Σημείωση Ξαστεριάς: Να δούμε κατά πόσο θα ευαισθητοποιηθούν οι υπουργοί Εργασίας και Ανάπτυξης, κ.κ. Χατζηδάκης και Γεωργιάδης, με την κραυγή απόγνωσης  μιας “πρώην εργαζόμενης και νυν άνεργης-εξαθλιωμένης” όπως η ίδια η επιστολογράφος προσυπογράφει. Η περίπτωση της κυρίας Ερμιόνης Γεωργιάδου που έστειλε την επιστολή αυτή εις ώτα μη ακουόντων, αντιπροσωπεύει δεκάδες χιλιάδες συνανθρώπους μας που βρίσκονται σε παρόμοια κατάσταση. Είναι χαρακτηριστικό ότι παρόλο που οι πολιτικές των δύο προαναφερόμενων υπουργών και των κυβερνήσεών τους την έφεραν στην κατάσταση που διεκτραγωδεί, χωρίς να ευθύνεται η ίδια, εντούτοις δεν δικαιούται ούτε καν το τόσο πενιχρό και εξευτελιστικό «Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης», επειδή εμφανίζεται να έχει ένα ακίνητο το οποίο είναι εξ’ ολοκλήρου υποθηκευμένο και το οποίο δεν ηλεκτροδοτείται και δεν υδροδοτείται.
Είναι χαρακτηριστική η φράσης της: «Πώς μπορείτε να προστατεύετε, υποτίθεται, από κορωνοϊό τους πολίτες αυτής της χώρας, ενώ την ίδια στιγμή αφήνετε πολλούς από εμάς με μηδενικό εισόδημα να πεθαίνουμε καθημερινά από την αγωνία της πείνας και την έλλειψη περίθαλψης»;
Παραθέτουμε στη συνέχεια την επιστολή της:

Αξιότιμοι κύριοι υπουργοί Εργασίας και Ανάπτυξης, κύριε Χατζηδάκη και κύριε Γεωργιάδη,

Μέσω της επιστολής μου αυτής θα ήθελα να διαπιστώσω το εύρος της κοινωνικής ευαισθησίας της κυβέρνησης την οποία εκπροσωπείτε, διότι προσφάτως πληροφορήθηκα για την κοινωνική ευαισθησία εταίρου υπουργού μας απέναντι στο πρόστιμο της 80χρονης από την Λαμία.

Επειδή αισθάνομαι, όπως πολλοί άλλοι φορολογούμενοι συμπολίτες μου, την απόλυτη εξαθλίωση να μας έχει καταβάλει, οδηγώντας μας τοιουτοτρόπως σε βαριά κατάθλιψη, η οποία προέκυψε όχι λόγω ψυχικών νοσημάτων αλλά εξαιτίας των συνθηκών διαβίωσης που μας έχουν επιβληθεί, γράφω σήμερα την 3η κατά σειρά επιστολή μου προς τα Υπουργεία που υπηρετείτε, με την ελπίδα πως δεν θα μείνει και αυτή αναπάντητη όπως οι προηγούμενες και με την πεποίθηση πως θα μεριμνήσετε ως κράτος πρόνοιας πρωτίστως, αλλά και δικαίου, ώστε να αποφευχθεί ο ψυχικός και κατ’ επέκταση ο βιολογικός μου αφανισμός.

Κατά πρώτο λόγο, θέλω να διευκρινίσω πως δεν υπηρετώ κανένα απολύτως πολιτικό συμφέρον, παρά μόνο το δικαίωμα επιβίωσης  μου  σε μία χώρα, που υποτίθεται ότι διέπεται από κράτος δικαίου και μέριμνας, μέλος της ενωμένης Ευρώπης και όπου υποτίθεται πως έχουμε ένα από τα ισχυρότερα νομίσματα του κόσμου. Θέλω δε επίσης να πιστεύω, πως σε αυτή τη χώρα εξακολουθεί η ανθρώπινη ζωή να έχει την ύψιστη αξία και οι υπήκοοι της να μην αποτελούν έρμαιο εκμετάλλευσης, ανάλογα με τις διαθέσεις πολιτικές, κοινωνικές, οικονομικές ή εξουσίας των εκάστοτε κυβερνώντων.

Από το 1994 έως το 2011 εργαζόμουν ως καθηγήτρια γερμανικών στην ιδιωτική εκπαίδευση. Η οικονομική κρίση όμως με ανάγκασε να κάνω διάφορες δουλειές του ποδαριού, δίχως ασφάλιση και δίχως σταθερό εισόδημα. Από τον ΟΑΕΔ δεν μπόρεσα να βρω καμία θέση εργασίας και οι πόρτες που χτύπησα, ενώ και διάθεση είχα για δουλειά και αρκετά προσόντα, μείνανε για μένα ερμητικά κλειστές. Σε αυτό το σημείο θέλω να επισημάνω πώς ούτε γνωριμίες διέθετα ούτε και πολιτικά μέσα. Ποτέ δεν αρνήθηκα οποιαδήποτε εργασία εξαιτίας της εκπαίδευσης μου. Ακόμα κι αν μου γινόταν μία πρόταση να εργαστώ ως καθαρίστρια η εργάτρια θα την αποδεχόμουν με μεγάλη μου χαρά. Αυτοί υπήρξαν και οι λόγοι που με ανάγκασαν να φύγω από την Αθήνα για να εργαστώ έστω και σε αγροτικές δουλειές στην περιφέρεια. Εγκαταστάθηκα λοιπόν με την υπερήλικη μητέρα μου, για την οποία μεριμνώ εγώ, σε ένα φθηνό δωμάτιο. Από το 2017 έως το 2019 εργάστηκα σε εποχιακές δουλειές, αλλά δυστυχώς δεν κατάφερα να λάβω κάποια κρατική βοήθεια, αλλά ούτε και το επίδομα μακροχρόνια ανέργων έλαβα ποτέ, αφού κατά την κυβέρνηση θεωρούμαι προνομιούχα οικονομικά αφού είχα εργαστεί δύο μήνες το έτος.
Εξαιτίας ενός ακινήτου του οποίου εμφανίζομαι ως ιδιοκτήτρια και το οποίο είναι εξ ολοκλήρου υποθηκευμένο σε πιστωτικό ίδρυμα, και το οποίο ΔΕΝ ηλεκτροδοτείται αλλά ΟΥΤΕ και υδροδοτείται, αφού έχουν αφαιρεθεί οι μετρητές νερού και ρεύματος και ως εκ τούτου δεν είναι κατοικήσιμο, το υποτιθέμενο κράτος δικαίου δεν μου επιτρέπει να λαμβάνω ούτε το ΚΕΑ, αφού κατά τους σημερινούς νόμους της Ελλάδος η αντικειμενική αξία της ακίνητης περιουσίας μου ανέρχεται στο ποσό των  95.000 ευρώ.

