« Σ ’ αυτό το σχήμα που ξεβάφει αίμα και δάκρυ
το άδειο μας πρόσωπο η Κύπρος το πληρώνει …»
(Έλληνας τραγουδοποιός)
Θα θελήσουμε σήμερα να ασχοληθούμε με την πολύπαθη μεγαλόνησο, με την Κύπρο. Για την Κύπρο που από το 1974 βιώνει την τουρκική εισβολή – κατοχή. Αν και για πολλούς η Κύπρος αποτελεί έναν από τους δύο πνεύμονες του Ελληνισμού, χωρίς τον οποίο κι ο άλλος πνεύμονας – το ελλαδικό κράτος δηλαδή – κινδυνεύει σοβαρά, πολλοί όπως ο δήθεν εθνάρχης Κων/νος Καραμανλής , αλλά και πάρα πολλοί μετά από αυτόν μέχρι και σήμερα, με τα λόγια και τα έργα τους πολιτικοί, καθηγητές πανεπιστημίων, δημοσιογράφοι, αναλυτές αλλά και απλοί πολίτες, θεωρούν από ιδιοτέλεια ή όχι, κανείς δεν μπορεί να το ξέρει αυτό, ότι η Κύπρος κείται μακράν, πράγμα που σημαίνει, ότι η Κύπρος είναι ένα βάρος για την Ελλάδα, από το οποίο πρέπει να απαλλαγεί το ελλαδικό κράτος.
Άλλοι που μάλλον ξέρουν καλύτερα, όπως οι Βρετανοί, οι Αμερικανοί, οι Τούρκοι, θα έκαναν και κάνουν ό,τι περνά απ’ το χέρι τους για να έχουν την Κύπρο δική τους. Αξίζει να θυμηθούμε τον τέως Τούρκο πρωθυπουργό Νταβούτογλου που έλεγε : “Ακόμα κι αν δεν υπήρχε ούτε ένας Τούρκος στην Κύπρο, θα έπρεπε να δημιουργήσουμε σ’ αυτή μειονοτικό πρόβλημα”. Είναι πραγματικά να απορεί κανείς με την ξενοδουλεία ή την αφέλεια ή την ανοησία των ελληνικών και πολιτικών ελίτ, όσον αφορά τους χειρισμούς τους προς την υπόθεση της Κύπρου.
Και δεν θα διστάσουμε απλουστευτικά να πούμε από αυτό το σημείο ότι οι ευθύνες βαρύνουν ανεξάρτητα από προθέσεις τις ελληνικές κυβερνήσεις για τις επακόλουθες συμφορές στην Κύπρο. Και η αρχή των σημερινών δεινών ξεκίνησε από την ιδρυτική συνθήκη της κυπριακής δημοκρατίας, την περίφημη συνθήκη Ζυρίχης και Λονδίνου μεταξύ Μ. Βρετανίας, Τουρκίας και Ελλάδας. Αυτή υπογράφηκε στις 11 Φεβρουαρίου του 1959 από τους Κων/νο Καραμανλή και Υπεξ. Ευάγγελο Αβέρωφ, και τους Τούρκους Μεντερές και Φατίν Ζορλού. Στις διαπραγματεύσεις δεν είχαν παραβρεθεί Κύπριοι πολιτικοί. Σύμφωνα με τη συνθήκη, με την οποία τερματίζεται η Βρετανική κυριαρχία στην Κύπρο , το νησί δεν μπορεί να προχωρήσει σε πολιτική ή οικονομική ένωση με άλλο κράτος.
Είναι αξιοσημείωτο να αναφέρουμε ότι ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος στην τελική φάση διαπραγμάτευσης, έδειξε τις ανησυχίες του στον Κων/νο Καραμανλή για τα επεμβατικά δικαιώματα των εγγυητριών κρατών στην Κύπρο: δηλ. της Ελλάδας, της Τουρκίας και της Αγγλίας. Πιέστηκε όμως από τον Καραμανλή και τους επισκόπους της Κύπρου να δεχθεί τη συμφωνία. Συγκεκριμένα, πήγαν στο δωμάτιό του στις τρεις η ώρα τα ξημερώματα και τον ανάγκασαν να υπογράψει. Κοντολογής οι Άγγλοι κανοναρχούσαν: ή υπογράφετε τη συνθήκη ή προκαλείται στο νησί διχοτόμηση. Έτσι ο Μακάριος δεν άντεξε, υπέγραψε. Και δυστυχώς ο διορατικός αυτός μεγάλος πολιτικός για τις ενστάσεις του επιβεβαιώθηκε ως προς την επεμβατικότητα των εγγυητριών δυνάμεων και 25 χρόνια μετά, το 1974, ζήσαμε την τραγωδία της Κύπρου που, δυστυχώς, συνεχίζεται.
