Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει βαθύνει την υπάρχουσα κρίση στο σύστημα παραγωγής και κατανάλωσης τροφίμων, η οποία είναι συνέπεια της πανδημίας και των μειωμένων εισοδημάτων, καθώς και της κλιματικής αλλαγής. Αυτό έχει δραματικό αντίκτυπο στη γεωργική παραγωγή σε όλο τον κόσμο.
Αυτό είναι το παραμύθι που σερβίρουν τα ευαγή ιδρύματα της παραπληροφόρησης και του ψυχολογικού πολέμου, που κάποτε γνωρίζαμε ως ΜΜΕ. Η αλήθεια, όπως πάντα, είναι τελείως διαφορετική.
Η εκτίναξη των τιμών των τροφίμων διεθνώς είναι μια ανανεωμένη επιχείρηση μονοπωλιακού ελέγχου της διατροφικής αλυσίδας παγκόσμια από τις υπερεθνικές εφοδιαστικές αλυσίδες, αλλά και τους επενδυτές χρηματιστικού κεφαλαίου.
Όπως φαίνεται από το διάγραμμα που παραθέτουμε και αφορά στο διεθνή δείκτη τιμών τροφίμων, που καταρτίζει o Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO), η εκτόξευση των τιμών ξεκίνησε από τις αρχές του 2020. Οι μεγάλες υπερεθνικές εφοδιαστικές αλυσίδες και οι κερδοσκόποι αξιοποίησαν στο μέγιστο τις πολιτικές εγκλεισμού και καταστολής των οικονομιών στο όνομα και με πρόφαση την πανδημία, προκειμένου να οδηγήσουν στην καταστροφή την εγχώρια αγροτική παραγωγή.
Με τον τρόπο αυτό οδήγησαν μεγάλες μάζες μικρών και μεσαίων αγροτών στην καταστροφή και όσους απέμειναν τους μετέτρεψαν σε νέοκολλήγους των επενδυτικών τραπεζών και των υπερεθνικών κερδοσκοπικών κεφαλαίων. Καταστρέφοντας την εγχώρια αυτοτελή αγροτική παραγωγή πέτυχαν, αφενός, να ελέγξουν τη διαμόρφωση των τιμών στα τρόφιμα και, αφετέρου, να στρέψουν την κατανάλωση στα διατροφικά προϊόντα της βιομηχανίας των Agrobusiness, οι οποίες αφορούν κυρίως υπερεθνικά δίκτυα επιχειρήσεων που επεξεργάζονται, διανέμουν και καθορίζουν αγροτικά προϊόντα. Η κυριαρχία τους προϋποθέτει το θάνατο του ανεξάρτητου παραγωγού, του αγρότη, αλλά και την ριζική αλλαγή του μοντέλου αγροτικής παραγωγής, όπου όχι μόνο αδιαφορεί για την διατροφική επάρκεια μιας χώρας, αλλά έχει ανάγκη τις διατροφικές επισφάλειες, ακόμη και τη πείνα σε μερίδες του πληθυσμού, προκειμένου να εισάγει νέα προϊόντα υψηλής κερδοφορίας.
Η μεταστροφή αυτή που ξεκίνησε ταυτόχρονα με τα μέτρα κατά της πανδημίας, έδωσε επίσης τρομακτικές δυνατότητες κερδοσκοπίας με τις τιμές τροφίμων σε επενδυτικές τράπεζες, Hedge Funds και κάθε λογής επενδυτές κεφαλαίου.
Οι τράπεζες κερδίζουν τεράστια κέρδη από τα στοιχήματα στις τιμές των τροφίμων στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Αυτό δημιουργεί αστάθεια και εκτινάσσει τις διεθνείς τιμές των τροφίμων, αφήνοντας εκατομμύρια να πεινούν και να αντιμετωπίζουν βαθύτερη φτώχεια. Ποιο είναι το πρόβλημα της κερδοσκοπίας για τα τρόφιμα; Οι τράπεζες, τα hedge funds και οι επενδυτές κεφαλαίου στοιχηματίζουν στις τιμές των τροφίμων στις χρηματοπιστωτικές αγορές, προκαλώντας δραστικές διακυμάνσεις των τιμών σε βασικά τρόφιμα όπως το σιτάρι, ο καλαμπόκι και η σόγια.
Η απορρύθμιση και η παραίτηση των χωρών από την διατροφική αυτάρκεια, που σύμφωνα με τον ΟΗΕ συνιστά θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα, έδωσε τη δυνατότητα στους κερδοσκόπους να κυριαρχήσουν, προκαλώντας δραστικές διακυμάνσεις στις τιμές. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα:
- Αυξημένη διατροφική επισφάλεια καθώς τα βασικά τρόφιμα γίνονται δυσπρόσιτα.
