Ευκαιρία για αναστοχασμό πάνω στην οργάνωση της δασοπυρόσβεσης αλλά και του μοντέλου της «Ανάπτυξης»

του Νίκου Καρούσου,
Πολιτικού Μηχανικού

Οι εθνικές καταστροφές δεν προσφέρονται για μικροκομματική εκμετάλλευση. Ωστόσο, επιβάλλεται να αποτελούν κίνητρο αναστοχασμού και βάση για την κριτική πεπραγμένων, ώστε να συνάγονται τα απαραίτητα συμπεράσματα και να αποφεύγονται μελλοντικές επαναλήψεις τους.

Με τον Ν. 2612/1998 η τότε Κυβέρνηση ανέθεσε την Δασοπυρόσβεση στο Πυροσβεστικό Σώμα, παρά το Ομόφωνο Πόρισμα της Επιτροπής της Βουλής. Μια πολιτική απόφαση που υποστηρίχθηκε από τον τότε Πρωθυπουργό της χώρας Κ. Σημίτη.  Η απόφαση αιφνιδίασε τους πάντες και ως προς την ουσία και το περιεχόμενό της, αλλά και για το εσπευσμένο του χαρακτήρα της.

Η ανάθεση στην Πυροσβεστική Υπηρεσία της κατάσβεσης των δασικών πυρκαγιών έγινε χωρίς να υπάρχει κάποια, έστω απλή, μελέτη σκοπιμότητας. Ακολούθησε η υποβάθμιση της Δασικής Υπηρεσίας, με αποτέλεσμα να μην λαμβάνονται τα απαραίτητα  μέτρα πρόληψης των δασικών πυρκαγιών.

Από αναζητήσεις στο διαδίκτυο σχετικά με το όλο θέμα προκύπτει, πως οι αντιρρήσεις και ενστάσεις όλων όσοι είχαν αντιταχθεί στο νομοθέτημα αυτό, ήταν μάλλον βάσιμες. Μετά από 22 χρόνια, έχει ανοίξει ξανά η συζήτηση για την επιστροφή στο προηγούμενο καθεστώς, δηλαδή στις Δασικές Υπηρεσίες.

Μια ακόμη αναζήτηση στο διαδίκτυο θα πείσει και τον πλέον δύσπιστο για τις καταστροφικές συνέπειες των μνημονίων, και στον τομέα της πυρόσβεσης. Είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακή η αποστροφή ανώτατου αξιωματικού της ΠΑ που χαρακτηριστικά λέει: «Αισθανόμαστε πως τα μνημόνια μας διέλυσαν». Ακόμα πιο εντυπωσιακή είναι η πρόσφατη αποκάλυψη της –υπεράνω πάσης υποψίας- εφημερίδας ΤΟ ΒΗΜΑ: «Αποκάλυψη – γιατί «χάθηκαν» τα Canadair από το πύρινο μέτωπο στην Βαρυμπόμπη». Σύμφωνα με το δημοσίευμα αποκαλύπτεται ότι τα ηλικίας 50 και πλέον ετών πυροσβεστικά, δεν πέταξαν είτε λόγω των απαγορευτικών  υψηλών θερμοκρασιών, είτε λόγω βλαβών.

Είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτική η ένοχη, εύκολα όμως ερμηνεύσιμη, αφωνία για το θέμα αυτό, όλων των κομμάτων που κυβέρνησαν την χώρα τα χρόνια των μνημονίων.

Και επειδή πλέον ουδέν κρυπτόν από το διαδίκτυο, και τη μνήμη του, ένα άρθρο προ εξαμήνου, προαναγγέλλει πολλά: «Ως μαγνήτης για την προσέλκυση επενδύσεων στην ευρύτερη περιοχή Βαρυμπόμπης – Κρυονερίου λειτουργούν τα πρώην βασιλικά κτήματα στο Τατόι.»!

Ευτυχώς δηλαδή! Ανθρώπινες ζωές δεν χάθηκαν. Τα σπίτια θα ξαναχτιστούν, έστω και αν ο πόνος των ιδιοκτητών τους είναι αβάσταχτος. Τα χιλιάδες ζώα που έφυγαν άδικα και βασανιστικά, μαζί με τα χιλιάδες δένδρα που καήκαν, εντάσσονται στις παράπλευρες απώλειες. Όπως επίσης και οι πλημμύρες που θα ακολουθήσουν, λόγω της αποψίλωσης των εκτάσεων. Γιατί θα έρθει η ανάπτυξη!

Σε παλαιότερη παρέμβασή μας στην ΑΜΑΡΥΣΙΑ, είχαμε διατυπώσει το ρητορικό ερώτημα: «Πόση ανάπτυξη αντέχει ακόμα το Μαρούσι;» Το ερώτημα δεν είναι πόση ανάπτυξη αντέχει ακόμα το Μαρούσι, το Λεκανοπέδιο, ούτε σε τελική ανάλυση πόση ανάπτυξη αντέχει η χώρα. Το ερώτημα που τίθεται πλέον είναι, «πόση άλλη ανάπτυξη αντέχει ο Πλανήτης μας;»

Πρώτη δημοσίευση στην τοπική εφημερίδα Αμαρυσία