Ένας σημαντικός μελετητής του Κυπριακού, ο καθηγητής Διεθνών σχέσεων στη Νομική και Οικονομική σχολή του πανεπιστημίου του ανατολικού Λονδίνου, ο κ. Βασίλης Φούσκας στο σημαντικό του βιβλίο Τουρκικός Ιμπεριαλισμός και αποτροπή, απερίφραστα τονίζει ότι το Κυπριακό επί τέλους πρέπει να ενταχθεί στην ελληνική κοινωνία ως θέμα εισβολής και κατοχής, με τη μορφή ενός ανοιχτού διαλόγου, κάτι το οποίο δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή διότι επισταμένα οι ελληνικές κυβερνήσεις υπό την πίεση της Αμερικής και της Τουρκίας από το 1976 – 1977 και μετά, το Πρωτόκολλο της Βέρνης το εξοβέλισαν από τη συζήτηση και δεν συζητείται πλέον το Κυπριακό ως Ελληνοτουρκικό θέμα.
Το πρωτόκολλο της Βέρνης, για να θυμηθούμε, υπογράφτηκε από τον Κων/νο Καραμανλή και τον Ντεμιρέλ στην ελληνοτουρκική κρίση του 1976. Τότε οι Τούρκοι αμφισβητούσαν στην Ελλάδα να κάνει έρευνες σε περιοχές που ήταν στα όρια της ελληνικής υφαλοκρηπίδας. Η Ελληνική κυβέρνηση σ’ αυτό υποχώρησε, έπεσαν οι υπογραφές στη Βέρνη, έγιναν γκρίζες οι αναφερθείσες περιοχές και το Πρωτόκολλο της Βέρνης έγινε το προοίμιο της Ελληνοτουρκικής κρίσης του 1987.
Απόλυτα συνδεμένη με την Κύπρο είναι και η συνθήκη της Λοζάνης. Προσφάτως μπήκε ένα θέμα, αυτό της αναθεώρησής της ή ότι είναι παρωχημένη κατά τον καθηγητή κ. Συρίγο. Η Συνθήκη της Λοζάνης έχει αναθεωρηθεί επί του πεδίου από την Τουρκία. Το άρθρο 16 προβλέπει ότι η Τουρκία αποποιείται κάθε είδους δικαιώματος από το Κυπριακό ζήτημα. Το Κυπριακό θέμα και η Κύπρος ως νησί , ως αποικία της Αγγλίας αφορά μόνο τα ενδιαφερόμενα κράτη κι αυτά ήταν η Αγγλία και η Ελλάδα. Δυστυχώς η Κύπρος μπαίνει στο παιχνίδι της διεκδίκησης της κι από την Τουρκία στην Τριμερή του Λονδίνου: Ελλάδα (Παπάγος), Αγγλία και Τουρκία το 1955 , κατά παράβαση του άρθρου 16 της Συνθήκης της Λοζάνης. Ο Μακάριος είχε διαφωνήσει με την αναθεώρηση του άρθρου 16 και με σύγκληση της Τριμερούς. Ποιος μιλάει σήμερα στη Ελλάδα για την παράβαση του άρθρου 16 της Συνθήκης της Λοζάνης, είναι θαμμένο στην κυριολεξία.
