκτης της Meduza, Αλεξέι Κοβαλιόφ, φάνηκε να αναγνωρίζει ότι οι ψευδείς κατηγορίες συνιστούσαν εκδίκηση για άρθρα που αποκάλυπταν την μυστική υποστήριξη της Βρετανίας τόσο στην Mediazona, όσο και στον εργοδότη του Κοβαλιόφ, τη Meduza. Σε ένα tweet του 2021, ο Κοβαλιόφ κατηγόρησε τον συγγραφέα του παρόντος άρθρου ότι «εξαπέλυσε μια απρόσεκτη θεωρία συνωμοσίας», επιμένοντας ότι τα διαρρεύσαντα έγγραφα που αποκάλυπταν αυτούς τους δεσμούς ήταν «ψεύτικα». Κλείνοντας, χλεύασε: «Τώρα είμαστε πάτσι».
Ωστόσο, τα έγγραφα και η πρόσφατη ανακοίνωση τόσο από την Mediazona, όσο και από την Meduza, αποδεικνύουν ότι οι ισχυρισμοί για μυστική δυτική χορηγία προς αυτά τα υποτιθέμενα ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης ήταν οτιδήποτε άλλο εκτός από «ψεύτικοι».
Σε μια μακροσκελή έκκληση που ανάρτησαν στους λογαριασμούς τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με τίτλο «Η Mediazona στο χείλος της χρεοκοπίας», η ομάδα κλαψούρισε ότι «τους τελειώνουν τα χρήματα» και χρειάζονταν επειγόντως 5.000 μηνιαίους συνδρομητές απλώς «για να επιβιώσουν». Αφότου οι δυτικές κυρώσεις ανάγκασαν τη Visa και την Mastercard να φύγουν από τη Ρωσία, έγραψαν, «η χρηματοδότηση από τους αναγνώστες μας» στέρεψε, εξηγώντας ότι το ξέσπασμα του πολέμου δι’ αντιπροσώπου στην Ουκρανία «χρεοκόπησε» το επιχειρηματικό μοντέλο του μέσου «εν μία νυκτί».
Η Mediazona ισχυρίστηκε ότι είχε ήδη ξεκινήσει τις απολύσεις προσωπικού ως αποτέλεσμα των περικοπών στον προϋπολογισμό, προειδοποιώντας ότι εάν ο στόχος των συνδρομητών τους δεν επιτευχθεί, οι απολύσεις «θα πρέπει να συνεχιστούν». Πριν από τον πόλεμο, ισχυρίστηκαν, το μέσο χρηματοδοτούνταν «σχεδόν [εδώ δίδεται έμφαση] εξ ολοκλήρου» από δωρεές αναγνωστών. Αυτή η κραυγαλέα προειδοποίηση υποδηλώνει έντονα ότι είχαν υποστηριχθεί τουλάχιστον εν μέρει από κρατική χρηματοδότηση – μια άποψη που φαίνεται να επιβεβαιώνεται από τη συνέντευξη του Νικήτα Ντούλνεφ, διευθυντή του παραρτήματος Κεντρικής Ασίας της Mediazona, στο Euractiv[5] στις 28 Φεβρουαρίου, ο οποίος συνέδεσε άμεσα τα οικονομικά προβλήματα του μέσου του με το κλείσιμο της USAID από την κυβέρνηση Τραμπ.
Ο Ντούλνεφ παρουσιάστηκε από το Euractiv ως ένας από τους πολλούς «επαγγελματίες των μέσων ενημέρωσης στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης», που φοβούνται ότι η «απότομη περικοπή χρηματοδότησης» της Ουάσιγκτον σε τοπικά έργα προπαγάνδας «θα μπορούσε να προκαλέσει μόνιμη ζημιά στην υποδομή των μέσων ενημέρωσης της περιοχής». Στο άρθρο, ο Ντούλνεφ θρηνούσε: «Για χρόνια, λαμβάναμε κάποια υποστήριξη και δεν διαφοροποιήσαμε πολύ τις πηγές εσόδων μας. Γι’ αυτό έπρεπε να διακόψουμε το έργο μας». Το προφίλ του Ντούλνεφ στο LinkedIn τον αναφέρει ως πρώην εργαζόμενο στο «δίκτυο Χοντορκόφσκι».
