Οι τηλεφωνικές γραμμές ανάμεσα στο Κίεβο, το Παρίσι, το Λονδίνο, το Βερολίνο έχουν πάρει φωτιά. Οι τηλεδιασκέψεις και οι επαφές ηγετών και διπλωματών διαδέχονται η μία την άλλη. Επίδικο; Η πολυαναμενόμενη συνάντηση Πούτιν -Τραμπ, αύριο Παρασκευή στην Αλάσκα.
Πολλά μπορούν να ειπωθούν για το αν ο χαρακτήρας τής συνάντησης των δύο ηγετών θα είναι μόνο συμβολικός. Και παρότι οι αναλυτές δεν περιμένουν θεαματικές ανακοινώσεις ή δραματικές ανατροπές, η νευρικότητα στις Ευρωπαϊκές πρωτεύουσες κορυφώνεται, καθώς το υπαρξιακό αδιέξοδο των ευρωπαϊκών ελίτ γίνεται καθημερινά όλο και πιο ορατό.
«Η πορεία προς την ειρήνη στην Ουκρανία δεν μπορεί να κριθεί χωρίς την Ουκρανία», δηλώνουν σε όλους τους τόνους οι Ευρωπαίοι και η πολεμοκάπηλη «συμμαχία των προθύμων», με επικλήσεις στην ειρήνη, αλλά τη ματιά στραμμένη στη συνέχιση του πολέμου, την ίδια ώρα που βλέπουν το μέλλον -όχι απλά της Ουκρανίας, αλλά ολόκληρης της Ευρώπης- να κρίνεται χωρίς αυτούς.
Η απουσία της Ε.Ε. και του Ζελένσκι από τη συνάντηση των δύο ηγετών, ακόμα και αν ο Τραμπ τους έκανε την χάρη να τους ακούσει στη χθεσινή τηλεδιάσκεψη, λειτουργεί ως έμμεσο πλην σαφές μήνυμα: Οι κρίσιμες αποφάσεις παίρνονται αλλού -και κυρίως χωρίς εσάς. Ακόμα και η ίδια η επιλογή της Αλάσκας, με την ιστορική της φόρτιση ως πρώην ρωσικό έδαφος, αλλά και τη γεωγραφική της απόσταση, όσο πιο μακριά γίνεται από την Ευρώπη και στο όριο της Βόρειας Αμερικής με την Ασία, στέλνει μήνυμα στροφής προς τον Ειρηνικό, με την Ουάσιγκτον να αφήνει πίσω της έναν «γερασμένο σύμμαχο».
Το να αποφασίζεται το μέλλον της Ουκρανίας -και κατ’ επέκταση της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής ασφάλειας- χωρίς την Ευρώπη παρούσα, είναι ενδεικτικό της δομικής της αδυναμίας: στρατιωτικής, ενεργειακής, αλλά και -ίσως σημαντικότερο- πολιτικής.
Η Ε.Ε. εμφανίζεται χωρίς στρατηγική αυτονομία. Ενώ παρέχει τεράστια οικονομική και στρατιωτική βοήθεια στο καθεστώς του Κιέβου και επωμίζεται το ενεργειακό και κοινωνικό βάρος του πολέμου, δεν έχει ανάλογο πολιτικό λόγο στις κρίσιμες διαπραγματεύσεις. Αυτό φάνηκε στις διαδοχικές συναντήσεις σε Κωνσταντινούπολη και Ριάντ, στις αποφάσεις της συνόδου του ΝΑΤΟ για αύξηση στο 5% των στρατιωτικών δαπανών, αλλά και στην κούρσα εξοπλισμών που ακολουθεί περισσότερο τις προτεραιότητες των ΗΠΑ παρά τις πραγματικές ανάγκες της ευρωπαϊκής ασφάλειας.
Η Ευρώπη πασχίζει, χωρίς επιτυχία, να διεκδικήσει μια σχετική ανεξαρτησία από τις ΗΠΑ, την ίδια ώρα που οι εσωτερικές της αντιθέσεις και η βαθιά κρίση πολιτικής ηγεσίας στα περισσότερα κράτη μέλη της Ε.Ε., καθιστούν διαρκώς επισφαλή την ίδια της τη συνοχή.
Ακόμα πιο κρίσιμο είναι ότι αυτή η κρίση δεν περιορίζεται στις ελίτ. Σε πολλές ευρωπαϊκές κοινωνίες, η εμπιστοσύνη προς τη Δύση ως σύστημα αξιών υποχωρεί. Η αίσθηση ότι η Ε.Ε. λειτουργεί ως εκτελεστικός βραχίονας των αμερικανικών συμφερόντων χωρίς να διαμορφώνει αυτόνομη στρατηγική πυροδοτεί αντιδράσεις, που ενισχύουν ευρωσκεπτικιστικά ρεύματα και καθιστούν ακόμη πιο επισφαλή την πολιτική νομιμοποίηση της Ένωσης.
Ο επαναπροσδιορισμός των οικονομικών σχέσεων ΗΠΑ-Ε.Ε., παρά την επιφανειακή ανακωχή για την επιβολή δασμών ύψους 15% για τα ευρωπαϊκά προϊόντα, αποτελεί ακόμα ένα επεισόδιο στην αργή αλλά σταθερή πορεία υποβάθμισης του ρόλου της Ευρώπης στην ιμπεριαλιστική ιεραρχία. Άλλωστε η σχέση των δύο πλευρών δεν υπήρξε σχεδόν ποτέ ισότιμη, αλλά λειτουργούσε ως μηχανισμός σταθεροποίησης της ευρωπαϊκής περιφέρειας υπό αμερικανική καθοδήγηση. Η παρούσα κρίση απλώς απογυμνώνει αυτή τη δομική ασυμμετρία.
Η κρίση στις διατλαντικές σχέσεις αποτελεί πλέον μια σταθερά με αυξανόμενο στρατηγικό βάθος που σήμερα εκφράζεται μέσα από το ζήτημα της Ουκρανίας, αλλά σίγουρα είναι βαθύτερη. Αγγίζει τον ίδιο τον ορισμό της «συλλογικής Δύσης» όπως τον γνωρίζαμε μέχρι σήμερα και προδιαγράφει μια μετάβαση σε ένα νέο, ρευστό γεωπολιτικό πεδίο.
Η συνάντηση στην Αλάσκα, ακόμα κι αν δεν έχει άμεσα αποτελέσματα, λειτουργεί ως σύμβολο αυτής της μετάβασης σηματοδοτώντας μια κρίσιμη στροφή σε ένα διαφορετικό γεωπολιτικό τοπίο όπου η Ευρώπη, υπαρξιακά αποπροσανατολισμένη και παγιδευμένη ανάμεσα σε μια στρατηγική υποτέλειας και μια αυτονομία που όλα δείχνουν πως αδυνατεί να διεκδικήσει, κινδυνεύει να μείνει θεατής στο ίδιο της το γήπεδο.
Πηγή: Κοσμοδρόμιο
Αφήστε ένα σχόλιο