Από κει και πέρα η Τουρκία έγινε ενδιαφερόμενη χώρα για την Κύπρο, επειδή από το μεσοπόλεμο και μετά, σε σύμπραξη με την Αγγλία που ως αποικιοκρατική δύναμη αποσκοπούσε να καλλιεργήσει μια εθνική τουρκική συνείδηση στον μουσουλμανικό πληθυσμό της Κύπρου. Αυτό υπήρξε αποτέλεσμα σε μεγάλο βαθμό κοινής δράσης των Άγγλων και των Τούρκων. Θα αναφέρουμε ένα παράδειγμα πολύ κλασικό, που το λένε όλοι οι ιστορικοί, για να δείξουμε τι μορφές έπαιρνε αυτό έμπρακτα. Οι Άγγλοι λοιπόν στο μεσοπόλεμο διόριζαν ασύστολα στον κρατικό μηχανισμό της αποικίας τους – Κύπρος, Τουρκοκυπρίους μουσουλμάνους. Αυτό δημιουργούσε ήδη ένα σπέρμα αντίθεσης ανάμεσα στον γηγενή πληθυσμό ελληνοκυπριακό, που είχε ελληνική εθνική συνείδηση και στους Τουρκοκύπριους, προκαλούσε τη διχόνοια ανάμεσά τους.
Οι Τουρκοκύπριοι ως μειονότητα αρχικά δεν είχαν εθνικιστικά στοιχεία, δεν ήταν καθόλου κεμαλικοί. Ήταν άνθρωποι μουσουλμάνοι, που είχαν τη οικογένειά τους, πήγαιναν στο τζαμί τους, προσεύχονταν, πήγαιναν στα χωράφια τους, γύριζαν στο σπίτι τους, αυτή ήταν η ζωή τους. Η αντίθεση τους προς τους Ελληνοκυπρίους δημιουργήθηκε συνειδητά από το κεμαλικό κατεστημένο της Τουρκίας σε σύμπραξη με την αγγλική πολιτική στο νησί, που ήταν η πολιτική του διαίρει και βασίλευε. Εφάρμοζε η Αγγλία αυτή την κλασική μέθοδο ως ιμπεριαλιστική αποικιοκρατική δύναμη, για να διατηρήσει τις στρατηγικές βάσεις. Την ίδια τακτική εφάρμοζε στην Ινδία, στο Κασμίρ, στην Β. Ιρλανδία κλπ.
Στη δεκαετία του ’50 η κατάσταση θα οξυνθεί ειδικά από το ’56 – 57. Τότε προβάλλονται από την Τουρκία οι Θέσεις υψηλής στρατηγικής για το Κυπριακό. Είναι οι περίφημες θέσεις του Νιχάτ Ερίμ, (τις αποκάλυψε ο αείμνηστος καθηγητής Νεοκλής Σαρρής), θέσεις που στοχεύουν στο στρατηγικό έλεγχο ολόκληρης της Κύπρου. Αυτό βέβαια η Τουρκία δεν το έχει καταφέρει ούτε και μετά την εισβολή – κατοχή της μετά το 1974 δεν μπορεί ακόμα να ελέγξει το νότο της Κύπρου.
Όμως αν δούμε όλα τα σχέδιά της από το 1974 και μετά, που παρουσίασε κατά καιρούς για το Κυπριακό, σ’ αυτό αποσκοπούν. Το ένα το κατέθεσε ο Ντενκτάς στη Γενεύη 2 στις 11 με 12 Αυγούστου το ’74, και στις 13 Αυγούστου του ’74 οι Τούρκοι κατέθεσαν 2 σχέδια, ένα από τον Ντενκτάς και το άλλο από τον Τούρκο Υπεξ. Γκιουνές. Ήταν ακριβώς σχέδια μοιράσματος της Κύπρου μεταξύ Τουρκοκυπρίων και Ελληνοκυπρίων, με ξεχωριστές περιοχές και με μια συγκυβέρνηση. Αυτό το ονόμαζαν ομοσπονδία. Αυτό ήταν όμως κάτι που ουσιαστικά θα δημιουργούσε τουρκοκυπριακή διοίκηση στο βορρά της Κύπρου.
Ο Γκιουνές πρότεινε τη λύση των καντονίων όπου υπήρχαν τουρκοκυπριακοί θύλακες, και μετά η κεντρική κυβέρνηση που δεν θα ήταν ελληνοκυπριακή κυβέρνηση, που θα είχε δηλαδή την άσκηση της εξωτερικής πολιτικής, της οικονομικής, φορολογικής, της νομισματικής πολιτικής κλπ, αλλά θα ήταν συγκυβέρνηση. Επομένως έτσι η Τουρκία θα έλεγχε ουσιαστικά την Κύπρο, όπως φιλοδοξούσε το προαναφερθέν σχέδιο Νιχάτ Ερίμ του 1950.