Αυτή η διεθνής ομάδα προπαγάνδας κατά του Κρεμλίνου σχηματίστηκε από τον εξόριστο Ρώσο ολιγάρχη Μιχαήλ Χοντορκόφσκι, ο οποίος ζει στο Λονδίνο και αφέθηκε ελεύθερος μαζί με μέλη των Pussy Riot τον Δεκέμβριο του 2013 χάριν «μεγαλοπρεπούς χειρονομίας» της Μόσχας προς τη ρωσική αντιπολίτευση. Έκτοτε, ο Χοντορκόφσκι έχει σχεδιάσει ανοιχτά την πτώση του Βλαντιμίρ Πούτιν, αν και η πλήρης έκταση αυτών των κινήσεων είναι άγνωστη.
Οι συνιδρύτριες των Pussy Riot, Μαρία Αλιόχινα και Ναντιέζντα Τολοκοννίκοβα, ξεκίνησαν τη Mediazona σχεδόν αμέσως μετά την απελευθέρωσή τους μαζί με τον Χοντορκόφσκι. Ένα δελτίο τύπου του 2014 που ανακοίνωνε την ίδρυση του μέσου τους, συνέδεε ρητά τη δημιουργία της Mediazona με την έλλειψη «χώρου για οτιδήποτε στα [ρωσικά] μέσα ενημέρωσης που να επικρίνει τις πολιτικές του Πούτιν».
Ήταν, επομένως, προφανές από την πρώτη κιόλας μέρα ότι η Mediazona προοριζόταν να χρησιμεύσει ως επέκταση του πολιτικού ακτιβισμού των Pussy Riot στη Ρωσία, ο οποίος προηγουμένως περιελάμβανε τη συμμετοχή της Τολοκοννίκοβα σε δημόσιο όργιο σε μουσείο της Μόσχας το 2008 και άλλες εμπρηστικές, εγκληματικές πράξεις που θα οδηγούσαν τους δράστες στη φυλακή σχεδόν οπουδήποτε στον κόσμο. Το μέσο ενημέρωσης γρήγορα έγινε ένα φερέφωνο για τον δυτικά χρηματοδοτούμενο Αλεξέι Ναβάλνι μέχρι τον θάνατό του τον Φεβρουάριο του 2024.
Ένα δημοσίευμα των New York Times τον Φεβρουάριο του 2025 επιβεβαίωσε ότι η Meduza λάμβανε μη αναγνωρισμένη επιχορήγηση από την USAID, μια παραδοσιακή μυστική υπηρεσία των ΗΠΑ, που ανέρχονταν στο 15% του ετήσιου εισοδήματός της. Αυτό το έλλειμμα εσόδων, ισχυρίστηκε η Meduza, ήταν αρκετό για να θέσει σε κίνδυνο ολόκληρο το μέλλον του μέσου και να προκαλέσει μεγαλύτερη ζημιά στις δραστηριότητές του από προηγούμενες υποτιθέμενες «κυβερνοεπιθέσεις, νομικές απειλές, ακόμη και δηλητηριάσεις των δημοσιογράφων του». Οι New York Times σημείωσαν ότι η χρηματοδότηση των μέσων ενημέρωσης της αντιπολίτευσης από άλλες ξένες κυβερνήσεις ήταν «μικρή σε σύγκριση με την αμερικανική χρηματοδότηση» που μειώθηκε από την κυβέρνηση Τραμπ.
Επιπλέον, οι «υποστηρικτές των παραδοσιακών μέσων ενημέρωσης», όπως το Ίδρυμα Ford που συνδέεται με τη CIA και τα Ιδρύματα Ανοικτής Κοινωνίας του George Soros, έχουν «εγκαταλείψει μεγάλο μέρος της χρηματοδότησης των μέσων ενημέρωσης». Αυτή η απότομη έλλειψη χρηματοδότησης από το εξωτερικό για επιχειρήσεις προπαγάνδας κατά του Κρεμλίνου αναγνωρίστηκε παρεμπιπτόντως στην απεγνωσμένη έκκληση της Mediazona στις 31 Μαρτίου για δωρεές από τους αναγνώστες, στην οποία θρηνούσε γιατί οι «επιχορηγήσεις από διάφορα ιδρύματα» δεν είναι πλέον διαθέσιμες «στην τρέχουσα κατάσταση». Φαίνεται ότι η Mediazona αποτελεί επίσης θύμα της διακοπής από τις ΗΠΑ της χρηματοδότησης για «ανεξάρτητα» μέσα ενημέρωσης που στοχεύουν εχθρικά κράτη.