Με λίγα λόγια ζω με σχεδόν μηδενικό εισόδημα τα τελευταία τρία χρόνια. Ο βιοπορισμός μου κυρίως προερχόταν από αγροτικές δουλειές εάν τις έβρισκα για κάνα μήνα το χρόνο, π.χ. μάζεμα σταφυλιών και συσκευασία. Το ψάρεμα, το οποίο αρκετές φορές ήταν σωτήριο για να ικανοποιήσω την πείνα μου, το απαγορεύσατε, από το φόβο μην κολλήσουν τα ψάρια κορωνοϊό. Μέσα από την καρδιά μου ευγνωμονώ κάποιους συντοπίτες μου, οι οποίοι δίχως να θίξουν την αξιοπρέπειά μου με βοήθησαν στοιχειωδώς να επιβιώσω.

Διαλυμένη ψυχικά και σωματικά, με καταρρακωμένη αξιοπρέπεια, φτάνω σε εκείνη την ημέρα που πραγματικά αισθάνθηκα την απουσία του κράτους δικαίου αλλά και την απόλυτη απόγνωση, ενώ ταυτόχρονα η ύπαρξή μου κατακλυζόταν από έναν απέραντο θυμό και μία ανυπόφορη θλίψη.
Στις 3/2 του  2021 (3 μέρες πριν τα 51α γενέθλιά μου)  ένας έντονος στομαχόπονος με έκανε να απευθυνθώ στο τοπικό κέντρο υγείας του Λουτρακίου. Το οποίο είναι παντελώς απροστάτευτο και προφανώς για τους υπεύθυνους αδιάφορο. Ενώ εξυπηρετεί περίπου 15.000 ανθρώπους, δεν έχει κανέναν φύλακα με αποτέλεσμα οι ασθενείς που εισέρχονται σε αυτό, καθώς και οι εργαζόμενοι, να μην προστατεύονται αφού τα επιβαλλόμενα μέτρα που ισχύουν σε όλη την Ελλάδα, όπως θερμομέτρηση εδώ δεν υπάρχουν. (Ανύπαρκτο επίσης σε αυτή την περίπτωση είναι το κράτος δικαίου που τόσο συχνά επικαλείστε.) Η εξαίρετη μοναδική Ιατρός και η εξαίρετη μοναδική νοσοκόμα, αφού μου κάνανε τις εξετάσεις που είχαν τη δυνατότητα να μου κάνουν και να μου χορηγήσουν παυσίπονο ορό, θεώρησαν σκόπιμο να μεταφερθώ στο νοσοκομείο της Κορίνθου. Μη έχοντας όμως ούτε ένα cents στην τσέπη μου, μου ζήτησε η Ιατρός να περιμένω κάποιον τραυματιοφορέα για να μεταφερθώ στο νοσοκομείο της Κορίνθου. Οι τραυματιοφορείς, παρά τον φόρτο εργασίας τους και πάρα το διαλυμένο ασθενοφόρο που τους παρέχει το κράτος πρόνοιας, εν τούτοις κάνανε ότι περνούσε από το χέρι τους για να μεταφερθώ όσο πιο άνετα γινόταν στο νοσοκομείο. Οι γιατροί εκεί μου συνέστησαν να κλείσω ραντεβού για γαστροσκόπηση και για λοιπές εξετάσεις. Εγώ χαμογέλασα πικρά, αφού γνώριζα εκ των προτέρων πως δεν θα κατόρθωνα να τις κάνω, μιας και δεν διέθετα ούτε ένα ευρώ, (το εισιτήριο του ΚΤΕΛ κοστίζει 3,80 Ευρω).

Τελειώνοντας, να σας θέσω το εξής ερώτημα, πώς μπορείτε να προστατεύετε, υποτίθεται, από κορωνοϊό τους πολίτες αυτής της χώρας, ενώ την ίδια στιγμή αφήνετε πολλούς από εμάς με μηδενικό εισόδημα να πεθαίνουμε καθημερινά από την αγωνία της πείνας και την έλλειψη περίθαλψης. Απαιτώ λοιπόν από το κράτος δικαίου μία άμεση επίλυση του προβλήματος μου γιατί πιστέψτε με η εξαθλίωση και η άδικη μεταχείριση μόνο άσχημα αποτελέσματα μπορεί να φέρουν.

Σε αναμονή της σύντομης απάντηση σας, διατελώ,

Με φιλικούς χαιρετισμούς
Ερμιόνη Γεωργιάδου (πρώην εργαζόμενη και νυν άνεργη-εξαθλιωμένη)