Σημειωτέον ότι ο διακαής πόθος της Κύπρου ήταν η ένωση με την Ελλάδα έχοντας 82% ελληνικό πληθυσμό με λίγους Μαρωνίτες, το 18% Τουρκοκύπριους, και τους Άγγλους ως αποικιοκράτες στο νησί. Το 1915 οι Άγγλοι θέλουν να δώσουν στην Ελλάδα το νησί, εάν η Ελλάδα προσχωρούσε στην Antant. Στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο οι Άγγλοι υπόσχονται στην Ελλάδα να της δώσουν την Κύπρο επειδή η Ελλάδα είναι στο πλευρό τους, αθετούν την υπόσχεσή τους. Συνοπτικά από το 1930, 1940 και 1950 η Ελλάδα διαπραγματεύεται κάποιον τρόπο ένωσης με την Κύπρο. Φτάνοντας στη δεκαετία του ’50 και όντας η Ελλάδα ένα κράτος διαλυμένο από τον εμφύλιο, οικονομικά αδύναμο, μπορεί ίσως να δικαιολογήσει την όποια υποχώρηση στις διαπραγματεύσεις, ειδικά σε εκείνες τις υπόγειες και φανερές που προωθούσαν την τριχοτόμηση του νησιού, δηλαδή μοίρασμά του σε Αγγλία και Ελλάδα με επικυρίαρχο την Τουρκία.
Προσπαθήσαμε να δώσουμε μια μικρή εικόνα για τη μεγάλη τραγωδία του Ελληνισμού, που είναι η συμφορά της Κύπρου με την εισβολή και κατοχή του 37% περίπου του εδάφους της από το 1974, που συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Και δυστυχώς παρά τα όσα επιχειρήθηκαν (συζητήσεις, διακρατικές συνομιλίες, διεθνείς παρεμβάσεις, ψηφίσματα ΟΗΕ κλπ), η κατάσταση όχι μόνο δεν βελτιώθηκε αλλά μάλλον χειροτέρευσε και πολύ φοβούμαστε ότι οι Τούρκοι όχι μόνον δε θα αποσύρουν τον στρατό κατοχής, αλλά στοχεύουν να πάρουν όλη την Κύπρο, όπως μεθοδικά το επιδιώκουν από το ξεκίνημα της εμπλοκής τους στην υπόθεση της Κύπρου και που στο μικρό μας άρθρο αναδείξαμε.
Σ’ αυτό το σημείο, 50 χρόνια από την εισβολή – κατοχή της Μεγαλονήσου από την Τουρκία και μιας και τόσες προσπάθειες για επίλυση του Κυπριακού βάλτωσαν, κρίνουμε, ό,τι προτείνει ο καθηγητής κ. Βασίλης Φούσκας πολύ σοβαρό και μάλλον πολύ αποτελεσματικό. Αναφερόμενος στην κατάσταση της Κύπρου εκτιμά, ότι σήμερα η άμυνά της είναι πολύ δύσκολη. Η γραμμή Αττίλα από τη μια άκρη ως την άλλη έχει μεγάλη απόσταση κι έτσι εύκολα οι Τούρκοι μπορούν να επιχειρήσουν. Αλλά μπορούν να επιχειρήσουν κι από το νότο, γιατί έχουν υπεροπλία στον αέρα. Γι’ αυτό σήμερα η άμυνα της Κύπρου μεμονωμένα είναι πολύ δύσκολη. Όσο για την Έλλάδα , αν ήθελε να βοηθήσει, με τη σημερινή κατάσταση πολύ λίγα πράγματα θα μπορούσε να προσφέρει. Βέβαια αν ήταν στην κατάσταση πριν το 1974, θα μπορούσε να επιχειρήσει και να καταστρέψει προγεφυρώματα των Τούρκων κλπ. Αυτά τα πράγματα σήμερα είναι πολύ δύσκολα.