Καθώς στερεύει η χρηματοδότηση από τις δυτικές κυβερνήσεις, οι Pussy Riot άνοιξαν μια σελίδα στο OnlyFans. Το επίσημο, «φιλικό προς τα φετίχ/βίτσια», προφίλ της ομάδας στην ιστοσελίδα, που χρησιμοποιείται ευρέως από εργαζόμενους του σεξ, υπόσχεται στους συνδρομητές που πληρώνουν «καθημερινές αποκλειστικές φωτογραφίες και βίντεο», «προσωπικές συνομιλίες», «προσαρμοσμένο περιεχόμενο και αντικείμενα» και «ιδιαίτερη εξυπηρέτηση για όλα τα προσωπικά σας αιτήματα».
Κατά τη στιγμή της δημοσίευσης, προσφέρονται προωθητικές προσφορές για τρίμηνες και εξάμηνες συνδρομές. Δεν είναι γνωστό πόσα κράτη μέλη του ΝΑΤΟ έχουν επωφεληθεί της ευκαιρίας.
Διευκρινιστικές υποσημειώσεις της μεταφράστριας:
[1] Οι Pussy Riot (κυριολεκτικά και ‘κομψά’: Εξεγερμένα Αιδοία) ήταν μια ρωσική ομάδα πανκ ροκ που υποτίθεται ότι εκτελούσε ‘performance art’ στη Μόσχα. Ιδρύθηκε το φθινόπωρο του 2011 από τη Νάντια Τολοκοννίκοβα και είχε περίπου 11 γυναίκες μέλη. Η ομάδα διοργάνωνε προβοκατόρικα live σε δημόσιους χώρους ενάντια στον Ρώσο Πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν. Τον Φεβρουάριο του 2012, η ομάδα εισέβαλε στον Καθεδρικό Ναό του Σωτήρος Χριστού στη Μόσχα και έκανε ‘live’, μια ενέργεια που καταδικάστηκε ως ιερόσυλη από τη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία.
Το Μάρτη του 2012, η Τολοκοννίκοβα και ένα άλλο μέλος, η Μαρία Αλιόχινα, κατηγορήθηκαν για χουλιγκανισμό και καταδικάστηκαν σε δύο χρόνια φυλάκιση. Στις 23 Δεκεμβρίου 2013, αφέθηκαν ελεύθερες με αναστολή. Μετά την απελευθέρωσή τους, η Τολοκονίκοβα και η Αλιόχινα ίδρυσαν τη MediaZona.
Το 2021, ανακοίνωσαν ότι άνοιξαν λογαριασμό στο OnlyFans (έναν ιστότοπο επί πληρωμή που χρησιμοποιείται από δημιουργούς πορνογραφικού υλικού, επαγγελματίες και ερασιτέχνες). Σύμφωνα με τον λογαριασμό τους στο OnlyFans, μια συνδρομή για την προβολή προκλητικών εικόνων των Pussy Riot κοστίζει 10 δολάρια το μήνα. Από το 2022, εγκατέλειψαν τη Ρωσία και ζουν στη Δύση.
[2] Η Zona Prava (Ζώνη Δικαιοσύνης ή Ζώνη Δικαιωμάτων), ιδρύθηκε επίσης το 2014 από τις Αλιόχινα και Τολοκοννίκοβα και υποτίθεται ότι συνιστά «μια ομάδα νομικής υποστήριξης η οποία εργάζεται για την προστασία των δικαιωμάτων των κρατουμένων».
[3] Η Meduza (Μέδουσα, από τον αρχαιοελληνικό μύθο που όποιος την κοίταζε, πέτρωνε) είναι ένας ειδησεογραφικός ιστότοπος στη ρωσική και αγγλική γλώσσα, με έδρα τη Ρίγα της Λετονίας. Το ημιεπίσημο σύνθημα του portal είναι «Κάντε το Κρεμλίνο δυστυχισμένο». Ιδρύθηκε το 2014 από μια ομάδα πρώην υπαλλήλων του ανεξάρτητου ειδησεογραφικού ιστότοπου Lenta.ru. Η βασική ιδρύτριά του, Γκαλίνα Τιμτσένκο, απολύθηκε το 2014 από τη θέση της ως αρχισυντάκτρια στο Lenta.ru για παραβίαση των νόμων ενάντια στην προώθηση του ναζισμού, αφού είχε πάρει συνέντευξη από τον νεοναζί ηγέτη του Δεξιού Τομέα της Ουκρανίας, Ντμίτρο Γιάρος.