- Υποσιτισμός και κλονισμός της υγείας συνολικά του πληθυσμού, καθώς καταναλώνονται μικρότερες ποσότητες ακριβών τροφίμων, όπως φρούτα, λαχανικά και γενικά νωπά τρόφιμα, αλλά και στροφή στα φτηνά βιομηχανικά υποκατάστατα χαμηλής διατροφικής αξίας και υψηλού κινδύνου για την υγεία του ανθρώπινου οργανισμού
- Καταστροφή της εγχώριας αγροτικής παραγωγής κυρίως του ανεξάρτητου αγροτικού νοικοκυριού και μετατροπή των αγροτών σε φτηνό προλεταριάτο γης για τις Agrobusiness.
- Οικογένειες που χρεώνονται περισσότερο και αναγκάζονται να περιορίζουν διαρκώς ανελαστικές δαπάνες για υγεία, παιδεία, καθώς αναγκάζονται να δαπανούν περισσότερο για την αγορά βασικών τροφίμων.
Η Ελλάδα δέχεται τα μεγαλύτερα πλήγματα από όλες σχεδόν τις χώρες της ΕΕ. Ο Έλληνας αγρότης κυριολεκτικά πεθαίνει. Η εγχώρια αγροτική παραγωγή έχει χάσει σχεδόν το 1/3 από το 2019. Περιοχές ικανές να θρέψουν ολόκληρη τη χώρα, αλλά και μεγάλο μέρος της Ευρώπης, όπως π.χ. η Κρήτη, αντιμετωπίζουν σοβαρό πρόβλημα διατροφικού ελλείμματος. Οι καλλιέργειες μειώνονται διαρκώς και στη θέση τους ξεπροβάλουν πάρκα φωτοβολταϊκών και αιολικής ενέργειας. Οι κτηνοτρόφοι αναγκάζονται να περιορίσουν το ζωικό τους κεφάλαιο σχεδόν κατά 1/3 προκειμένου να συντηρήσουν τα υπόλοιπα ζώα.
Η καταστροφή αυτή φαίνεται και στο γεγονός ότι η Ελλάδα έχει αν όχι τον υψηλότερο, τουλάχιστον από τους υψηλότερους τιμάριθμους νωπών ειδών διατροφής σ’ ολόκληρη την Ευρώπη. Σε λίγο θα εξαρτόμαστε σχεδόν αποκλειστικά από τις εισαγωγές μεταποιημένων και τροποποιημένων ειδών διατροφής για να καλυφθούν οι βασικές ανάγκες του πληθυσμού.
Για πρώτη φορά στη νεότερη ιστορία του ελληνικού έθνους, η Ελλάδα κινδυνεύει από πείνα, γιατί η εγχώρια παραγωγή δεν είναι πλέον ικανή να καλύψει επαρκώς τις βασικές διατροφικές ανάγκες του πληθυσμού.
Πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί η κατάσταση αυτή;
Πρώτα και κύρια με την άμεση και δραστική στήριξη του μικρού και μεσαίου αγρότη. Κι αυτό σημαίνει κυρίως τρία άμεσα μέτρα:
- Την εφαρμογή άμεσων μέτρων προστασίας της εγχώριας ποιοτικής παραγωγής έναντι, αφενός, των ομοειδών εισαγωγών και, αφετέρου, έναντι των καρτέλ που ελέγχουν τις εισροές και τη διάθεση των αγροτικών προϊόντων.
- Την επαναφορά της πολιτικής των τιμών ασφαλείας, που καθόριζε το κράτος για την προστασία κυρίως του ατομικού παραγωγού, του μικρού αγρότη, ώστε να μην γίνεται έρμαιο των μεσαζόντων και του αθέμιτου ανταγωνισμού από καρτέλ.
- Την φορολογική απαλλαγή των εισροών, ώστε να πέσουν τα κόστη του αγρότη και ταυτόχρονα την ενίσχυση της υποκατάστασης των εισαγωγών με εγχώρια παραγωγή σε ζωοτροφές, λιπάσματα, κοκ.
Χωρίς αυτή τη δραστική πολιτική, χωρίς αυτά τα μέτρα της «επόμενης ημέρας», η Ελλάδα θα αντιμετωπίσει τη μεγαλύτερη διατροφική επισφάλεια σ’ ολόκληρη την ιστορία της. Κι αν ο αγρότης, ο ελεύθερος κι ανεξάρτητος ατομικός παραγωγός χαθεί για τη χώρα, τότε η καταστροφή που θα υποστούμε ισοδυναμεί με ολοκαύτωμα.
*Το άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Πέννα, τεύχος Αυγούστου 2022
Αφήστε ένα σχόλιο