Και ως την μοναδική ελπίδα για τη σωτηρία της Κύπρου και του Ελληνισμού, ο κ. Φούσκας προτείνει: Αυτοδύναμη ανάπτυξη αμυντικής βιομηχανίας και δημόσιες επενδύσεις σ’ αυτόν τον τομέα, υψηλούς μισθούς στους πιλότους που κάνουν αναχαιτήσεις στο Αιγαίο κι όχι με μισθό 1300 ευρώ το μήνα. Και αν τα κάνουμε αυτά, τότε είναι η μόνη ελπίδα που μας μένει, διότι Τουρκία είναι αυτή…
Στη συνέχεια να φτιαχτεί ένας ιδιότυπος, που θα είναι πρακτικά χρήσιμος και θα το γνωρίζουν αυτό και οι αντίπαλοι, όπως και το ΝΑΤΟ, για ενός πρώτου αποφασιστικού μαζικού πλήγματος στην Τουρκία. Το πλήγμα αυτό θα την παραλύσει για μεγάλο χρόνο, εννοούμε την στρατιωτική της ισχύ, ώστε να μην μπορεί να κάνει προβολή ισχύος. Μόνο με αυτόν τον τρόπο θα έχουμε πραγματική αποτροπή. Όλα τα άλλα είναι αμυντικής φύσης αποτροπές. Ακούγεται π.χ. από κάποιους υπερφίαλους αναλυτές να τονίζουν ότι έχουμε τα Leopard και σε 24 ώρες θα είμαστε στην Κων/πολη.
Μα πάνε καλά οι άνθρωποι; Αυτό δεν είναι αποτροπή. Αυτό έλεγε και ο Ιωαννίδης στον Αμερικανό υφυπουργό εξωτερικών Τζόζεφ Σίσκο. Χτυπούσε τα χέρια κάτω λέγοντας θα πάμε, θα τους βαρέσω τους Τούρκους, θα είμαι στην Κων/πολη. Κι ο Σίσκο του απαντούσε : Θα πάτε εκεί ως αιχμάλωτοι. Πού θα πας στην Κων/πολη, με 35.000.000 κόσμο, πού θα περάσεις; Η Ανατολική Θράκη με την Κων/πολη είναι από τα πιο πυκνοκατοικημένα μέρη του πλανήτη.
Όταν όμως η Τουρκία ξέρει ο αντίπαλος έχει έναν επαγγελματικό στρατό, πραγματικά επαγγελματικό και αποφασισμένο, που κρατάει στα χέρια του την τελευταία λέξη υψηλής τεχνολογίας και μπορεί να καταφέρει αποφασιστικό πλήγμα ακαριαίο μέσα σε λιγότερο από 5 έως 6 ώρες και θα σε παραλύσει για ένα μήνα, να μην μπορείς να κάνεις τίποτα, δηλαδή όλες τις ζωτικές σου αρτηρίες: από υποδομές, από αεροδρόμια, τα πάντα – αυτά τα ξέρουν καλά οι στρατιωτικοί – δε θα πούμε εμείς περισσότερα.
Αν έχουμε αυτό το σχέδιο και να το ξέρει όλο το ΝΑΤΟ, τότε θα έχουμε ουσιαστική αποτροπή. Τότε η Τουρκία θα υποχωρήσει από όλες τις διεκδικήσεις της που έχει στο Αιγαίο, στην υφαλοκρηπίδα, στην ΑΟΖ κλπ. Τότε θα κάνουμε ΑΟΖ ανεμπόδιστα με την Κύπρο. Η αναφερθείσα πρόταση του κυρίου Φούσκα για τα ελληνοτουρκικά και το Κυπριακό δεν είναι κάτι το υπερεθνικό, είναι ζήτημα ασφαλείας της χώρας μας και του ελληνικού λαού. Είναι ανείπωτο, τονίζει σε μια αποστροφή του ο κ. Φούσκας, πού κατάντησε η χώρα μου: “Να πάω στο χωριό μου στη Λέσβο κι εκεί ο συμπατριώτης μου ο ψαράς να μου λέει, δεν πάω εκεί να ψαρέψω, που πήγαινα, γιατί τώρα με εμποδίζει το τουρκικό λιμενικό”.
Ο Γιώργος Βαζάκας είναι φιλόλογος, μέλος του Ε.ΠΑ.Μ (Ενιαίο Παλλαϊκό Μέτωπο).
Αφήστε ένα σχόλιο