Το 2014, η Meduza αναζήτησε χρηματοδότηση από τον εξόριστο ολιγάρχη Χοντορκόφσκι, αλλά επισήμως δεν κατέληξαν σε συμφωνία. Παρ’ όλα αυτά, ο Χοντορκόφσκι κατέβαλε στη Meduza 250.000 δολάρια «ως αποζημίωση για την καθυστέρηση των διαπραγματεύσεων». Μια εβδομάδα μετά από τις διαπραγματεύσεις με τον Χοντορκόφσκι, η Meduza κατάφερε να προσελκύσει επενδύσεις, αν και δεν αποκαλύφθηκαν πληροφορίες σχετικά με το ποιος ήταν ο επενδυτής. Σε συνέντευξή της στο περιοδικό Forbes τον Σεπτέμβριο του 2014, η Τιμτσένκο δήλωσε ότι «τα ονόματά τους δεν σημαίνουν τίποτα για κανέναν. Πρόκειται κατηγορηματικά για μη δημόσια πρόσωπα που δεν έχουν καμία σχέση ούτε με τα μέσα ενημέρωσης, ούτε με την πολιτική».
Στις 23 Απριλίου 2021, το ρωσικό Υπουργείο Δικαιοσύνης πρόσθεσε την Meduza στον κατάλογο των ξένων πρακτόρων. Στις 26 Ιανουαρίου 2023, το Γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα της Ρωσίας κήρυξε την Meduza «ανεπιθύμητη οργάνωση», θεωρώντας ότι οι δραστηριότητες αυτού του μέσου ενημέρωσης «αποτελούν απειλή για τα θεμέλια της συνταγματικής τάξης και της ασφάλειας της Ρωσικής Ομοσπονδίας».
[4] Η Bellingcat είναι μια ομάδα ερευνητικής δημοσιογραφίας με έδρα την Ολλανδία που ειδικεύεται στον έλεγχο γεγονότων και στις πληροφορίες ανοιχτού κώδικα (OSINT). Ιδρύθηκε από τον Βρετανό δημοσιογράφο και πρώην blogger, Eliot Higgins, τον Ιούλιο του 2014. Το 2025 η Bellingcat επέκτεινε τις δραστηριότητές της στις Ηνωμένες Πολιτείες. Χρηματοδοτείται από την ΕΕ, το Εθνικό Ίδρυμα για τη Δημοκρατία (NED) και άλλα ευαγή ιδρύματα και αντλεί πληροφορίες από διάφορες μυστικές υπηρεσίες. Ειδικεύεται στην παραπληροφόρηση ενάντια στη Ρωσία, τη Συρία (από αυτήν ξεκίνησαν οι ψευδείς κατηγορίες για τη χρήση χημικών ενάντια σε πολίτες από την κυβέρνηση Άσσαντ), το Ιράν, την Υεμένη, κ.λπ.
[5] Το Euractiv είναι ένας ευρωπαϊκός ειδησεογραφικός ιστότοπος που εστιάζει στις εξελίξεις και στις πολιτικές της ΕΕ, ο οποίος ιδρύθηκε το 1999 από τον Γάλλο εκδότη μέσων ενημέρωσης Christophe Leclercq. Η έδρα και το κεντρικό συντακτικό του προσωπικό βρίσκονται στις Βρυξέλλες, με άλλα γραφεία στο Παρίσι και το Βερολίνο. Το περιεχόμενό του παράγεται από περίπου 50 δημοσιογράφους που εργάζονται στο Βέλγιο, τη Βουλγαρία, την Τσεχική Δημοκρατία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ελλάδα, την Ιταλία, την Πολωνία, τη Ρουμανία και τη Σλοβακία.
* Ο Κιτ Κλάρενμπεργκ είναι ερευνητής δημοσιογράφος που διερευνά τον ρόλο των μυστικών υπηρεσιών στη διαμόρφωση της πολιτικής και των αντιλήψεων.
Ο Wyatt Reed είναι συντάκτης στο The Grayzone. Ως διεθνής ανταποκριτής, έχει καλύψει εξελίξεις σε δεκάδες χώρες.
Πηγή: thegrayzone.com
Αφήστε ένα σχόλιο